Οι ερωτήσεις, ως αντίδοτο στο δηλητήριο της προπαγάνδας?

Κώστας Κούρκουλος 19 Ιουν 2019

Εκείνο που τρελαίνει και κάνει αλλόφρονες τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ στις δημόσιες εμφανίσεις τους, είναι οι ερωτήσεις. Όταν βεβαίως δεν είναι κατά παραγγελίαν.

Διότι οι ερωτήσεις, όταν είναι πραγματικές – και όχι τύπου ΕΡΤ – είναι σαν το χιούμορ: Αποκαλύπτουν την εξουσία και αποκαθηλώνουν την απατηλή κατασκευή και της πιο κυνικής της προπαγάνδας.

Δεν είναι τυχαίο ότι θεμελιώδες κριτήριο για την κατάργηση της δημοκρατίας και την είσοδο στο τέρας του ολοκληρωτισμού, είναι η απαγόρευση των ερωτήσεων: «Εδώ δεν υπάρχουν ερωτήσεις«, άκουσε κοφτά ο  Primo Levi, την πρώτη του κιόλας μέρα στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Η απερχόμενη εξουσία των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ασκεί την πολιτική, αποκλειστικά ως προπαγάνδα. Που πάει να πει ότι γι’ αυτούς δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα. Δεν υπάρχει καν αλήθεια και ψέμα. Όλες οι διακρίσεις των αντιθέτων έχουν αντικατασταθεί από την διάκριση ανάμεσα σ’ αυτό που συμφέρει και σ’ αυτό που δεν συμφέρει στην εξουσία. Όπως συμβαίνει πάντοτε στην προπαγάνδα.

Το παρανοϊκό όμως αυτό στοιχείο της προπαγάνδας, κινδυνεύει να αποκαλυφθεί μπροστά στις ερωτήσεις. Γι’ αυτό ακριβώς, πριν καν αναλάβουν την κυβέρνηση, κήρυξαν προληπτικό πόλεμο στις ερωτήσεις.

Έτσι, όποιος δημοσιογράφος τολμούσε να τους ρωτήσει οτιδήποτε ανεπιθύμητο, μετατρεπόταν αμέσως σε εχθρό, με όλες τις συνέπειες της ιδιότητας του «εχθρού».

Και όταν ανέλαβαν την κυβέρνηση, προκειμένου να πάλι να προστατευτεί η – κυβερνητική πλέον – προπαγάνδα, έκλεισαν το πιο ενοχλητικό τηλεοπτικό κανάλι. Και έκτοτε, δεν δίσταζαν να θέτουν σε «εμπάργκο», όποιο άλλο τολμούσε να τους υποβάλει ανεπιθύμητες ερωτήσεις.

Την «θεσμική» προστασία του παρανοϊκού κόσμου της προπαγάνδας, συμπληρώνει η στάση τους και ως κυβερνητικών στελεχών, στον δημόσιο διάλογο. Όπου, με θορυβώδη αγένεια και επιθετικότητα, παραληρούν υστερικά στα τηλεοπτικά κανάλια,  απέναντι σε κάθε ανεπιθύμητη ερώτηση.

Ο μόνος λοιπόν τρόπος για την συλλογική άμυνα απέναντι στην προπαγανδιστική απάτη, είναι το μην παραιτηθούμε, αλλά να θέσουμε τις ερωτήσεις. Τα παραδείγματα φωτίζουν την πραγματικότητα:

Υποσχέθηκε ο κ. Tσίπρας 500.000 θέσεις εργασίας, σε περίπτωση που ξαναεκλεγεί. Γνωρίζουν όμως όλοι ότι θέσεις εργασίας δεν δημιουργούνται με επικλήσεις αριθμών «στον βρόντο», αλλά μόνον με επενδύσεις.

Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, αν οι δημοσιογράφοι, στους οποίους συνεντευξιάζεται, δεν συμμορφώνονταν, σαν υπάλληλοι, με την απαγόρευση των δυσάρεστων ερωτήσεων, αλλά ρωτούσαν τα αυτονόητα, όπως:

– Έχετε απειλήσει ρητά ότι όποιος επενδύσει στην Ελλάδα, θα χάσει τα λεφτά του και θα κινδυνεύσει να πάει φυλακή.  Σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι αυτή η απειλή σας, βοήθησε ή θα βοηθήσει στην δημιουργία θέσεων εργασίας;

