Στο παρόν κείμενο δεν θα ασχοληθώ με τις συγκεκριμένες διαμάχες που οδήγησαν στη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ (ευρώ – δραχμή, μνημόνιο – αντιμνημόνιο κ.τ.λ.). Θα εξετάσω πιο γενικά / επιγραμματικά τρεις βασικές ιδεοληψίες / φαντασιώσεις που αφορούν μερικούς κύκλους της Αριστεράς, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και πιο γενικά. Σε παραμονές εκλογών ένα τέτοιο θέμα μπορεί να φανεί χρήσιμο, μια και διακινείται μια ρητορεία η οποία οικειοποιείται τα βασικά διακυβεύματα της Αριστεράς.
Η κατάρρευση του καπιταλισμού έρχεται. Η ιδέα πως ο καπιταλισμός λόγω συστημικών αντιφάσεων πνέει τα λοίσθια είναι παλιά. Τη βλέπουμε, για παράδειγμα, στον ντετερμινιστικό ιστορικό υλισμό όπου το καπιταλιστικό σύστημα εννοιολογείται μηχανιστικά, σαν ένα σύστημα που αναπτύσσεται στη βάση σιδηρών εξελικτικών νόμων που καθορίζουν τη μελλοντική πορεία του. Εδώ η κινητήριος δύναμη είναι λιγότερο οι φορείς δράσης και περισσότερο οι αντινομίες του συστήματος που θα οδηγήσουν σε ένα τελειωτικό κραχ. Τέτοιου είδους θεωρίες ξαναζωντάνεψαν στην περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008 (βλ. π.χ. Wolfang Streeck, 2014). Το βασικό επιχείρημα αυτών των θεωριών είναι ότι πριν από την κρίση η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση δημιούργησε τερατώδεις ανισότητες – σε βαθμό που μια μικρή πλουτοκρατία (1/100 του πληθυσμού) τείνει να κατέχει ή να ελέγχει ένα τεράστιο ποσοστό του παγκόσμιου πλούτου. Επιπλέον, οι παραγόμενοι πόροι κατευθύνονται όλο και περισσότερο στον χρηματοπιστωτικό τομέα όπου τα κέρδη είναι υψηλά, άμεσα και συχνά μη φορολογούμενα. Αυτή η κατάσταση δεν είναι δυνατόν να συνεχισθεί αφού βάζει σοβαρά εμπόδια στη διευρυμένη αναπαραγωγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Νομίζω πως η παραπάνω ανάλυση της νεοφιλελεύθερης πραγματικότητας είναι σωστή αλλά η πρόβλεψη περί άμεσης καπιταλιστικής κατάρρευσης λανθασμένη.
Ο καπιταλισμός δεν είναι βέβαια αιώνιος, αλλά δεν πρόκειται να καταρρεύσει άμεσα. Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης η υφήλιος κυριαρχείται από τρεις τύπους καπιταλισμού: τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό των ΗΠΑ, τον αυταρχικό καπιταλισμό της Κίνας και τον ημι-σοσιαλδημοκρατικό / «σοσιαλφιλελεύθερο» καπιταλισμό της Βορειοδυτικής Ευρώπης. Ο τελευταίος έχει μια μακρά ιστορία κοινωνικών μεταρρυθμίσεων και που μέσω της ευρωζώνης (αν αυτή δεν διαλυθεί και ενοποιηθεί πολιτικά και κοινωνικά) μπορεί να εξελιχθεί ως τρίτος παίκτης του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Με την παγκοσμιοποίηση η αλληλοσύνδεση μεταξύ των τεράστιων αυτών κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών εντείνεται ραγδαία. Αυτό σημαίνει πως μια σειρά από προβλήματα είναι κοινά μεταξύ τους. Δεν μπορούν να λυθούν παρά μόνο με τη συνεργασία και των τριών κυρίαρχων παικτών στην παγκόσμια αρένα. Κοινά προβλήματα όπως η περιβαλλοντική καταστροφή που δεν μπορεί να περιοριστεί σε ένα μόνο μέρος του πλανήτη, ο κίνδυνος χρήσης πυρηνικών όπλων, η τρομοκρατία, τα διεθνή εγκληματικά δίκτυα κ.τ.λ. Σε αυτόν τον κατάλογο πρέπει κανείς να προσθέσει τον έλεγχο των παγκόσμιων οικονομικών κρίσεων. Βεβαίως, όσο ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι κυρίαρχος, θεωρώ πως οι παγκόσμιες οικονομικές κρίσεις δεν πρόκειται να εξαφανιστούν. Μπορεί όμως να ελεγχθούν πολύ πιο γρήγορα και λιγότερο καταστροφικά όταν υπάρξει συστηματική συνεργασία μεταξύ των τριών υπερδυνάμεων.
