Οι διεργασίες στο χώρο του Κέντρου

Ιωακείμ Γρυσπολάκης 19 Νοε 2020

Το 2021 είναι προ των θυρών. Το κύριο δρώμενο βέβαια θα είναι ο εορτασμός των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. ¨Όμως, κάπου προς το τέλος του έτους θα διεξαχθεί και το συνέδριο του ΚΙΝΑΛ ή του ΠΑΣΟΚ, το οποίο θα ολοκληρωθεί με την εκλογή του επόμενου προέδρου.

 

Το εύλογο ερώτημα, που τίθεται είναι: γιατί τόσο ενδιαφέρον για την ηγεσία ενός μικρού κόμματος του 5-8%; Η απάντηση είναι δεδομένη. Διότι αυτό το κόμμα υπήρξε κάποτε κυρίαρχο στην πολιτική ζωή του τόπου. Διότι, πλην της Νέας Δημοκρατίας και του Κινήματος Αλλαγής (πρώην ΠΑΣΟΚ), δεν υπάρχει άλλο κόμμα, το οποίο δέχεται αδιαμφισβήτητα τις αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Διότι το Πολίτευμα της Ελλάδας απαιτεί την παρουσία μιας ισχυρής, αποτελεσματικής και με κύρος τόσο εντός της χώρας όσο και εκτός κυβέρνησης και, συγχρόνως, μίας ισχυρής, εποικοδομητικής και προβλέψιμης αντιπολίτευσης, η οποία θα ασκεί σκληρή, αλλά τεκμηριωμένη κριτική, και η οποία θα προβάλει τις προτάσεις της, προκειμένου οι πολίτες να μπορούν να συγκρίνουν. Τέλος, διότι με ένα αδύναμο ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ ο κίνδυνος επανόδου του επικίνδυνου για τη Δημοκρατία και τους θεσμούς ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει εκλείψει. Προσωπικά, δεν μπορώ να φανταστώ επάνοδο στην εξουσία της σημερινής ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, με επικρατούσα πολιτική το τρίπτυχο  «Λαϊκισμός, Εθνικός Διχασμός - Πολακισμός».

 

Θεωρώ υγιές το ότι άρχισε ήδη η συζήτηση για την επόμενη ηγεσία του ΚΙΝΑΛ, ενώ οι αδυναμίες και παλινωδίες της προέδρου και του στενού κύκλου της είχαν διαφανεί από την πρώτη στιγμή εκλογής της. Θεωρώ υγιές ότι υπάρχει ένα κλίμα αμφισβήτησης της ανεπαρκούς σημερινής ηγεσίας, αλλά και του στενού παλαιοκομματικού και ξεπερασμένου περιβάλλοντός της.

 

Είναι δυστυχές το ότι άνθρωποι με το διεθνές κύρος της Άννας Διαμαντοπούλου και του Βαγγέλη Βενιζέλου απωθήθηκαν από το χώρο από τη σημερινή ηγεσία (οι λεπτομέρειες απώθησης και εκδίωξής τους είναι γνωστές και δεν έχει νόημα να επαναλαμβάνονται). Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι άξια, αποτελεσματικά και προσοντούχα στελέχη, όπως ο Πιερακάκης, ο Χρυσοχοίδης, ο Μανιάτης, ο Φλωρίδης, ο Ρήγας και πολλοί άλλοι απομακρύνθηκαν απογοητευμένοι. Ευτυχώς, όμως, κάποιοι εξ αυτών αξιοποιήθηκαν χάρις στη διορατικότητα του σημερινού πρωθυπουργού.

 

Εντάσσομαι σε εκείνη την ομάδα πολιτών, που έως την παραμονή των εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019 ζητούσαμε από την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ να δηλώσει ότι θα διασφαλίσει την κυβερνησιμότητα της χώρας. Αντ αυτού ακούγαμε καθημερινά τις ανιστόρητες φράσεις περί "ίσων αποστάσεων", "3ης εντολής και συνεργασία ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ με άλλον πρωθυπουργό (πλην Κυριάκου Μητσοτάκη)" και "δεν μπορούμε να συνεργαστούμε με τη Δεξιά". Ακούγαμε τον υποψήφιο δήμαρχο Αθηναίων του ΚΙΝΑΛ να δηλώνει πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ απ? ότι στην ΝΔ με δεδομένη τη διακυβέρνηση της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ με τον «σύντροφο» Καμμένο επί 4,5 χρόνια. Όλες αυτές οι κραυγές ήσαν προμηνύματα ακυβερνησίας της χώρας, σε περίπτωση μη εξασφάλισης αυτοδυναμίας στη Βουλή από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οι συνέπειες ήσαν νομοτελειακές, δεδομένης της επανάληψης των εκλογών με απλή αναλογική, δηλαδή αναβίωση της τραγικής περιόδου 1922-1940 (παραπέμπω στο τρίτομο έργο «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων 1923-1940» του Γρηγορίου Δαφνή).

 

Εντάσσομαι σε αυτή την ομάδα πολιτών, που κάναμε το άλμα και ψηφίσαμε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, διότι τον θεωρούσαμε (και συνεχίζουμε να τον θεωρούμε) τον πλέον άξιο να κυβερνήσει τη χώρα με απόλυτη πλειοψηφία, δεδομένης της άρνησης του ΚΙΝΑΛ να διασφαλίσει την κυβερνησιμότητα της χώρας σε περίπτωση μη απόλυτης πλειοψηφίας της ΝΔ. Είμαι, όμως, μεταξύ εκείνων των πολιτών, που πιστεύουν ότι η χώρα χρειάζεται ένα προοδευτικό, μεταρρυθμιστικό κόμμα, το οποίο θα αναλάβει το ρόλο της εποικοδομητικής αντιπολίτευσης (και στο μέλλον γιατί όχι της συμπολίτευσης). Ένα σημαντικό και κορυφαίο ρόλο, που δεν μπορεί και δεν έχει την ικανότητα να αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ.

 

Γι αυτούς τους λόγους και εφ όσον υπάρξει μία αξιόπιστη υποψηφιότητα ενός ανθρώπου με κύρος και αξιοπιστία για την αρχηγία του ΚΙΝΑΛ (εξαιρούνται αυτοί που έχουν ήδη ανακοινώσει επισήμως υποψηφιότητα, δηλαδή η Φ. Γεννηματά και ο Ν.  Ανδρουλάκης), θα την στηρίξω.