Οι επιθέσεις και οι εντυπώσεις

Προκόπης Δούκας 13 Ιουν 2013

Στην προσπάθειά μου να υπερασπιστώ την ΕΡΤ, δέχομαι επιθέσεις από δύο (κυρίως) πλευρές. Η μία προέρχεται από τα αριστερά – και κατηγορεί κάποιους εργαζομένους σαν και μένα, με πολιτικές απόψεις που δεν είναι αρεστές, ότι… «Τώρα θυμηθήκαμε τους άλλους εργαζομένους και μέχρι τώρα ήμαστε μνημονιακοί» και ότι στην ουσία δεν υιοθετούμε μια αντίληψη που λέει ότι για όλα φταίει το μνημόνιο, η τρικομματική, η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο καπιταλισμός. Γι’ αυτές τις αντιλήψεις, το κλείσιμο της ΕΡΤ είναι ευκαιρία για γενικό ξεσηκωμό, ώστε να πέσει η κυβέρνηση. Το ερώτημα βεβαίως είναι, ποια Βουλή (και ποια κυβέρνηση) θα σχηματιστεί αν γίνουν εκλογές – και κατά πόσον θα είναι ακόμα χειρότερη από τις προηγούμενες, όπως σταθερά αναδεικνύει το εκλογικό σώμα, από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου και μετά.

.

Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται όσοι επιθυμούν να υπάρχουν απλώς δύο στρατόπεδα, αυτά των «μνημονιακών» και των «αντιμνημονιακών», είναι ότι ο κάθε δημοσιογράφος έχει (και οφείλει να έχει) τη δική του προσωπική οπτική, που δεν «ομογενοποιείται» επειδή διαμαρτυρόμαστε όλοι για το «μαύρο» στην ΕΡΤ. Αυτονόητα πράγματα, αλλά να που τα συζητάμε, όταν αυτοί που κόπτονται για την ελευθερία του τύπου και τη «φίμωση» της ΕΡΤ, όχι μόνο δεν αντιλαμβάνονται την άλλη άποψη, αλλά θέλουν και (φανατικά πολλές φορές) να τη βρίσουν ή να την εξοβελίσουν.

.

Προσωπικά, δεν μίλησα ποτέ και δεν θέλω να μιλάω και να κάνω κατάχρηση όρων όπως «φασισμός» και «χούντα» – κατάχρηση που καταδικάζω σταθερά. Η κυβέρνηση είναι δημοκρατικά εκλεγμένη και κοινοβουλευτικά σχηματισμένη, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα. Το αν ακολουθεί (ολόκληρη ή ένα μέρος της) αυταρχικές πρακτικές, που μπορεί να θυμίζουν τον (επίσης εκλεγμένο, με μεγάλη πλειοψηφία μάλιστα, γείτονα Ερντογάν), αυτό είναι άλλη υπόθεση. Πίσω από θεωρίες συνωμοσίας περί εντολών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κρύβεται περισσότερο μια σκληρή δεξιά αντίληψη περί αποτελεσματικότητας – και μια νεοελληνική προχειρότητα, τσαπατσουλιά και τριτοκοσμική αίσθηση του ρίσκου, που βάζει (πάντα) πάνω από το καλό της χώρας, το μικροκομματικό όφελος. Αυτό αποδεικνύεται και από το μέγεθος των αντιδράσεων και των αλγεινών εντυπώσεων που δημιουργήθηκαν στην ευρωπαϊκή σφαίρα, με τα περισσότερα μέσα του δυτικού κόσμου (ακόμα και των ΗΠΑ) να εστιάζουν στο κλείσιμο της ΕΡΤ, (εδώ και εδώ) στην ιεράρχηση των ειδήσεών τους.

.

Το κυρίαρχο ζήτημα λοιπόν, δεν είναι τόσο οι 2600 εργαζόμενοι της ΕΡΤ που απολύθηκαν, στη σειρά των χιλιάδων άλλων απολύσεων σε αυτή τη χώρα τα τελευταία τρία χρόνια – ούτε η «επανάσταση» και η «ανατροπή». Είναι το ίδιο το κλείσιμο τόσων συχνοτήτων, η εκχώρηση της ακροαματικότητας και της θεαματικότητας που συγκέντρωναν στον ανταγωνισμό – και η αβεβαιότητα (σε βαθμό σοβαρής δυσπιστίας) αν μια κυβέρνηση που χειρίζεται έτσι τα πράγματα, είναι σε θέση να δημιουργήσει μια νέα δημόσια τηλεόραση, χωρίς τα φαινόμενα σπατάλης και διαφθοράς τα οποία η ίδια ενίσχυσε σε σκανδαλώδη βαθμό, τον τελευταίο χρόνο.

.