Μπορεί βεβαίως κάποιος να υποστηρίξει πως οι συστημικές αντιφάσεις του καπιταλισμού συνδέονται άμεσα με την ταξική πάλη και με κινητοποιήσεις άλλων φορέων που στοχεύουν στην υπέρβαση, βίαιη ή λιγότερο βίαιη, ενός συστήματος που δεν είναι μόνο εξαιρετικά άδικο αλλά και παράλογο. Στη σημερινή συγκυρία όμως οι αντικαπιταλιστικές δυνάμεις σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο είναι αδύνατες. Τα συνδικάτα συνεχώς συρρικνώνονται, τα νέα κοινωνικά κινήματα δεν έχουν ούτε γερές ρίζες ούτε σημαντικό δυναμισμό. Οσο για τις κινητοποιήσεις τύπου Σιάτλ, Γένοβας, «Αγανακτισμένων» κ.τ.λ., παρ’ όλες τις νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες έχουν εφήμερο χαρακτήρα.
Τελικά, είτε μας αρέσει είτε όχι, ο καπιταλισμός θα είναι μαζί μας για πολλά χρόνια ακόμα. Μέσα στα όρια που θέτει, υπάρχουν όμως πιθανότητες προοδευτικών εξελίξεων, όπως το πέρασμα από τον βάρβαρο νεοφιλελευθερισμό σε έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο.
Ο σοσιαλισμός σε μία μόνο χώρα
Με σοσιαλισμό εδώ δεν εννοώ τον όρο που συχνά χρησιμοποιούν μερικά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Αναφέρομαι σε έναν κοινωνικό σχηματισμό όπου τα κύρια μέσα παραγωγής δεν ελέγχονται κατά τον γνωστό καπιταλιστικό τρόπο, αλλά με συλλογικά όργανα όπως οι συνεταιρισμοί. Η ιδέα πως το πέρασμα από τον καπιταλιστικό σε έναν μετακαπιταλιστικό τρόπο παραγωγής σε μία μόνο χώρα χαρακτηρίζει κυρίως, αλλά όχι μόνο, κύκλους της άκρας Αριστεράς, και στη χώρα μας και πιο γενικά. Στο σημερινό νεοφιλελεύθερο παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο, ένα πλαίσιο όπου η αυτονομία του κράτους – έθνους έχει μειωθεί σημαντικά, η μόνη περίπτωση επιβίωσης μιας μη καπιταλιστικής οικονομίας είναι η πλήρης απομόνωση (π.χ. η περίπτωση της Βόρειας Κορέας). Παντού αλλού ο καπιταλισμός κυριαρχεί ή τείνει να κυριαρχήσει (π.χ. Κούβα).
