Οι τρεις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που εντάσσονται στο πρόγραμμα νομισματικής χαλάρωσης προκειμένου να αντιμετωπιστούν ο αποπληθωρισμός και η ύφεση στην Ευρώπη, ήλθαν μάλλον με καθυστέρηση, έχουν μικρή εμβέλεια και τελικά θα έχουν σχετικά μικρό αντίκτυπο.
Τα τρία μέτρα είναι, ο μηδενισμός του επιτοκίου δανεισμού των τραπεζών από την Κεντρική Τράπεζα, τα αρνητικά επιτόκια για τη βραχυχρόνια τοποθέτηση διαθεσίμων από τις τράπεζες στην Κεντρική Τράπεζα και η αγορά πακέτων στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων που κατά μεγάλο μέρος διαθέτουν ασφαλιστικά ταμεία και επενδυτικά Funds.
Το πρώτο και το δεύτερο μέτρο πρακτικά εξαντλούν τα περιθώρια περαιτέρω νομισματικής χαλάρωσης, ενώ το τρίτο αφορά μία κατηγορία προϊόντων που δεν είναι διαδεδομένα στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές. Αποφασιστικότερη επιλογή θα ήταν φυσικά η αγορά ομολόγων, δημόσιου χρέους δηλαδή, όπως και μιας πιο διευρυμένης αγοράς χρηματοπιστωτικών προϊόντων, μόνο που αυτές οι προτάσεις, οι οποίες τέθηκαν στο συμβούλιο της Τράπεζας, αποσύρθηκαν στο πλαίσιο της συμβιβαστικής πρότασης που ψηφίστηκε.
Ο μικρός αντίκτυπος των αποφάσεων εκπορεύεται από την αλληλεξάρτηση των μεγάλων οικονομιών. Επί τέσσερα χρόνια οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Κίνα εφαρμόζουν επεκτατική πολιτική και η Ευρώπη περιοριστική. Η διεθνής ρευστότητα είναι ήδη πολύ υψηλή και η καθυστερημένη νομισματική χαλάρωση της Ευρώπης συμβαίνει τη στιγμή που οι άλλες οικονομίες, και κυρίως οι ΗΠΑ, έχοντας πετύχει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάκαμψης, σταδιακά εγκαταλείπουν τα έκτακτα μέτρα νομισματικής χαλάρωσης. Ο ετεροχρονισμός της Ευρώπης την παγιδεύει σε μια μεταστροφή της διεθνούς κινητικότητας των κεφαλαίων υπέρ των άλλων οικονομιών.
Ως εκ τούτου οι αποφάσεις της Κεντρικής Τράπεζας οδήγησαν σε πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου, μια στοχευμένη διαδικασία που εδώ και 6 μήνες έχει οδηγήσει την ισοτιμία από το 1,4 στο 1,3 και μετά τις προχθεσινές αποφάσεις οριακά κάτω από αυτό. Τούτο πρακτικά είναι και το όριο των επιλογών του Ντράγκι στο πλαίσιο του συμβιβασμού με τη γερμανική πλευρά.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η πολιτική ταυτόχρονα εξαντλεί τη δυναμική της και στρέφει την προσοχή, εκ των πραγμάτων, σε μία δυναμική παρέμβαση που αφορά τη δημοσιονομική και αναπτυξιακή πολιτική, εμπλέκοντας πλέον το ασφυκτικό δημοσιονομικό πλαίσιο που έχει ψηφιστεί για τη δημοσιονομική προσαρμογή όλων των χωρών του ευρώ ή την ασθενική αναπτυξιακή ατζέντα, της οποίας η συζήτηση αναβάλλεται από συμβούλιο σε συμβούλιο. Με μια λέξη, η νομισματική πολιτική τείνει να εξαντληθεί χωρίς καν να μπορεί να έχει μια σημαντική επίπτωση στην οικονομία.
Συνεπώς, με δεδομένη την επιμονή των υπέρμαχων της λιτότητας ότι η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας απαιτεί τον συνδυασμό της δημοσιονομικής πειθαρχίας, των λεγόμενων αλλαγών στην αγορά εργασίας και της αποδιάρθρωσης των κρατικών ρυθμίσεων που επιτείνουν τον αποπληθωρισμό, με τη νομισματική χαλάρωση ως αποκλειστικό εργαλείο, ο Ντράγκι προσδοκά ότι η υποτίμηση του ευρώ θα διευκολύνει τον εισαγόμενο πληθωρισμό, κυρίως από τις ΗΠΑ, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα.
Η συγκυρία πλέον έχει σχηματίσει δύο αντιτιθέμενα στρατόπεδα στην Ευρώπη. Κάθε ένα από αυτά επιδιώκει να προσαρμόσει την κοινή ατζέντα που διαμορφώνεται και αναπόφευκτα προκρίνει την επέκταση των παρεμβάσεων στα δικά του μέτρα. Ο συμβιβασμός της Κεντρικής Τράπεζας είναι η πρόωρη πράξη διαδοχικών συμβιβασμών που θα προκύψουν από έναν συνδυασμό μονομερών ενεργειών, όπως η μετατόπιση των δημοσιονομικών στόχων που ανακοίνωσε η Γαλλία, και διαδοχικών συμφωνιών που θα επακολουθήσουν στα περισσότερα θέματα.