Σιωπή και δέος κυριαρχούν στη δική μας αριστερά ή Κεντροαριστερά όταν οι της κυβέρνησης της «αριστεράς» (που υπουργοποίησαν στο ΥΠΕΠΘ το Ζουράρη!) επανέρχονται (;) στο δρόμο της ιδεολογίας και της λογικής, παίρνουν θέσεις έναντι του εθνικισμού (!). Αυτοί, ανεύθυνοι πρόσφατα, όμως κάποτε μη βλαβεροί. Ιδού: προχωρούν τις διαπραγματεύσεις με την π.γ.δ. της Μακεδονίας. Να ένα αγκάθι που θα απομακρύνουν από τα άκρα του ελληνικού παραλογισμού.
Σκέψεις που μας συμφέρουν και προετοιμάζουν τη συγχώρεση: αποενοχοποιείται η πικρή πραγματικότητα, δηλαδή ότι για χρόνια πορευθήκαμε στο ίδιο κόμμα μαζί τους. Ανακουφιζόμαστε και αναθαρρεύουμε απεκδυόμενοι των τρομερών ευθυνών μας.
Για άλλη μια φορά προσφερόμαστε στη φενάκη. Η κυβέρνηση στις συνομιλίες με τη μακεδονική κυβέρνηση δεν κάνει άλλο παρά μεταμορφώνει τον εθνικισμό, τον στερεώνει ευρύτερα στην ελληνική κοινωνία και προς το παρόν τουλάχιστον προδιαγράφει τη μηδενική επίλυση. Δύο τα μεγάλα όπλα της ύπνωσής μας, αμφότερα φληναφήματα ψευτοπαλληκαράδων: το «συνταγματικό» και η φοβερή απαίτηση για αποκλειστική και για όλες τις χρήσεις (erga omnes) ονομασία της μακεδονικής χώρας.
Ας εξηγήσει κάποιος νοήμων και καλοπροαίρετος πού είναι «αλυτρωτικό» το μακεδονικό σύνταγμα και πού το ελληνικό δεν είναι. Η απαίτηση για αλλαγές σε ανύποπτα σημεία αποσκοπεί στο να περιπαίξει τη μακεδονική κυβέρνηση και το λαό της από κοινού με την ελληνική κοινή γνώμη, που για άλλη μια φορά πείθεται στο ψέμα. Κι όλα αυτά όταν η όποια αναθεώρηση διατάξεων του συντάγματος δεν θα σήμαινε απλή κυβερνητική απόφαση αλλά συναίνεση ευρεία στο μακεδονικό κοινοβούλιο.
Κι άλλη απορία: πώς γίνεται να επιτευχθεί ποτέ συμφωνία για αποκλειστική και μοναδική ονομασία ενός λαού και μιας χώρας, ζήτημα που παρασάγγας απέχει από το ζήτημα ως όφειλε να έχει, δηλαδή την επίσημη ονομασία της χώρας, την εξωτερική αναφορά, η οποία θα είναι αποδεκτή στο μακεδονικό λαό (εξίσου σεβαστή επίσης στον ελληνικό) κι ας μην την έχει επιλέξει εξαρχής αυτόνομα. Αυτός είναι ο συμβιβασμός, που εκκρεμεί μεταξύ Ελλάδας και π.γ.δ. της Μακεδονίας, όχι τα εκ του πονηρού υπόλοιπα.
Καμιά Ελλάδα, αριστερή, δεξιά, εθνικόφρων ή μη, δεν κερδίζει συμπεριφερόμενη ως αρμοστής του μακεδονικού λαού (ας θυμηθούμε το νταηλίκι του Καραμανλή τότε στο ΝΑΤΟ, που ντρόπιασε την Ελλάδα με την καταδίκη της στη Χάγη). Αν συνιστά αντιεθνικιστική συμπεριφορά, τότε η παραπλάνηση της ελληνικής κοινωνίας και η κακοποίηση της ορολογίας (βλ. γκεμπελισμός) έχει προχωρήσει πολύ ως ένα ακόμη επίτευγμα των πρώην συντρόφων, η οποίοι επίμονα πάσχουν να αναβαπτιστούν παρουσιάζοντας το στερεότυπο καλού και κακού κυβερνητικού συνεργάτη («καλοί», αυτοί. «Κακός», ο Καμμένος). Μόλις ξεφορτωθούν τους Αν.Ελλ ανεμπόδιστα θα διαπρέψουν εκπληρώνοντας το ιδεολογικό χρέος τους!
Η συνείδησή μου εξεγείρεται, όταν σε αυτούς (όλους τους) τους «καλοκακούς», που ρίχνουν λάδι στο Αιγαίο, παραβιάζουν όσα υποτίθεται προασπίζονται, διοχετεύουν στην ελληνική κοινωνία σενάρια προληπτικού επιθετικού πλήγματος, στήνουν σημαίες, παραβαίνουν πρώτοι ή περήφανοι την καλή γειτονία, αφήνουν υποψίες για χρήση του ελληνικού στρατού στο προσφυγικό, συνεδριάζουν με τους χρυσαυγίτες, αναιρούν την επίσημη διπλωματική ορολογία και είναι σε όλα προκλητικοί αποδίδεται λογική και υπευθυνότητα στη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής.
Η κηλίδα που αφήνουν στην ελληνική κοινωνία οι κυβερνητικοί του μέλανα ομίλου είναι ανεξίτηλη. Αναβαπτίζουν τον εθνολαϊκισμό και θέτουν σε νέες βάσεις την ξενηλασία, η οποία και επικρατεί ως εθνικό μας ιδεολόγημα. Οι συναινούντες και ενθουσιασμένοι με την κυβερνητική στάση στο θέμα της ονομασίας της π.γ.δ. της Μακεδονίας ας αντιληφθούν ότι στο όνομα της αυτοκατάφασής τους κατακρεουργούν τα δημοκρατικά φρονήματα και πριν από όλα προσβάλλουν τον εαυτό τους (ή την «ιστορία» τους).