Οι αυστριακές εκλογές καλούν την Ευρώπη να βγει από τον λήθαργο*

Cas Mudde 26 Μαϊ 2016

Οι ψηφοφόροι έσωσαν οριακά τη χώρα από μια ακροδεξιά προεδρία, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να πανηγυρίζουμε.

Ένα εξαιρετικό κείμενο του Cas Mudde για τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στην Αυστρία και τα συμπεράσματα που πρέπει να εξαχθούν. Είναι ιδιαίτερα ανησυχητική η διαπίστωση του συγγραφέα ότι τα συστημικά κόμματα μοιάζει να φλερτάρουν όλο και περισσότερο με την ακροδεξιά, τόσο σε επίπεδο πολιτικής συνεργασίας όσο και στην υιοθέτηση σημείων της πολιτικής ατζέντας τους.

Όπως πολύ χαρακτηριστικά επισημαίνει, «τα αποτελέσματα αυτών των αυστριακών εκλογών θα έπρεπε να αποτελέσουν ένα κάλεσμα προς όλους τους Ευρωπαίους φιλελεύθερους δημοκράτες να ξυπνήσουν».

Πέτρος Παπασαραντόπουλος


Το γεγονός ότι πανηγυρίζουμε το αποτέλεσμα μιας εκλογικής αναμέτρησης στην οποία ένας ακροδεξιός υποψήφιος πήρε σχεδόν το 50 τοις εκατό των ψήφων, δείχνει πόσο δραματικά έχουν αλλάξει τα πράγματα στην Ευρώπη. Ο υποψήφιος του κόμματος των Πράσινων Alexander Van der Bellen κέρδισε με 50,3 τοις εκατό των ψήφων έναντι του 49,7 τοις εκατό του Norbert Hofer – μια διαφορά που σε καμία περίπτωση δεν είναι καθησυχαστική.

Τη δεκαετία του 1980 δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων διαμαρτυρήθηκαν για την είσοδο ενός βουλευτή του ακροδεξιού κόμματος του Κέντρου (CP) στην Ολλανδία. Το 2000 οι ευρωπαϊκές χώρες μποϋκόταραν τη νέα αυστριακή κυβέρνηση, επειδή σε αυτή συμμετείχε το Αυστριακό Κόμμα της Ελευθερίας (FPO).

Και σήμερα, πανηγυρίζουμε το γεγονός ότι η αυστριακή ακροδεξιά ηττήθηκε με ελάχιστη διαφορά. Εν τω μεταξύ, ένα νεοναζιστικό κόμμα εισήλθε στο εθνικό κοινοβούλιο στην Κύπρο[1] – ένα γεγονός που κατά κύριο λόγο πέρασε απαρατήρητο, και σε καμία περίπτωση δεν προκάλεσε διαμαρτυρίες. Η Ευρώπη έχει προχωρήσει πολύ – και όχι στην κατεύθυνση που περιμέναμε.

* * *

Παρόλο που ο Hofer ηττήθηκε την τελευταία στιγμή, τα αποτελέσματα αυτών των αυστριακών εκλογών θα έπρεπε να αποτελέσουν ένα κάλεσμα προς όλους τους Ευρωπαίους φιλελεύθερους δημοκράτες να ξυπνήσουν.

Πολλοί βασίστηκαν στην ψευτο-επιστημονική άποψη ότι τα ριζοσπαστικά κόμματα και οι πολιτικοί έχουν  κάποια «όρια» υποστήριξης[2] – άμεση συνέπεια του γεγονότος ότι είναι πολύ δημοφιλή και ταυτόχρονα πολύ αντιδημοφιλή. Ο Ντόναλντ Τραμπ[3] είναι ένα τέλειο παράδειγμα μιας τέτοιας περίπτωσης στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα όρια είναι σχετικά και προσωρινά. Εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το πολιτικό πλαίσιο. Όταν αυτό το πλαίσιο αλλάζει –ως αποτέλεσμα της προσφυγικής κρίσης, για παράδειγμα, ή ενός σκανδάλου διαφθοράς– αυτό το «όριο» αλλάζει.

Ούτε μπορούμε να βασιζόμαστε στους ψηφοφόρους για τη διάσωση των «δημοκρατικών» υποψηφίων. Τουλάχιστον από τις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2002, όταν ο πολύ αντιδημοφιλής Ζακ Σιράκ κέρδισε μια αποφασιστική νίκη σε μια αναμέτρηση εναντίον του ιδρυτή του Εθνικού Μετώπου (FN) Ζαν-Μαρί Λε Πεν, οι σχολιαστές πείστηκαν ότι οι ακροδεξιοί πολιτικοί δεν μπορούσαν να κερδίσουν την πλειοψηφία.