Το γεγονός μάλιστα ότι επέλεξε να την λοιδορήσει (ωσάν να μην είχε την απόλυτη ευθύνη της με την τοποθέτηση των διοικήσεων), ώστε να δικαιολογήσει την απόφασή της, είναι ενδεικτική του κουτοπόνηρου χειρισμού των πραγμάτων. Και σε αυτό το ζήτημα πρέπει να βρούμε τον κοινό τόπο – και να συγκεράσουμε απόψεις, ανεξαρτήτως πολιτικής θεώρησης, ώστε να αναδειχθεί η προχειρότητα. Δεν είναι λοιπόν το ίδιο το κλείσιμο της ΕΡΤ, με την κριτική για την πιθανότητα να κάνουν οι καθηγητές απεργία μέσα στις εξετάσεις, ή τα αιτήματα των εργαζομένων στο Μετρό. Όσοι θέλουν να τα εντάσσουν υποχρεωτικά σε ένα «τσουβάλι», δεν επιτρέπουν στην άλλη άποψη να υπάρχει, παρά μόνο αν διαλέγει στρατόπεδα.

.

Η άλλη πλευρά τής (πολλές φορές πολύ επιθετικής) κριτικής, έρχεται εκ δεξιών, από τον φιλελεύθερο χώρο. Εκεί υπάρχει χρόνια μια αντίληψη, εμποτισμένη πολλές φορές με φανατισμό, ότι είναι απαράδεκτο να πληρώνει κανείς υπηρεσίες σαν της ΕΡΤ, ότι δεν πρέπει να υπάρχει «κρατικό υπουργείο ποιότητας», ότι η αγορά πρέπει να διαμορφώνεται ελεύθερα, σύμφωνα με τις ανάγκες. Η αντίληψη αυτή βεβαίως προσπαθεί συχνά να υποβαθμίσει την ανάγκη και τις επιτυχίες μιας δημόσιας τηλεόρασης (όσο κι αν πάσχει), δυσφημίζοντας ένα περιοδικό με τιράζ 20 χιλιάδων ως «μη έχον αναγνώστες», ή ισχυριζόμενη ότι οι ακροαματικότητες και οι θεαματικότητες είναι μηδενικές, ξεχνώντας τις τηλεθεάσεις που πέτυχε η ΕΡΤ όταν κάλυψε μεγάλα γεγονότα όπως ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία ή το Ιράκ – και πιο πρόσφατα, όταν αφέθηκε να λειτουργήσει ελεύθερη, στη διάρκεια της τρίμηνης προεκλογικής περιόδου, επιδόσεις που κορυφώθηκαν με την πρωτιά της στην εκλογική βραδιά, πρώτη φορά στα χρονικά.

.

Η επιχειρηματολογία εδώ, που ξεχνάει ηθελημένα ότι το επίπεδο του δημόσιου λόγου και της πολιτικής ζωής καθορίζεται απολύτως από το «αντίβαρο» που προσφέρει μια δημόσια τηλεόραση, εστιάζει σε δύο βασικά σημεία: Πρώτον, ότι η ΕΡΤ δεν μπόρεσε ποτέ να αποφύγει τις παρεμβάσεις, κυρίως της εκάστοτε κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να εγκαλείται για «προπαγάνδα» (που βεβαίως υπάρχει καλυμμένη και σε πολύ χειρότερη μορφή, σε πολλά ιδιωτικά μέσα) – ως εκ τούτου, ας μην υπάρχει. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, αντί να επιδιώκεται η βελτίωση ενός παθογενούς τομέα (όπως είναι και όλο το δημόσιο, σε αυτή την περίπτωση), επιδιώκεται η κατάργησή του. Η άποψη αυτή ξεχνάει επίσης ότι παρά τις παρεμβάσεις, η ΕΡΤ προσφέρει πολυφωνία, που κανένα άλλο μέσο δεν έχει πετύχει, ούτε στα όνειρά του.

.

Το δεύτερο είναι ότι η διαφθορά και η σπατάλη ενδημεί – και μάλιστα ουδέποτε καταγγέλθηκε από τους εργαζομένους, ως όφειλαν. Το τελευταίο δεν είναι αληθές, σε αντίθεση με το πρώτο. Είναι τόσες πολλές οι παρατυπίες και τα σκάνδαλα που έχουν συμβεί (και καταγγελθεί από τους εργαζόμενους), που χάνει κανείς τον λογαριασμό. Και τα δύο επιχειρήματα (προπαγάνδα και σπατάλη) δείχνουν ακριβώς ότι είναι απαραίτητο, περισσότερο από ποτέ, να υπάρξει νομοθετικό σχήμα που θα εξασφαλίζει την ανεξαρτησία της ΕΡΤ και των δημοσιογράφων της, που όπως φαντάζεστε, να είναι εύκολο να αντικρούσουν τον έλεγχο και τις προσπάθειες συγκάλυψης. Δηλαδή, επειδή δεν πετύχαμε ποτέ τη σωστή διαφάνεια και μηχανογράφηση στο δημόσιο, θα το κλείσουμε, αντί να προσπαθούμε να το βελτιώσουμε;

.

