Πέντε χρόνια τώρα, η Ελλάδα έχει απασχολήσει την Ευρώπη περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο θέμα. Αντί οι Ευρωπαίοι ηγέτες να εστιάζουν την προσοχή τους σε θέματα όπως η ανεργία, το μεταναστευτικό, ή οι προκλήσεις της Ρωσίας του Πούτιν, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους βρίσκεται μια χώρα που αντιπροσωπεύει το 1,8% του προϊόντος της Ευρωζώνης. Ενδιαφέρον θα είχε να μπορούσαμε να υπολογίσουμε πόσες εργατοώρες έχει δαπανήσει για την Αθήνα η Άνγκελα Μέρκελ, τα τελευταία χρόνια. Φανταστείτε ο Μπάρακ Ομπάμα να λάμβανε μέρος σε συζητήσεις υψηλού επιπέδου επί σειρά μηνών, όπου το μοναδικό σχεδόν θέμα συζήτησης στην ημερήσια διάταξη να είναι η πολιτεία του Τενεσί. Διότι, αν το καλοσκεφτούμε, αυτό ακριβώς κάνουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Σ’ αυτά τα πέντε χρόνια ο κόσμος μας άλλαξε. Ριζικές αλλαγές επιτελούνται στην Κίνα και την Ινδία. Οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIS) αποτελούν μια καινούργια και σοβαρή απειλή για τη Δύση, το ίδιο και ο ρεβανσισμός του κύριου Πούτιν. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, όμως, αντί να αφιερώνουν τις συνόδους κορυφής στην υπεράσπιση των οικονομικών και στρατιωτικών συμφερόντων της ηπείρου, αναζητούν αγωνιωδώς λύσεις για την Ελλάδα.
Πέντε χρόνια διαπραγματεύσεων που δεν έχουν πετύχει σχεδόν τίποτε (οι λίγες μεταρρυθμίσεις που έγιναν, όπως μια μικρή μείωση στον υπερβολικό αριθμό των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα, έχουν ήδη ακυρωθεί από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ). Είναι πλέον προφανές ότι οι Έλληνες δεν έχουν την παραμικρή διάθεση να εκσυγχρονίσουν την κοινωνία τους και δε δείχνουν να ανησυχούν καθόλου για την κατεστραμμένη από τον παρεμβατισμό οικονομία τους.
Και οι Ευρωπαίοι, όμως, κάναμε λάθη. Από τότε που η Αθήνα έγινε μέλος της νομισματικής ένωσης, έχουμε δανείσει στην Ελλάδα 400 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 1,7 φορές το ΑΕΠ της χώρας για το 2013. Και ήρθε ώρα να βγούμε από την πλάνη μας: αυτά τα χρήματα δεν πρόκειται να επιστραφούν ποτέ. Είναι αστείο να φαντάζονται κάποιοι, όπως, συχνά, οι Φινλανδοί, ότι θα λάβουν εις αντάλλαγμα ελληνικά νησιά. Η εποχή που η βρετανική αυτοκρατορία επιδίδετο σε τέτοιες τακτικές, έχει, ευτυχώς, περάσει ανεπιστρεπτί. Ο γέγονε, γέγονε. Και όσο πιο σύντομα το αποδεχτούμε και ξεχάσουμε τα δάνεια αυτά, τόσο το καλύτερο.
Εάν οι Έλληνες δεν θέλουν να εκσυγχρονιστούν, η υπόλοιπη Ευρώπη πρέπει να το αποδεχτεί. Οι Έλληνες εξέλεξαν, με μεγάλο ποσοστό, μια κυβέρνηση η οποία, έξι μήνες μετά την εκλογή της, παραμένει δημοφιλής. Η δημοτικότητά της δεν είναι τίποτε άλλο παρά σαφές δείγμα ότι το εκλογικό σώμα επιθυμεί να παραμείνει ένα έθνος με κατά κεφαλήν εισόδημα μισό από της Ιρλανδίας και χαμηλότερο από αυτό της Σλοβενίας. Σε λίγα χρόνια από τώρα, θα μείνει πίσω ακόμα κι απ’ τη Χιλή. Ελπίζω μόνο ότι κανένας στην Αθήνα δεν έχει την αυταπάτη πως η σεισάχθεια του εθνικού χρέους και το Grexit είναι βιώσιμη εναλλακτική πορεία προς την ανάπτυξη.
Χωρίς δημοσιονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα θα παραμείνει εσαεί μια σχετικά φτωχή χώρα. Δεν είναι όμως δουλειά της Ευρώπης να επιβάλλει τις μεταρρυθμίσεις αυτές στην Ελλάδα. Απλά οφείλει να κάνει απόλυτα ξεκάθαρο πως χωρίς σοβαρές μεταρρυθμίσεις, δε θα υπάρξουν άλλα επίσημα δάνεια. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο η Αθήνα θα μπορεί να δανειστεί στο εξής θα είναι πείθοντας τις αγορές ότι είναι αξιόπιστη. Τέρμα οι εγγυήσεις της Ε.Ε., ρητές ή έμμεσες.
Πρέπει να αναρωτηθούμε αν η παραμονή της Ελλάδας εντός Ε.Ε. είναι όντως σημαντική (διότι, χωρίς τροποποίηση της Συνθήκης, η έξοδος από το ευρώ συνεπάγεται και έξοδο από την Ε.Ε.) Για να πάρουμε αυτή την απόφαση, το κριτήριο δε θα πρέπει να είναι τα δάνεια που έχουμε δώσει: αυτά πάνε, είτε μας αρέσει, είτε όχι. Ούτε θα πρέπει να είναι ο φόβος ότι θα απειληθεί το ευρώ εξαιτίας ενός πιθανού ντομινό: χάρη στα μέτρα που έχει πάρει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η νομισματική ένωση είναι σήμερα αρκετά ανθεκτική ώστε να μην κινδυνεύσει σοβαρά από ένα Grexit.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να σταματήσουν να αντιμετωπίζουν το ελληνικό πρόβλημα ως αμιγώς οικονομικό. Το ελληνικό θέμα βρίσκεται στον πυρήνα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που, αδιαμφισβήτητα, επισπεύσθηκε με την νομισματική ένωση (αρκεί να σκεφτεί κανείς την απόφαση να πάψει να ασκείται ο έλεγχος των τραπεζών από τα ίδια τα κράτη).
Το ευρώ, όμως, δεν μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο της περαιτέρω πολιτικής ένωσης - διότι, χωρίς αυτήν, αργά ή γρήγορα, και το ίδιο το ευρώ θα πάψει να υπάρχει. Και, σήμερα, η Ελλάδα αποτελεί εμπόδιο.
Δημοσιεύτηκε στους Financial Times
Μετάφραση- Επιμέλεια: Μαρία Τσάκος