Ο Τρότσκι πριν από πολλά χρόνια είχε σωστά τονίσει πως ο σοσιαλισμός / κομμουνισμός δεν είναι εφικτός σε μία μόνο χώρα. Το ίδιο ισχύει και σήμερα. Ούτε ο δημοκρατικός σοσιαλισμός της δραχμής όπως τον ονειρεύεται μέρος της Αριστεράς, ούτε ένας νέος «υπαρκτός σοσιαλισμός» στον οποίο στοχεύει το ΚΚΕ είναι εφικτοί στόχοι. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως κάθε προσπάθεια προοδευτικής αλλαγής εξαφανίζεται. Ηδη στη χρυσή εποχή της σοσιαλδημοκρατίας (1945-1975) παρατηρούμε όχι την κατάργηση του καπιταλισμού αλλά τον εξανθρωπισμό του. Για πρώτη φορά στην Ιστορία της νεωτερικότητας όχι μόνο αστικά και πολιτικά, αλλά και κοινωνικά δικαιώματα εξαπλώθηκαν προς τα λαϊκά στρώματα. Για πρώτη φορά παρατηρούμε τον συνδυασμό οικονομικής ανάπτυξης, αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και σχετικής κοινωνικής δικαιοσύνης. Με την άνοδο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης αυτός ο συνδυασμός καταργείται. Αλλά πολλά από τα επιτεύγματα της πρώιμης μεταπολεμικής σοσιαλδημοκρατίας επιβιώνουν. Το κράτος πρόνοιας, για παράδειγμα, όπως αυτό αναπτύχθηκε στην περίοδο 1945-1975, συρρικνώθηκε σε έναν βαθμό αλλά δεν εξαφανίστηκε. Ιδίως στις σκανδιναβικές χώρες, παρ’ όλη την επιρροή του νεοφιλελευθερισμού, η κρατική πρόνοια παρέχει σχεδόν σε όλον τον πληθυσμό έναν ανθρώπινο, αξιοπρεπή και δημοκρατικό τρόπο ζωής. Αρα ο πιο προφανής και εφικτός σκοπός της Αριστεράς σήμερα είναι ένας δεύτερος εξανθρωπισμός του καπιταλισμού.
Με άλλα λόγια, αν κανείς δεχθεί πως ο καπιταλισμός δεν καταρρέει στα χρόνια που έρχονται και πως θέτει όρια στο τι είναι δυνατόν και στο τι δεν είναι, μέσα σε αυτά τα όρια, ο στόχος της τωρινής Αριστεράς πρέπει να είναι ένας δεύτερος καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο. Δηλαδή η δημιουργία μιας σοσιαλδημοκρατίας που θα αποβάλλει τα νεοφιλελεύθερα στοιχεία που έχει σήμερα, ακολουθώντας νέες προοδευτικές στρατηγικές. Αρα, το πραγματικό δίλημμα για την Αριστερά σήμερα δεν είναι καπιταλισμός ή μετακαπιταλισμός, αλλά νεοφιλελεύθερος ή νεοσοσιαλδημοκρατικός καπιταλισμός. Βέβαια, η Αριστερά σιχαίνεται τον όρο σοσιαλδημοκρατία. Πιστεύει πως η «αληθινή» σοσιαλδημοκρατία πέθανε με την άνοδο του θατσερισμού. Η τωρινή σοσιαλδημοκρατία έχει ταυτιστεί με τον νεοφιλελευθερισμό. Το πρόβλημα όμως δεν είναι θέμα ορολογίας. Είναι το επιχείρημα πως μέσα στον σύγχρονο καπιταλισμό υπάρχουν δυνατότητες για μια προοδευτική αλλαγή του. Αν αυτό το ονομάσουμε νεοσοσιαλδημοκρατία ή κάτι άλλο είναι δευτερεύουσας σημασίας. Για παράδειγμα, αντί για νεοσοσιαλδημοκρατικό καπιταλισμό θα μπορούσαμε να μιλάμε για «καπιταλισμό όπου οι αγορές δεν κυριαρχούν απόλυτα αλλά ελέγχονται από το κράτος και την κοινωνία των πολιτών με σκοπό τον παραπέρα εκδημοκρατισμό της χώρας». Με άλλα λόγια, το πρόβλημα της ορολογίας είναι βασικό μόνο για αυτούς που πιστεύουν πως δεν υπάρχει χειρότερος και καλύτερος καπιταλισμός. Ο καπιταλισμός, κατά μονοδιάστατο τρόπο, είναι «κακός». Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Η μονοδιάστατη θεώρηση του καπιταλισμού
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός που βιώνουμε σήμερα έχει μια σειρά από βάρβαρα χαρακτηριστικά. Παράγει τεράστιο πλούτο που όμως κατανέμεται κατά τελείως απαράδεκτο τρόπο. Οι αρνητικές επιπτώσεις ενός τέτοιου συστήματος είναι γνωστές: φτώχεια, παρασιτισμός, περιθωριοποίηση μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού και μαζική ανεργία – ανεργία που δεν μειώνεται, ακόμη και με ραγδαία ανάπτυξη.
