Οι Ευρωεκλογές του Μάιου του 2014 θα είναι ίσως οι σημαντικότερες στην ιστορία της Ε.Ε.
Και αυτό γιατί διεξάγονται μέσα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, ίσως της χειρότερης που έχει βιώσει η ευρωπαϊκή ήπειρος μετά τον πόλεμο, με το φάντασμα του ευρωσκεπτικισμού να πλανάται πάνω της έχοντας ως αποτέλεσμα την άνοδο λαϊκίστικων, ακροδεξιών κομμάτων με έντονες συντηρητικές αντιλήψεις.
Από την άλλη, οι εκλογές αποκτούν βαρύνουσα σημασία λόγω της αύξησης των εξουσιών του Ευρωκοινοβουλίου, οι οποίες απορρέουν από την συνθήκη της Λισαβόνας που του δίνει περισσότερη δύναμη από ποτέ άλλοτε να διαμορφώσει το μέλλον της Ευρώπης.
Έτσι, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετατρέπεται σε ισότιμο όργανο με το Συμβούλιο των Υπουργών όσον αφορά στη λήψη αποφάσεων.
Πάνω από 40 νέοι τομείς εμπίπτουν πλέον στο πεδίο της διαδικασίας της «συναπόφασης» όπως η ενεργειακή ασφάλεια, η δικαιοσύνη, η υγεία, η γεωργία και τα διαρθρωτικά ταμεία.
Επίσης το Κοινοβούλιο αποφασίζει πια για το σύνολο του προϋπολογισμού της Ε.Ε. από κοινού με το Συμβούλιο.
Η σημαντικότερη δε αλλαγή είναι ότι το Κοινοβούλιο εκλέγει πλέον τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο οποίος εξαρτάται έτσι από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών.
Αυτό πολύ απλά σημαίνει ότι ο υποψήφιος της πολιτικής ομάδας που θα επικρατήσει στις εκλογές θα είναι κατά πάσα πιθανότητα και ο επόμενος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το μέλλον των χωρών και των λαών που απαρτίζουν αυτό που ονομάζουμε Ε.Ε.
Συνεπώς οι επικείμενες εκλογές δεν θα πρέπει να θεωρούνται κατώτερης σημασίας από τις Εθνικές διότι δεν είναι.
Ούτε, φυσικά, πρέπει να εκλαμβάνονται ως ευκαιρία ψήφου διαμαρτυρίας, γιατί τα αποτελέσματα τους θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητα μας και στην αλλαγή παραδείγματος που τόσο έχει ανάγκη η Ευρώπη εάν θέλει να προχωρήσει.
Σε χώρες του Νότου όπως η Ελλάδα, που ασφυκτιούν κάτω από την πίεση της Τρόικας και των δημοσιονομικών μέτρων, των περικοπών στους μισθούς και στις συντάξεις, η ανάγκη για μια ισομερή ανάπτυξη που να αφορά το σύνολο της Ευρώπης δίχως διαχωρισμούς μεταξύ χωρών πρώτης και δεύτερης κατηγορίας καθίσταται πιο επιτακτική από ποτέ.
Οι μέχρι τώρα δημοσκοπήσεις δείχνουν την άνοδο και επικράτηση των Ευρωπαίων δημοκρατών και Σοσιαλιστών, πράγμα εξαιρετικά ελπιδοφόρο διότι οι σοσιαλδημοκράτες κατεβαίνουν με συγκεκριμένη ατζέντα και με στόχο την ανατροπή της υπάρχουσας συντηρητικής λογικής που δεν δίνει καμία προοπτική και συνθλιβεί τις χώρες της περιφέρειας χωρίς να αφήνει αλώβητες και πιο ισχυρές οικονομικά χώρες όπως η Γαλλία που μόλις πριν λίγες μέρες μπήκε σε καθεστώς επιτήρησης.
Οι πολίτες με τη ψήφο τους μπορούν να γυρίσουν την πλάτη σε οικονομικούς εθνικισμούς και στους ευρω-σκεπτικιστές. Μπορούν να βοηθήσουν ώστε η ανάδειξη σε πρώτη δύναμη των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών να οδηγήσει σε αυτό που ο Μάρτιν Σουλτς αλλά και ο Μάσιμο ντ΄ Αλέμα υποστηρίζουν , ότι δηλαδή η λιτότητα δεν αποτελεί μονόδρομο και κάποια στιγμή πρέπει να τελειώσει.
Η ομάδα που εκπροσωπεί το κόμμα του κυρίου Τσίπρα στη Ευρώπη είναι ξεκάθαρο πως δεν είναι ικανή να δώσει τη λύση.
Η τελευταία δημοσκόπηση έδειξε ότι οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες θα κερδίσουν μέχρι και το 29.4% των εδρών της επόμενης Ευρωβουλής με 221 έδρες, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα προβλέπεται να έχει μείωση στα ποσοστά του και θα πέσει στο 26.9% ενώ τα η ομάδα που εκπροσωπεί το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν αναμένεται να εκλέξει πάνω από 56 εκπροσώπους.
Πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει καμία δυναμική για να αλλάξει και να ανατρέψει την τρέχουσα συντηρητική ατζέντα της Ευρώπης.
Τουναντίον οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες μπορούν.
Με αυτήν την έννοια οι πολίτες στη χώρα μας παρά τα όποια προβλήματα που καθημερινά βιώνουν και αντιμετωπίζουν θα πρέπει να σκεφτούν ψύχραιμα και να επιλέξουν αυτό το κόμμα που πράγματι μπορεί να διαπραγματευθεί και να αλλάξει τις πολιτικές και οικονομικές προτεραιότητες στην Ευρώπη.
Γιατί αυτές οι Ευρωεκλογές είναι ίσως σημαντικότερες και από τις Εθνικές.
Γιατί από το αποτέλεσμα τους θα κριθεί το μέλλον του Νότου, το μέλλον της Ελλάδας, το μέλλον όλων μας.