Το επιχείρημα αυτό επεκτείνεται στο ακόλουθο: «Αφού κάναμε τόσες προσπάθειες να την εξυγιάνουμε και συναντήσαμε λυσσαλέα αντίδραση, μόνο με ριζικές λύσεις μπορεί να γίνει κάτι». Πράγματι, οι κατά καιρούς αντιδράσεις συνδικαλιστικών ηγεσιών ήταν απαράδεκτες και οπισθοδρομικές. Σε αυτές όμως, προσθέστε αυτές της ίδιας πολιτικής δύναμης και του βαθέος κομματικού της κράτους, που τώρα λοιδορεί την ΕΡΤ (για παράδειγμα, πρόσφατα στο σχέδιο Μόσιαλου). Η χθεσινή, ελαφρώς «μάγκικη» παρουσία του πρωθυπουργού, που προσπάθησε να αντιστρέψει την πραγματικότητα αποκαλύπτοντας και την προσωπική του πικρία, ότι «Όποτε υπήρχε κάτι αισιόδοξο, η συντεχνία απεργούσε», δείχνει πώς αντιλαμβάνεται τη λειτουργία των ΜΜΕ απέναντι στην επικοινωνιακή πολιτική κάθε κυβέρνησης.

.

Αν λοιπόν υπήρχαν στοιχειωδώς, προετοιμασία, επαγγελματισμός και πολιτική ευσυνειδησία (και οι προθέσεις ήταν ειλικρινείς), η κυβέρνηση θα παρουσίαζε και θα νομοθετούσε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο εξυγίανσης της ΕΡΤ (που κακώς δεν είχαμε ήδη εκπονήσει μόνοι μας οι εργαζόμενοι, ζητώντας αξιολόγηση και αξιοκρατία). Θα το παρέδιδε στην κρίση του ελληνικού λαού – και ας ήταν οι αντιδράσεις των συνδικαλιστών παράλογες και καταχρηστικές. Στο κάτω-κάτω, ας την «έκλειναν» οι εργαζόμενοι την ΕΡΤ με απεργίες, θα ήταν δικό τους σφάλμα.

.

Αντιθέτως, αυτό που διαφαίνεται πια καθαρά, είναι ότι ο σκοπός είναι ευρύτερος: Εκτός από την αποφυγή της «μέγγενης» για τουλάχιστον 2000 απολύσεις, το μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα εκβιάζει και τζογάρει με τις εκλογές, που ούτως ή άλλως επιθυμεί, πριν αναγκαστεί να πάρει και άλλα επώδυνα μέτρα – και πριν από την ελληνική προεδρία, το πρώτο εξάμηνο του 2014: «Αν θέλετε ρίξτε με – και πάμε σε εκλογές. Εσείς θα χάσετε παταγωδώς, εγώ ελπίζω να βγω ενισχυμένος και η Χρυσή Αυγή καραδοκεί».

.

Η μεθόδευση μάλιστα είναι άκρως «αποτελεσματική»: Η κατάργηση της ΕΡΤ έγινε με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που υπέγραψαν μόνο οι νεοδημοκράτες υπουργοί. Η δημιουργία της Νέας ΕΡΤ θα γίνει με την ψήφιση νομοσχεδίου, που αν δεν στηρίξουν οι κυβερνητικοί εταίροι, δεν θα οδηγήσει ποτέ στην ίδρυση του νέου φορέα…

.

Κάθε πρωί και κάθε βράδυ, χιλιάδες ακροατές και τηλεθεατές αντιμετωπίζουν σιωπή ή μαύρο, εκεί που έβρισκαν κάτι να τους αρέσει. Αναπόφευκτα θα διοχετευθούν αλλού, χάνοντας συνήθειες ετών. Για το Τρίτο και τον Kosmos, για το Downton και το Borgen, για τα διεθνή και τις εκπομπές όπως ο Εξάντας – μόνο και μόνο γι αυτά, η ΕΡΤ δεν έπρεπε να σιγήσει. Αυτοί που επέλεξαν τον «υψηλό συμβολισμό» του κλεισίματός της (έστω και για μήνες), δείχνουν ότι όχι μόνο δεν ξέρουν από ΜΜΕ και βασικό management, αλλά δεν μπορούν να σταθμίσουν ούτε στοιχειωδώς τις πολιτικές εντυπώσεις…