Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υγειονομική και κλιματική κρίση φέτος το καλοκαίρι μας έφερε αντιμέτωπους με πολιτικές ανατροπές. Όπως γράφει ο Gedeon Rachman στους Financial Times οι κρίσεις έβαλαν τέλος στις προσδοκίες της Αραβικής Άνοιξης. Ολόκληρη η Μέση Ανατολή έχει πλέον απορρίψει την δημοκρατική διακυβέρνηση.
Οι χώρες αυταρχικής διακυβέρνησης ή όσες είναι κατ΄όνομα μόνο δημοκρατίες, βρέθηκαν σε απελπιστική οικονομική κατάσταση. Η πρόσβαση στις χρηματαγορές είναι πλέον σχεδόν απαγορευτική, ο πληθωρισμός σε πολλές από αυτές έγινε αποπνικτικός για την πλειοψηφία των κρατών και κάποια από αυτά υποβιβάστηκαν σε «αποτυχημένα κράτη». Το ίδιο ισχύει και για τις περιφερειακής δυνάμει όπως η Τουρκία και το Ιράν.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αδυνατεί να ανταπεξέλθει στο ρόλο του. Προσπάθησε να στηρίξει δεκάδες χώρες που οφείλουν αποπληρωμές παρατείνοντας τις καταβλητέες δόσεις, αλλά και πάλι το πρόβλημα δεν λύνεται. Ως τελευταίο καταφύγιο ελπίδας προβάλει ο ισχυρός ηγέτης που μπορεί να εξασφαλίσει μια στοιχειώδη οικονομική βοήθεια και να επιβάλλει την τάξη.
Γνωρίζουμε ότι ο κόσμος σήμερα είναι πιο πολύπλοκος από ποτέ. Και είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλέψουμε τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ Κρατών και τις συμπεριφορές τους. Πώς θα συμπεριφερθεί δηλαδή κάθε Κράτος σε κινήσεις που πιστεύει ότι θίγουν τα συμφέροντά του. Πολλοί προσπαθούν να απαντήσουν με την βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης (Τ.Ν.) και των υπηρεσιών πληροφοριών τους. Το Αφγανιστάν απέδειξε ότι τίποτε από αυτά δεν λειτούργησε στο να προβλεφθεί εγκαίρως η ήττα.
Με αυτά τα δεδομένα θα προσπαθήσω να εντοπίσω ορισμένα στοιχεία από χώρες που εμπλέκονται στον παγκόσμιο ανταγωνισμό ισχύος με την απλοϊκή μέθοδο της απομάκρυνσης από το πρόβλημα, που είναι μεν λιγότερο ακριβής από την Τ.Ν., αλλά δίνει σχετικά ρεαλιστικά αποτελέσματα.
Κίνα. απορρίπτει το δημοκρατικό πολίτευμα και κάνει «εξαγωγή» του κομμουνιστικού καθεστώς, ιδίως μέσω επενδύσεων για την δημιουργία του νέου «δρόμου του μεταξιού». Αλλά τελευταία, μια σειρά από αποτυχημένες επενδύσεις την υποχρεώνουν να ακολουθήσει τους νόμους της αγοράς. Με άλλα λόγια απαιτεί πλέον μνημόνια και εγγυήσεις που της διασφαλίζουν την επιστροφή των χρημάτων της στα πρότυπα του ΔΝΤ ή της Ε.Ε. Και δεν μιλάμε για το γνωστό φιάσκο του αυτοκινητόδρομου στo Μοντενέγκρο, αλλά για πλήθος επενδύσεων στην Ασία και κυρίως στην Αφρική. Η οικονομία της έχει το ατού των μεγάλων εταιρειών, από την άλλη όμως η ιδεολογία του Σι Τζι Πινγκ επιβάλλει σταδιακά τον κρατικό έλεγχο στην διαχείρισή τους, οπότε δημιουργεί δυσπιστία ως προς την εταιρική διακυβέρνηση. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο η νέα κυβέρνηση στην Γερμανία που θα σχηματιστεί σε λίγες εβδομάδες δεν προμηνύει βελτίωση των σχέσεων της με την Ευρώπη. Όπως αναφέρει ο Τύπος οι Σοσιαλδημοκράτες και ιδίως οι «Πράσινοι» είναι πολύ πιο «σκληροί» σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων από ότι η ρεαλίστρια κ. Μέρκελ.