– Συνεπείς με τις καταγγελίες σας, πετύχατε να μην πραγματοποιηθεί η επένδυση στο Ελληνικό. Σε ποιο βαθμό η επιτυχία σας αυτή, βοηθάει στην δημιουργία θέσεων εργασίας;

– Με τους χειρισμούς σας πετύχατε να χάσει η χώρα άνω των 20 δις, μόνον από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Σε ποιο βαθμό η απώλεια αυτής της δημόσιας περιουσίας, βοηθάει στην οικονομική ανάπτυξη και στην δημιουργία θέσεων εργασίας;

– Γνωρίζουμε όλοι ότι η αφαίρεση χρημάτων από την αγορά προκαλεί ύφεση και ανεργία. Σε ποιο βαθμό η αφαίρεση της ρευστότητας μέσω της υπερφορολόγησης στην οποία επιδοθήκατε, βοηθάει στην δημιουργία θέσεων εργασίας;

– Τι είναι αυτό που σας έκανε να μετονομάσετε στο αντίθετό του – δηλαδή «έξοδο από τα μνημόνια» – την εκ μέρους σας σύναψη και πλήρη εφαρμογή του 3ου μνημονίου μέχρι τέλους; Και σε τι βοηθούν στην οικονομία της χώρας, οι ευφημισμοί και τα ψευδώνυμα που συσκοτίζουν την πραγματικότητα;

Καταγγέλλατε εξ αρχής, ότι την κρίση την έφεραν τα μνημόνια. Μας διαβεβαιώνατε δηλαδή ότι ήταν ψέμα πως υπήρχε κρίση πριν τα μνημόνια. Ακόμη και στις  4-8-2016, όταν είχατε στα χέρια σας όλα τα δεδομένα, καταγγέλλατε από την «ΑΥΓΗ» τα στελέχη της ΕΛΣΤΑΤ ότι «…εξαπάτησαν τη χώρα και τους Έλληνες με ψεύτικα στοιχεία, συμπράττοντας με ξένα συμφέροντα….», επειδή δεν έκρυψαν ότι η χώρα είχε σοβαρά ελλείμματα.

– Ποια ήταν τα «ψεύτικα στοιχεία», με τα οποία τα στελέχη της ΕΛΣΤΑΤ «εξαπάτησαν τους Έλληνες»;

– Ποιά είναι τα «ξένα συμφέροντα» με τα οποία, ως προδότες προφανώς, συνεργάστηκαν;

– Με δεδομένο ότι τότε τα στελέχη της ΕΛΣΤΑΤ ήταν κατηγορούμενοι γι’ αυτό που τους αποδίδατε, τι ήταν εκείνο που σας έκανε να παρεμβαίνετε σε μία εκκρεμή ποινική διαδικασία, εναντίον των κατηγορουμένων; Ποια δεδομένα της δικογραφίας γνωρίζατε, που σας επέτρεπαν να διατυπώνετε τόσο καταστροφικές κρίσεις εναντίον συμπολιτών μας, που αποδείχτηκαν αθώοι;

– Ζητήσατε συγγνώμη, έστω μετά την αμετάκλητη απαλλαγή τους, από αυτούς που τόσο άδικα συκοφαντήσατε; Ή θεωρείτε ότι μπροστά στους σκοπούς της εξουσίας σας, οι άνθρωποι δεν έχουν καμία σημασία, οπότε μπορείτε να τους χρησιμοποιείτε σαν αναλώσιμα της προπαγάνδας σας;

Και επειδή κάποιους ενδιαφέρει και ο χώρος της εκπαίδευσης, ας μην παραλείψουν οι δημοσιογράφοι, μία και μόνη ερώτηση:

– Τι είναι αυτό που σας κάνει να θεωρείτε ότι τα παιδιά «των πολλών» που φοιτούν σε δημόσια σχολεία είναι δεύτερης κατηγορίας, ώστε να έχουν δασκάλους και καθηγητές χωρίς αξιολόγηση; Ενώ αντίθετα, το προνόμιο της αξιολόγησης των δασκάλων τους πρέπει να το έχουν μόνον τα παιδιά των λίγων, που διαθέτουν την δυνατότητα να φοιτήσουν σε ιδιωτικά σχολεία;

Και οι «ασεβείς» προς την εξουσία ερωτήσεις, μπορούν να συνεχιστούν χωρίς τέλος. Ως το πιο αποτελεσματικό αντίδοτο, στο δηλητήριο της κυβερνητικής προπαγάνδας!