Υπάρχει όμως και μια άλλη, πιο θετική πλευρά του καπιταλισμού, μια πλευρά που η Αριστερά είτε αγνοεί είτε συστηματικά αποκρύπτει. Ανέφερα πιο πάνω τα επιτεύγματα της καπιταλιστικής σοσιαλδημοκρατίας στην πρώιμη μεταπολεμική περίοδο. Μια ακόμα πιο εκπληκτική επιτυχία τη βλέπουμε στον κινεζικό αυταρχικό καπιταλισμό. Το άνοιγμα της Κίνας στις παγκόσμιες αγορές στη δεκαετία του ’70 και η στόχευση στις εξαγωγές οδήγησαν τη χώρα σε εξαιρετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτό βέβαια οδήγησε σε τεράστιες ανισότητες – κυρίως στον αστικό χώρο. Συγχρόνως όμως οδήγησε στη ριζική μείωση της απόλυτης φτώχειας (από το 40% στο 20% περίπου). Αυτό σημαίνει πως περίπου μισό δισεκατομμύριο άτομα που ζούσαν στην πλήρη εξαθλίωση έχουν σήμερα μια υποφερτή διαβίωση. Σημαίνει επίσης πως για πρώτη φορά στην ιστορία της Κίνας, οι αγρότες δεν πεθαίνουν από πείνα σε περιόδους ξηρασίας. Σε ποιο άλλο κοινωνικό σύστημα έχουμε δει μια παρόμοια κοσμογονική αλλαγή σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα;
Συμπερασματικά, ένα σημαντικό κομμάτι της Αριστεράς σήμερα ακολουθεί στρατηγικές που βασίζονται σε φαντασιώσεις. Φαντασιώσεις όπως η ιδέα πως μετά την κρίση του 2008 η κατάρρευση του καπιταλισμού είναι προ των θυρών, πως είναι δυνατή η δημιουργία ενός μετακαπιταλιστικού / σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής σε μία μόνο χώρα, πως ο καπιταλισμός, ως απόλυτο κακό, οδηγεί πάντα σε αρνητικά, αντιλαϊκά αποτελέσματα.
Οι παραπάνω φαντασιώσεις όχι μόνο οδηγούν σε αδιέξοδα αλλά και λειτουργούν σαν παρωπίδες που εμποδίζουν την Αριστερά να δει τις προοδευτικές δυνατότητες που υπάρχουν μέσα στον καπιταλισμό. Για να το επαναλάβω, το ουσιαστικό δίλημμα για την Αριστερά σήμερα δεν είναι καπιταλισμός ή μετακαπιταλισμός. Είναι νεοφιλελεύθερος ή νεοσοσιαλδημοκρατικός καπιταλισμός. Ή, για να αποφύγουμε τον επίμαχο όρο νεοσοσιαλδημοκρατία, μπορούμε να πούμε καπιταλισμός όπου οι αγορές είναι απόλυτα κυρίαρχες ή καπιταλισμός όπου οι αγορές ελέγχονται κατά προοδευτικό τρόπο.