Ίσως δεν είναι και πολύ γνωστό ότι ο περίφημος γαλλογερμανικός άξονας, η ατμομηχανή της Ευρώπης όπως συχνά και δικαίως χαρακτηρίζεται, είναι μια θεσμοθετημένη διαδικασία με τη συνθήκη των Ηλυσίων που υπέγραψαν οι δύο χώρες, στις 22 Ιανουαρίου 1963, θέτοντας τις βάσεις της συμφιλίωσης και της επαναπροσέγγισης δύο προαιώνιων αντιπάλων που αιματοκύλισαν συχνά την Ευρώπη. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Συνθήκης, γαλλογερμανικές σύνοδοι κορυφής πραγματοποιούνται τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, κυρίως πριν από τις αντίστοιχες Συνόδους Κορυφής της Ε.Ε. Μια σχέση καθόλου ανέφελη, με πολλές διακυμάνσεις, εξαρτώμενες από τη συνολικότερη πολιτική συγκυρία, τον ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό της κυβέρνησης σε κάθε μία από τις δύο χώρες και φυσικά, από την προσωπικότητα και τη χημεία μεταξύ του εκάστοτε Γάλλου Προέδρου και Γερμανού Καγκελάριου. Στην περίπτωση των Ολάντ – Μέρκελ, η σχέση του ζεύγους παρουσιάζεται ιδιαιτέρως προβληματική για όλους τους προαναφερθέντες λόγους.
.
Μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες ευημερίας, η ευρωπαϊκή κρίση απειλεί την ισορροπία δυνάμεων στον πυρήνα της Ένωσης. Η Γερμανία έχει εδραιωθεί ως η κορυφαία οικονομική δύναμη και ηγείται πολιτικά της Ευρώπης εν μέσω κρίσης. Παράλληλα, η γαλλική οικονομία έχει χάσει σταδιακά την ανταγωνιστικότητά της, επιδεινώνεται το έλλειμμα του εμπορικού της ισοζυγίου και σημειώνει χαμηλότερα ποσοστά ανάπτυξης σε σχέση με τον γερμανό γείτονα. Ο υπουργός οικονομικών Πιέρ Μοσκοβισί, δήλωσε ότι η Γαλλία δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τους καθορισμένους δημοσιονομικούς στόχους περιορισμού του ελλείμματος για το 2013.
.
Για την προηγούμενη γαλλική συντηρητική κυβέρνηση Σαρκοζί, η διατήρηση της σύμπνοιας με το Βερολίνο αποτελούσε απόλυτη προτεραιότητα. Με την εμβάθυνση της κρίσης, ο Ολάντ διαπιστώνει ότι η στρατηγική αυτή γίνεται όλο και λιγότερο οικονομικά και πολιτικά συμφέρουσα για τη Γαλλία.
.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Ολάντ υποσχέθηκε ανάπτυξη για την αντιμετώπιση της λιτότητας που έχει επιβληθεί από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες. Τις τελευταίες εβδομάδες οι Γάλλοι άρχισαν να επικρίνουν το ισχυρό ευρώ, με το επιχείρημα ότι με ένα πιο αδύναμο νόμισμα, θα μπορούσαν να ωφεληθούν οι εξαγωγές της ηπείρου. Η Γερμανία απορρίπτει την ιδέα, θεωρώντας, αντιθέτως, ότι το ευρώ δεν θα πρέπει να υπόκειται σε πολιτικούς χειρισμούς και να τίθεται σε αμφισβήτηση η ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
.
H νέα στρατηγική του Ολάντ, φέρνει τη Γαλλία πιο κοντά στα συμφέροντα της περιφέρειας της ευρωζώνης, όπου αναζητά συμμαχίες ακόμα και με συντηρητικές κυβερνήσεις που θα διαφωνούσαν με την πολιτική τους οικογένεια, πιεσμένες από την πολιτική Μέρκελ. Ζητούμενο για τους γάλλους σοσιαλιστές, είναι η αλλαγή στο μίγμα της ασκούμενης πολιτικής, συνδυάζοντας τον δημοσιονομικό συντονισμό με μέτρα ανάπτυξης, οικονομικής ενίσχυσης της περιφέρειας και κοινής αντιμετώπισης του χρέους με έκδοση ευρωομολόγων, για να είναι συνεπείς και με τις προεκλογικές τους εξαγγελίες. Προτάσεις που είναι σύμφωνες με τα συμφέροντα χωρών όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία και η Ελλάδα. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι η Γαλλία θα φτάσει ποτέ στο σημείο να διαρρήξει τις σχέσεις της με τη Γερμανία. Η σχέση τους είναι σημαντική για κάθε μία από τις δύο χώρες, αλλά και για το μέλλον της ίδιας της Ένωσης.
.
Συνεπώς, αυτό που αναζητά ο Ολάντ είναι να δημιουργήσει συμμαχίες που θα τον βοηθήσουν να μετατοπίσει το πολιτικό κέντρο βάρους της Ένωσης και να αναδιαμορφώσει τη σχέση ισχύος με το Βερολίνο στο πλαίσιο της γαλλογερμανικής συνεργασίας, όπως αυτή έχει θεσμοθετηθεί και από τη συνθήκη των Ηλυσίων. Και αυτό δε σημαίνει σε καμιά περίπτωση «δημιουργία μετώπου των χωρών του Νότου» απέναντι στον Βορρά, όπως εύκολα και επαναστατικά σπεύδουν πολλοί να υποστηρίξουν στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό.
.
Σε αυτό το πλαίσιο της στρατηγικής τής προσεκτικής δημιουργίας συμμαχιών και της απόπειρας μετατόπισης του πολιτικού κέντρου βάρους της Ένωσης, εντάσσεται και η επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου στη χώρα μας. Εδώ η κυβέρνηση είναι τρικομματική, με κύριο και μεγαλύτερο εταίρο ένα συντηρητικό κόμμα, τη ΝΔ. Ζητούμενο είναι αν η ελληνική κυβέρνηση, ως όλον, θα ενισχύσει την απόπειρα Ολάντ. Κάτι που θα έχει μεγαλύτερο πολιτικό βάρος από το να εκδώσει ανακοινώσεις κάθε κόμμα χωριστά. Αυτό εξαρτάται κατά πολύ από τη θέληση του Σαμαρά και της ΝΔ, να διαφοροποιηθούν από την πολιτική τους οικογένεια, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και τη μονόπλευρη πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης Μέρκελ. Εξαρτάται όμως και από τους άλλους δύο εταίρους, το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ, που θα μπορούσαν να απαιτήσουν, συνεννοούμενοι από κοινού, τη σύμπλευση της ελληνικής τρικομματικής κυβέρνησης με τις απόψεις του σοσιαλιστή Ολάντ, ανεξαρτήτως αν έχουν συνεννοηθεί μεταξύ τους για τη δημιουργία της μεγάλης κεντροαριστερής παράταξης, ή την ανασυγκρότηση του χώρου του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
.
*Ο Γεράσιμος Γεωργάτος είναι μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ, υπεύθυνος για την Ευρωπαϊκή και Εξωτερική Πολιτική.