Φοβάμαι πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δύο ψυχές. Η μία εξουδετερώνει ό,τι κάνει η άλλη. Από τη μια άνοιγμα στην Κεντροαριστερά, από την άλλη επίθεση. Πηγαίνει ο πρωθυπουργός στο συνέδριο του SPD, επικυρώνοντας μια πορεία σύνθεσης δυνάμεων μπροστά στο κύμα της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, σωστά, πολύ σωστά, από την άλλη μεριά όμως επιχειρείται στοχοποίηση του Κώστα Σημίτη, εμβληματικής μορφής της Κεντροαριστεράς.
Υπονομεύονται έτσι όλες εκείνες οι προσπάθειες για μια ανασύνταξη ενός μεγάλου προοδευτικού πόλου και στην Ελλάδα, που θα εμποδίσει την επέλαση του συρφετού που έχει κινητοποιήσει η Ν.Δ. για να πάρει την εξουσία, και τον οποίο νόμιζε για σκλάβο κι έγινε αφεντικό της. Πολύς κόσμος δύσπιστος μεν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, έμφοβος δε μιας ρεβανσιστικής Δεξιάς, ο οποίος είχε αρχίσει να ξανασκέπτεται με όρους δημιουργίας ενός προοδευτικού πόλου, πάγωσε από την εξέλιξη αυτή.
Είναι υπεράνω του νόμου οι πρωθυπουργοί, αν είναι εμβληματικές προσωπικότητες; Οχι, και είναι υποχρεωμένοι να υπόκεινται σε έλεγχο, να τον διευκολύνουν, να δίνουν παράδειγμα διαφάνειας. Αλλά ο χρόνος και ο τρόπος (βάζοντας στο κάδρο και τον αδελφό του πρώην πρωθυπουργού, μια προσωπικότητα υψηλού ηθικού και ακαδημαϊκού κύρους) δεν αφήνουν περιθώρια να σκεφτεί κανείς διαφορετικά. Ας μιλήσουμε επομένως πολιτικά και ιστορικά.
Η εποχή Σημίτη ήταν μια μεταβατική εποχή από μια περίοδο όπου οικονομία -κράτος-θεσμοί είχαν χτιστεί με επίκεντρο το κράτος και κεντρικές ρυθμίσεις, σε μια εποχή απορρύθμισης, αποκρατικοποίησης, παγκοσμιοποίησης. Σ’ αυτή την εποχή είχε μπει η Ευρωπαϊκή Ενωση, προγραμματικά μετά το Μάαστριχτ, 1992. Η Ελλάδα, υπό το ΠΑΣΟΚ από το 1981, έλυνε προβλήματα της προηγούμενης περιόδου εκδημοκρατισμού και αναδιανομής εισοδημάτων.
Είχε φτάσει όμως σε αδιέξοδο, γιατί το διεθνές οικονομικό μοντέλο άλλαζε προς αντίθετη κατεύθυνση από τη φιλοσοφία του. Οφειλε να προσαρμοστεί, και η περίοδος Σημίτη υπήρξε μια εποχή διλημμάτων: πώς θα βαδίσουν και τι θα κάνουν οι σοσιαλιστές στη νέα εποχή; Τη σοσιαλιστική κούρσα στην Ευρώπη την οδηγούσαν ο Μπλερ και ο Σρέντερ. Ούτε ο ίδιος ο Σημίτης, παρ’ ότι άνθρωπος αρχών, ούτε ο κύκλος που τον υποστήριξε ήξεραν εξ αρχής τι θα κάνουν.
Ο εκσυγχρονισμός δεν είναι ποδοσφαιρική φανέλα. Είναι ένα ρεύμα που εξελίσσεται, πολυσχιδές, από την Αριστερά έως τη Δεξιά, και το οποίο μπορεί να δίνει έμφαση στο ένα και να αδιαφορεί για το άλλο. Μπορεί να δίνει έμφαση στην οικονομία και να αδιαφορεί για την κοινωνία, μπορεί να δίνει έμφαση στη δημόσια διοίκηση και να αδιαφορεί για την ιδεολογική ανανέωση ή αντίστροφα.
