Εικάζουμε ότι ο κ. Αρης Σπηλιωτόπουλος και νοήμων είναι και γράμματα γνωρίζει. Εικάζουμε επίσης πως ξέρει ότι το Σύνταγμα δεν επιτρέπει δημοψηφίσματα για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων –όπως είναι η θρησκευτική ελευθερία– και ότι διάβασε τον νόμο που ο ίδιος ως βουλευτής της Ν.Δ. ψήφισε για τη δημιουργία του τζαμιού στην Αθήνα.
Φανταζόμαστε επίσης ότι διάβασε τον νόμο του 2006 για τα τοπικά δημοψηφίσματα, τον οποίο επίσης ως βουλευτής της Ν.Δ. ψήφισε, και ο οποίος προβλέπει πως «αντικείμενα τοπικών δημοψηφισμάτων δεν μπορούν να αποτελούν τα θέματα εθνικής πολιτικής, καθώς και εκείνα που συνιστούν περιφερειακές και νομαρχιακές αρμοδιότητες» (3463/06, άρθρο 216). Και η δημιουργία λατρευτικού χώρου στην Αθήνα είναι και εθνικό θέμα και ευρύτερα περιφερειακό. Σίγουρα, δεν είναι δημοτικό…
Τέλος πάντων, ακόμη και αν δεν γνωρίζει όλα τα νόμιμα εμπόδια που έχει η πρότασή του για δημοψήφισμα, κάποιον νομικό έπρεπε να ρωτήσει. Δεν μπορεί! Τόσα χρόνια υπουργός και στις κάμαρες και παρακάμαρες της εξουσίας, κάτι θα έχει μάθει. Προς τι, λοιπόν, αυτή η πρόχειρη εξαγγελία ενός ανέφικτου δημοψηφίσματος;
Αν και μικροδείχνει, ο κ. Σπηλιωτόπουλος είναι από εκείνη την κακή στόφα των πολιτικών που υπόσχονται γεφύρια εκεί όπου δεν υπάρχουν ποτάμια. Κατανοητή η προσωπική του αγωνία να καταγράψει ένα αξιοπρεπές ποσοστό στις κάλπες, για να μην εξαφανιστεί πολιτικά. Και ανθρώπινη: τι θα κάνει ο κ. Σπηλιωτόπουλος αν δεν επανεκλεγεί; Τον φαντάζεται κανείς διοικητή σε κάποιον οργανισμό, όπως είθισται;
Επομένως, προτείνει το παράνομο ξέροντας ότι είναι σίγουρο ότι δεν θα κληθεί να το κάνει. Αλλά ακόμη και στην απίθανη περίπτωση να γίνει δήμαρχος, θα πει ότι η «κακιά Δικαιοσύνη δεν επιτρέπει στον λαό να εκφραστεί», παρά τη δική του επιθυμία. Ετσι θα πληγώσει τους θεσμούς επ’ ωφέλεια του· χωρίς καν αυτή η ωφέλεια να είναι σίγουρη. Κάποιοι εύπιστοι θα τον πιστέψουν και, είτε τον ψηφίσουν είτε όχι, θα είναι σίγουροι ότι κάποια «σκοτεινά συμφέροντα επιβάλλουν το τζαμί στην Αθήνα, χωρίς να ερωτηθεί ο λαός».
Στο τέλος κάποιες ομάδες από τους αφελείς θα καταλήξουν στο καταστροφικό συμπέρασμα ότι οι πολιτικοί είναι «προδότες», η Δικαιοσύνη είναι «μασονική» και οι θεσμοί –που δεν επιτρέπουν στον λαό να «συγκυβερνήσει»– είναι για πέταμα. Και θα στραφούν προς εκείνους, την ψήφο των οποίων στόχευε ευθύς εξαρχής ο κ. Σπηλιωτόπουλος. Τροφοδοτεί με μύθους την ελληνική (και όχι μόνο την αθηναϊκή) κοινωνία. Λεκιάζει το θυμικό των αφελών. Αυτοί οι μύθοι –π.χ. η ψεύτικη δήλωση Κίσιγκερ– γίνονται στίγματα στον δημόσιο διάλογο, τα οποία δύσκολα καθαρίζουν και μετά χρησιμοποιούνται από τους αυθεντικούς φαιούς για να δηλητηριάζουν περαιτέρω την πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. Και αυτό είναι πιο επικίνδυνο από τη γραφική αμετροέπεια του βουλευτή Καλοχαιρέτα, ο οποίος υποσχόταν διορισμούς που δεν μπορούσε να κάνει.
Το ερώτημα είναι: δεν κατανοεί την τεράστια ζημία που για λίγες ψήφους παραπάνω κάνει ο κ. Σπηλιωτόπουλος; Πιθανότατα. Αλλά η αθώα εξήγηση αυτής της στάσης είναι η απελπισία του· η χειρότερη, ότι δεν τον νοιάζει. Κλίνουμε προς τη δεύτερη, ενθυμούμενοι τα έργα και τις ημέρες του στα διάφορα υπουργεία όπου πέρασε.