Οι ψηφοφόροι μπορεί να έσωσαν ακόμα μία φορά τη Γαλλία από μια προεδρία Λε Πεν το 2017 –στις περιφερειακές εκλογές πέρσι[4]– αλλά αυτό το φαινόμενο θα γίνεται ολοένα και περισσότερο η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Σημειώστε την οριακά μόνο υψηλότερη συμμετοχή στον δεύτερο γύρο στην Αυστρία –72,7 τοις εκατό, από το 68,5 στον πρώτο– και την ελάχιστη διαφορά ψήφων με την οποία ηττήθηκε ο Hofer (31.026 ψήφοι).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ακροδεξιά κόμματα αποκομίζουν κέρδος από μια «τέλεια καταιγίδα»: η Ευρώπη «πολιορκείται» από μετανάστες και «απειλείται» από την τρομοκρατία των τζιχαντιστών. Όμως αν βλέπουμε την επιτυχία τους απλώς και μόνο ως μια συνέπεια των πρόσφατων κρίσεων σημαίνει ότι αγνοούμε τις περισσότερο δομικές αίτιες που οδήγησαν στην εμφάνιση αυτών των κομμάτων στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Ας μην ξεχνάμε ότι κόμματα όπως το βελγικό Vlaams Belang και το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο (FN), το ιταλικό Λίγκα του Βορρά (LN), καθώς και το FPO είχαν παρόμοια αποτελέσματα τις δεκαετίες πριν την τελευταία οικονομική ύφεση.

Αυτό που είναι καινούργιο δεν είναι απλώς η ραγδαία αύξηση στην υποστήριξη στην Άκρα Δεξιά – είναι η έκρηξη στην ευρύτερη πολιτική δυσαρέσκεια. Καθώς τα αυτοαποκαλούμενα «δημοκρατικά κόμματα» χάνουν την εύνοια, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι δεν βλέπουν πλέον κάποια θεμελιώδη διαφορά μεταξύ των καθιερωμένων κομμάτων και εκείνων της Άκρας Δεξιάς. Και οι δύο θεωρούνται εξίσου (μη) νομιμοποιημένοι.

Ολοένα και περισσότερο, οι εκλογές γίνονται επιλογές μεταξύ των λιγότερο επιθυμητών υποψηφίων. Οι ψηφοφόροι ψηφίζουν αυτό που θεωρούν το καλύτερο από τα δύο κακά. Οι επερχόμενες αμερικανικές προεδρικές εκλογές, κατά πάσα πιθανότητα μεταξύ δύο υποψηφίων που θεωρούνται από την πλειονότητα οι λιγότερο δημοφιλείς[5] μεταξύ των ψηφοφόρων, αποτελούν ένα ακραίο παράδειγμα αυτού του φαινομένου.

Ως αποτέλεσμα, πολλοί ψηφοφόροι δεν υποστηρίζουν πραγματικά μια ακροδεξιά πολιτική ατζέντα και οι νικητές των εκλογών είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα χάσουν στις επόμενες εκλογές – από κάποιον που θεωρείται μια «λιγότερο κακή» εναλλακτική.

* * *

Η αυστριακή περίπτωση αποτελεί επίσης ισχυρή υπενθύμιση του τέλους των «μεγάλων κομμάτων» στην Ευρώπη. Η Αυστρία –όπως η Ελλάδα και η Ισπανία– ήταν γνωστή ως μια χώρα με δύο μεγάλα κόμματα. Μαζί, τα καθιερωμένα κόμματα προσέλκυαν μεταξύ του 80 και 90 τοις εκατό της εθνικής ψήφου. Αυτές οι ημέρες έχουν περάσει, ενδεχομένως για πάντα, και αντανακλούν δομικές κοινωνικές αλλαγές.

Στον πρώτο γύρο των αυστριακών προεδρικών εκλογών, το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPO) και το κεντροδεξιό Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα (OVP) κέρδισαν μόνο 11 τοις εκατό το καθένα. Στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις[6] για τις κοινοβουλευτικές εκλογές και τα δύο μαζί συγκεντρώνουν περίπου το 20 τοις εκατό.

Το ίδιο φαινόμενο εμφανίζεται σε όλη την Ευρώπη. Σε πολλές χώρες,[7] κανένα κόμμα δεν συγκεντρώνει πάνω από το ένα τρίτο των ψήφων. Σε κάποιες, όπως στο Βέλγιο και την Ολλανδία, κανένα κόμμα δεν θα λάβει πάνω από το ένα τέταρτο των ψήφων. Μέσα σε αυτό το νέο πολιτικό πλαίσιο, τα ακροδεξιά κόμματα έχουν κερδίσει μια άνευ προηγουμένου επιρροή, όχι μόνο επειδή έχουν μεγαλώσει σε μέγεθος, αλλά επειδή άλλα έχουν συρρικνωθεί.