Είχε επιτυχίες, όπως η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. και η συμμετοχή στη νομισματική ένωση και το Ελσίνκι, είχε ατυχίες, όπως το να της επιβληθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες με όλους τους εκβιασμούς που συνεπαγόταν αυτό, είχε λαθεμένες επιλογές, όπως τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, είχε και διεφθαρμένους, μερικοί από τους οποίους ήταν σάρκα εκ της σαρκός του σοσιαλιστικού κόμματος.
Ο εκσυγχρονισμός, όπως κάθε ευρύ πολιτικό ρεύμα, υπόκειται σε αντιφάσεις, ανακολουθίες και κυρίως στην ετερογονία σκοπών και αποτελεσμάτων. Δηλαδή τα αποτελέσματα των πράξεών σου μπορούν να εκπλήξουν ακόμη και εσένα τον ίδιο. Ανάμεσα σ’ αυτά είναι η αλαζονεία και ο καθεστωτισμός. Γιατί από την αντίληψη «εμείς είμαστε οι ιδιοκτήτες της εξουσίας και οι άλλοι παροδικοί ένοικοι» έως το «όλα μάς επιτρέπονται» είναι βραχύς δρόμος.
Η ένταση της οικονομικής κρίσης 2010-2018 οφείλεται, εν μέρει, στη μη ολοκλήρωση και την εγκατάλειψη του εκσυγχρονιστικού δημοσιονομικού προγράμματος. Αλλά το γεγονός ότι οι εκσυγχρονιστές όχι μόνο δεν διαφοροποιήθηκαν από τα μνημόνια, αλλά ανέλαβαν εργολαβικά την υποστήριξή τους, τερμάτισε τον ρόλο τους. Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, περνώντας κι αυτός μέσα από καυδιανά δίκρανα, έχει φτάσει σήμερα σε παρόμοια διλήμματα, τα οποία είχαν να αντιμετωπίσουν ο Σημίτης και οι συνεργάτες του: πώς μπορούμε δηλαδή να σώσουμε την κοινωνία και να εξασφαλίσουμε μια δίκαιη ανάπτυξη χωρίς να τα σπάσουμε με την Ευρώπη και το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα;
Τα διλήμματα δηλαδή που αντιμετωπίζουν οι σοσιαλιστές, οποιουδήποτε ονόματος και καταγωγής, εφόσον κυβερνούν, στον πυρήνα τους δεν έχουν αλλάξει. Εκείνο που έχει προστεθεί δραματικά είναι πώς θα αποφύγουμε έναν βίαιο εκσυγχρονισμό σε βάρος της κοινωνίας, συνοδευμένο με ό,τι πιο εθνικιστικό, αντιδραστικό και σκοταδιστικό κουβαλάει η ελληνική Δεξιά.
Ας μη χάσουμε από το οπτικό μας πεδίο την ευρύτερη εικόνα. Ζούμε στην εποχή της μετα-αθωότητας. Ολες σχεδόν οι πολιτικές δυνάμεις έχουν κυβερνήσει, όλες έχουν και επιτεύγματα και σφάλματα. Τώρα να δούμε τι μας περιμένει.
Χρειαζόμαστε μια στρατηγική συνθέσεων απέναντι στην απειλούμενη βίαιη αντιδραστική στροφή. Η Ιστορία δεν γράφεται από ανακριτές και δικαστές. Η Ιστορία γράφεται για να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητά της. Και η κατανόηση του παρελθόντος σχετίζεται με το μέλλον. Με δυο λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να συμφιλιώσει τις δύο ψυχές του που αλληλο-γρονθοκοπούνται και να αποφασίσει τη ρότα του χωρίς ζιγκ-ζαγκ.