Ο εθνικισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των πολιτικών απατεώνων έλεγε ο Βρετανός Σάμιουελ Τζόνσον. Το βέβαιο είναι ότι το δηλητήριό του είναι ισχυρό. Μολύνει εύκολα τους διάφορους κομματικούς βιότοπους. Συστατικά του στοιχεία αποτελούν η εχθροπάθεια, η μισαλλοδοξία, η πατριδοκαπηλία, η ξενοφοβία.
Στην Ελλάδα ενισχύθηκε με την επικράτηση του ανορθολογισμού στα χρόνια της κρίσης. Οι εκφραστές του απέκτησαν λόγο, ρόλο και επιρροή. Έκαναν καριέρες. Το εγχώριο κομματικό σύστημα έβριθε και βρίθει από αντιλήψεις που εδράζονται σε ένα πλέγμα εθνοκεντρισμού και λαϊκισμού. Αρκετοί εκπρόσωποί του -δεξιόστροφοι ή αριστερόστροφο- επιλέγουν ρητορική μίσους και εχθρότητας. Κινδυνολογούν ασύστολα. Ξιφουλκούν εναντίον υπαρκτών και ανύπαρκτων αντιπάλων. Υποδαυλίζουν τα άγρια ένστικτα των πολιτών. Διακινούν θεωρίες συνωμοσίας. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι βρίσκουν ανταπόκριση σε ευρύτερα τμήματα της κοινής γνώμης. Όπως έδειξε πρόσφατη έρευνα της ΔιαΝέοσις, ακόμη και σήμερα ένα ποσοστό περίπου 30% πιστεύει πως μας ψεκάζουν!
Οι ποικιλώνυμοι λαϊκιστές, επενδύοντας στον φόβο καλλιεργούν φαντασιώσεις. Αναπαράγουν εθνικούς μύθους. Παίζουν επικίνδυνα παιχνίδια με τα ευαίσθητα θέματα της εξωτερικής πολιτικής, προτάσσοντας προσωπικές επιδιώξεις. Τα ελληνοτουρκικά ήταν και παραμένουν το πλέον πρόσφορο πεδίο. Η αναζωπύρωση κατά καιρούς της τουρκικής επιθετικότητας αξιοποιείται για την επίδειξη τυχοδιωκτικών λεονταρισμών.
Ο κυβερνητικός εταίρος Πάνος Καμμένος είναι η χαρακτηριστικότερη περίπτωση. Πλειοδοτώντας στην αντιπαλότητα, πασχίζει να αποκτήσει πολιτικό ακροατήριο. Παγιδευμένος στις ανερμάτιστες επιλογές του, βιώνει πολλαπλά αδιέξοδα. Διαπιστώνοντας την καθίζησή του στο εκλογικό σώμα, καταφεύγει σε ανεύθυνους και επιπόλαιους παλικαρισμούς.
Τη μια στιγμή με περισσή ελαφρότητα ανακηρύσσει αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) για το Καστελόριζο. Την άλλη εξαπολύει μύδρους εναντίον της Τουρκίας για εσωτερική κατανάλωση. Οι μεγαλοστομίες, η στομφώδης ρητορεία του φορτίζουν περαιτέρω τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αφυπνίζουν ψυχώσεις. Εμφανίζουν την Ελλάδα να χάνει την ψυχραιμία της.
Αναμφίβολα, οι διαφορές με την Τουρκία είναι υπαρκτές. Δεν αντιμετωπίζονται με την εκτόξευση απειλών. Ούτε με εθνικιστικές εξάρσεις. Αντιθέτως, χρειάζεται ένα συνεκτικό σχέδιο για την αποκλιμάκωση της έντασης και πρωτίστως η σύνδεση των ελληνοτουρκικών σχέσεων με τις ευρωτουρκικές. Η Συμφωνία του Ελσίνκι, το 1999, δείχνει τον δρόμο που μπορούμε να ακολουθήσουμε. Τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα δεν ακυρώνουν τη σημασία και την αναγκαιότητα μιας προσέγγισης που θα εδράζεται στη φιλοσοφία του κεκτημένου που είχε πετύχει η χώρα μας. Αναμφισβήτητα απαιτείται προσαρμογή στα σημερινά δεδομένα. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ουσιαστικότερους αναπροσανατολισμούς στην εξωτερική μας πολιτική.
Η παράταιρη συμπεριφορά του αρχηγού των ΑΝΕΛ δεν συνάδει με ευρωπαϊκή χώρα. Το παράδοξο είναι ότι ο ίδιος αυτοαναγορεύτηκε σε υπουργό Εξωτερικών, ενώ ο πρωθυπουργός παρακολουθεί αμήχανος την παντελή αυτονόμησή του. Ωστόσο, η πρακτική του Πάνου Καμμένου δεν είναι καινούργια. Αποτελεί συνέχεια του τρόπου που πολιτεύεται όλα αυτά τα χρόνια. Ο καταγγελτικός του λόγος παραπέμπει στον ακραίο και επικίνδυνο εθνικισμό. Οι έξαλλες φωνές, η εχθροπάθεια, οι υπερπατριωτικές του κορώνες, υπαγορεύονται από την προσπάθειά του να επιβιώσει πολιτικά.
Οι λογικές στρατοπέδου εξυπηρετούν τους εξτρεμιστές του λαϊκισμού. Εκθέτουν όμως τη χώρα σε ανυπολόγιστούς κινδύνους