Τα περισσότερα κυρίαρχα κόμματα έχουν δηλώσει ότι ποτέ δεν θα συγκυβερνήσουν με «μη δημοκρατικά» κόμματα και δεν κάνουν παρά ελάχιστη προσπάθεια να μιλήσουν για τους θεωρούμενους «κινδύνους» της ακροδεξιάς. Ελάχιστα κόμματα έχουν υπάρξει τόσο αδιάλλακτα ως προς αυτό όσο το SPO. Όμως παρά τα χρόνια ανοικτής αντίθεσης[8] προς το FPO –και την πίεση που άσκησε σε άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα ώστε να απομακρύνουν τα ακροδεξιά κόμματα στις χώρες τους και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο– το SPO έμεινε σιωπηλό τη στιγμή που έπρεπε να μιλήσει.

Σε μια αναμέτρηση μεταξύ ενός ακροδεξιού και ενός Πράσινου υποψηφίου, το κόμμα αρνήθηκε να υποστηρίξει επίσημα τον Alexander Van der Bellen, έναν Πράσινο πολιτικό ο οποίος είναι τόσο μετριοπαθής που θα μπορούσε να είναι σχεδόν ένας Αυστριακός σοσιαλδημοκράτης.

Αυτή είναι μόνο μια πιθανή εξήγηση αυτής της οπορτουνιστικής (και υποκριτικής) σιωπής: Το SPO διαβλέπει (για μία ακόμα φορά) έναν συνασπισμό με το FPO μετά τις επόμενες εκλογές – όπως ήδη γίνεται σε μικρότερη κλίμακα στο κρατίδιο του Μπέργκενλαντ.[9]

Επομένως, η Άκρα Δεξιά δεν είναι πλέον ένας «ειδικός χώρος». Οι ακαδημαϊκοί ακόμα μιλάνε για τα «κόμματα-αμφισβητίες» (challenger) ή «ειδικά κόμματα» (niche),[10] που βρίσκονται εκτός της αποκαλούμενης «κυρίαρχης» πολιτικής.

Όμως κόμματα όπως το FPO, το Λαϊκό Κόμμα της Δανίας, το Εθνικό Μέτωπο, η ιταλική Λίγκα του Βορρά και το ελβετικό Λαϊκό Κόμμα έχουν γίνει τόσο «καθιερωμένα» και «κυρίαρχα» όσο και οι σοσιαλδημοκράτες στις αντίστοιχες χώρες.

Υπάρχουν για πολλές δεκαετίες και διαθέτουν καλά ανεπτυγμένους κομματικούς οργανισμούς. Παραβλέποντας τη θέση τους στην κυρίαρχη πολιτική αγνοούμε τις θεμελιώδεις αλλαγές στο πολιτικό πλαίσιο, στο οποίο ζητήματα όπως η μετανάστευση και η ασφάλεια κυριαρχούν στην πολιτική ατζέντα, και στα οποία οι σχετικές πλειοψηφίες,[11] αν όχι οι απόλυτες πλειοψηφίες, του πληθυσμού είναι πιο κοντά στις θέσεις της Άκρας Δεξιάς παρά σε εκείνες των κυρίαρχων κομμάτων. Αν συνεχίσουμε να αγνοούμε αυτήν την πραγματικότητα, μπορεί τελικά να πληρώσουμε ένα πολύ υψηλό τίμημα.

 

* Το πρωτότυπο δημοσιεύτηκε στα αγγλικά στο http://www.politico.eu/article/austrian-elections-are-a-wake-up-call-to-europe-green-party-far-right/

[1] Περισσότερα στο http://www.sigmalive.com/en/news/politics/145168/live-cyprus-polls-close-final-results-are-in

[2] Περισσότερα στο http://uk.reuters.com/article/uk-france-politics-le-pen-analysis-idUKKBN0TX25220151214

[3] Περισσότερα στο http://abcnews.go.com/Politics/trumps-unpopularity-stays-sky-high-cruz-hits-high/story?id=38370127

[4] Περισσότερα στο http://www.huffingtonpost.com/cas-mudde/from-shock-to-relief-why-_b_8806804.html

[5] Περισσότερα στο http://edition.cnn.com/2016/05/20/politics/donald-trump-hillary-clinton-unpopular/

[6] Περισσότερα στο http://www.electograph.com/2016/05/austria-may-2016-gallup-poll.html

[7] Περισσότερα στο http://blogs.lse.ac.uk/europpblog/2014/06/12/the-european-parliament-elections-show-the-increasingly-fragmented-nature-of-european-party-systems/

[8] Περισσότερα στο http://news.bbc.co.uk/1/hi/world/europe/5400270.stm

[9] Περισσότερα στο http://www.dailymail.co.uk/wires/reuters/article-3580636/Austrias-weakened-social-democrats-set-open-right-wing-FPO.html

[10] Περισσότερα στο http://journals.cambridge.org/action/displayAbstract?fromPage=online&aid=10245300& fileId=S0007123414000155

[11] Περισσότερα στο http://www.eurozine.com/articles/2010-08-31-mudde-en.html