ΗΠΑ. Η υπερδύναμη που ανέδειξε ο παγκόσμιος πόλεμος και η Κευνσιανή πολιτική του Ρούσβελτ, τα τελευταία χρόνια δείχνει να χάνει σταδιακά την δυναμική της. Εξακολουθεί να είναι η ισχυρότερη στρατιωτική και οικονομική δύναμη, αλλά η χρηματοοικονομική κρίση του 2008 έδειξε τα πρώτα σημάδια αδυναμίας. Η περίοδος Τραμπ με την αποχώρηση από περιοχές της Γης και η εγκατάλειψη των συμμάχων της ήταν στοιχείο αρνητικό για τη εμπιστοσύνη. Η επιστροφή στον απομονωτισμό δεν ήταν απλά μια ιδεολογική τοποθέτηση των Ρεπουμπλικανών, αλλά μια αναγνώριση της αδυναμίας της. Η αποδυνάμωση των μεταπολεμικών διεθνών θεσμών εξισορρόπησης της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων την αποξένωσαν από πολλούς φίλους και συμμάχους της. Για να μη μιλήσουμε για τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας. Τέλος, η οικονομική της ισχύς τέθηκε εν αμφιβόλω μετά την πανδημία. Εκατομμύρια Αμερικανοί κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους και η πολιτική δημοσιονομικής χαλάρωσης φτάνει στο τέλος της. Το κυριότερο όμως πρόβλημα της υπερδύναμης είναι ο εσωτερικός διχασμός.
Ευρωπαϊκή Ένωση. H οικονομική υπερδύναμη λόγω της επιτυχημένης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και της τελωνειακής Ένωσης, εξακολουθεί να είναι μια όαση για το κοινωνικό κράτος, και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο κύριος μοχλός της σχετικής ευημερίας της, η εμπορική πολιτική, συνεχίζει να είναι ο τροφοδότης της ισχύος της. Ωστόσο είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι πέρα από την ανιστόρητη απόφαση της Μ. Βρετανίας για Έξοδο, η ισχύς της διατηρείται ενώ παράλληλα απειλείται από εσωτερικές αντιθέσεις. Σε μια στιγμή μάλιστα που η σωτήρια απόφαση για την κοινοτικοποίηση της ποσοτικής χαλάρωσης λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας και ο πληθωρισμός δείχνουν τα όρια της πολιτικής αυτής.
Δυο τηλεφωνικές επικοινωνίες τις τελευταίες ημέρες δείχνουν ότι οι τρεις ηγεσίες συνειδητοποιούν ότι ο διάλογος είναι αναγκαίος και η αντιπαράθεση των τελευταίων ετών δεν αποδίδει κέρδη σε καμία πλευρά, ενώ υπάρχει κίνδυνος θερμού επεισοδίου.
Η πρώτη επικοινωνία μεταξύ Μπάιντεν και Σι Τζι Πινγκ με πρωτοβουλία του Αμερικανού Προέδρου, αντιμετωπίστηκε με ανακούφιση από την Κίνα. Χωρίς να παραβλέπουν τις γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις και τον εμπορικό πόλεμο, συμφώνησαν να επικοινωνούν μεταξύ τους σε στιγμές κρίσης. Η απ’ ευθείας επικοινωνία των δυο πλευρών μπορεί να αποτρέψει συγκρούσεις εκτός ελέγχου.
Η δεύτερη επικοινωνία πραγματοποιήθηκε την ίδια ημέρα με την απερχόμενη Καγκελάριο με πρωτοβουλία του Κινέζου Προέδρου και τις ευχαριστίες για την άριστη επικοινωνία που είχαν στην διάρκεια της θητείας της. Είναι προφανές ότι η νέα κυβέρνηση συνασπισμού που θα προκύψει θα είναι πολύ πιο σκληρή απέναντι στην Κίνα.
Τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης που προκύπτει μετά την πανδημία και την κλιματική κρίση, ο πληθωρισμός και η έλλειψη αγροτοδιατροφικών προϊόντων ανησυχούν ή και πανικοβάλουν τις ηγεμονικές δυνάμεις. Μόνο με αποκλιμάκωση των εντάσεων και διάλογο μπορεί να αντιμετωπιστεί η επικίνδυνη οικονομική κατάσταση στις αναδυόμενες οικονομίες, και στις περιφερειακές δυνάμεις. Η διασυνδεσιμότητα του παγκόσμιου χωριού προκαλεί εύκολα το «φαινόμενο της πεταλούδας». Δηλαδή αν «φταρνιστεί» π.χ. Βραζιλία, το Μεξικό ή το Ιράν, και οι τρείς υπερδυνάμεις θα υποστούν συνέπειες. Και το φαινόμενο της πεταλούδας θα απειλήσει την ηγεμονία τους. Κι αυτό ίσως είναι και το μόνο καλό που θα μας αφήσει η πανδημία: τον αναπόφευκτο διάλογο ή ακόμη και την συνεργασία των ισχυρών.
Πηγή: www.tovima.gr