Αστυνομικοί. Στη διάρκεια της χούντας τους φοβόμασταν, στη θέα τους μυρμήγκιαζε το κεφάλι μας – για να υιοθετήσουμε μια παλαιά έκφραση που θα ?χει τους λόγους του να τη χρησιμοποιεί ακόμη σήμερα ο κύριος Μαρκογιαννάκης. Με την πτώση της χούντας ξεθαρρέψαμε, όμως στις διαδηλώσεις και στις αφισοκολλήσεις ήμασταν πάντα προσεκτικοί. Η πολιτική ανυπακοή, βλέπετε, δεν ήταν ακόμη τσάμπα, μπορούσε να έχει σοβαρές επιπτώσεις, γι? αυτό και η πολιτική διαμαρτυρία δεν γινόταν ούτε για ψύλλου πήδημα ούτε με όμηρο την υπόλοιπη κοινωνία.
Στη γιορτή του Πολυτεχνείου του 1980 άνδρες των ΜΑΤ χτύπησαν άγρια και σκότωσαν τον φοιτητή Ιάκωβο Κουμή και την εργάτρια Σταματίνα Κανελλοπούλου. Ηταν ένα από τα τελευταία πάρτι άγριας καταστολής, σιγά σιγά η Αστυνομία μαζεύτηκε. Οι επόμενοι φόνοι που πυροδότησαν πολιτική σύγκρουση, ο φόνος του Καλτεζά το 1985 και ο φόνος του Γρηγορόπουλου το 2008, δεν ήταν αποτέλεσμα μιας γενικευμένης αστυνομικής πρακτικής. Δεν είναι σύνηθες δηλαδή να σε σκοτώνει ο αστυνομικός επειδή διαδηλώνεις, επειδή διακινείς τις τάδε ή τις δείνα απόψεις, το Χι ή το Ψι lifestyle.
Ισα ίσα. Στη Μεταπολίτευση η Αστυνομία έγινε, όπως και το υπόλοιπο Δημόσιο, όπλο στα χέρια των κομμάτων που προσπορίζονταν τα οφέλη από τον έλεγχο και τη χρήση του πελατειακού κράτους – παρέμεινε και μετά το ΑΣΕΠ, διότι τα κόμματα είχαν λόγο στους διορισμούς και στις αποσπάσεις. Αυτό, βεβαίως, δεν εμπόδιζε την αυτοπροσδιοριζόμενη ως αντιαυταρχική πολιτική κουλτούρα να χτίζει τείχη απέναντι στους «μπάτσους» – που συχνά έγιναν στόχος της τρομοκρατίας αλλά, κυρίως, υβρίζονταν κατά σύστημα επειδή πάντα ήταν «οι απέναντι», επειδή πάντα ήταν το σύνορο, το ανθρώπινο όριο που αν υποχωρούσε στις διαδηλώσεις τα κινήματα θα είχαν καταγάγει συμβολική νίκη.
Λένε σήμερα ότι η Αστυνομία είναι της Χρυσής Αυγής. Πιθανόν να έχει περισσότερους χρυσαυγίτες απ? όσους άλλες κοινωνικές ομάδες. Τους χαρίσαμε στην εξτρεμιστική οργάνωση της Ακροδεξιάς με τον τρόπο που τους φερθήκαμε – σαν να είναι, φύσει και θέσει, εχθροί του λαού. Τους χτυπήσαμε, τους περιφρονήσαμε… Ιδίως οι άνδρες των ΜΑΤ, που χωρίς πόρους και με μοναδικό μέλλον ένα γραφείο κι ύστερα τη σύνταξη, μόνο δηλαδή την επιβίωση, επί χρόνια ακούν καλοζωισμένους «απέναντι» να τους βρίζουν και να τους περιφρονούν, πώς να συνταχθούν μαζί τους;
Το 1968, ο αριστερός ιταλός σκηνοθέτης Πιερ-Πάολο Παζολίνι έγραψε ένα ποίημα που απευθυνόταν στους νεολαίους του ιταλικού ΚΚ. «Είστε φοβισμένοι», τους έλεγε, «αβέβαιοι, απελπισμένοι / (υπέροχα), αλλά ξέρετε και να συμπεριφέρεστε / σαν τραμπούκοι και ασφαλείς εκβιαστές: / προνομιούχοι μικροαστοί, φίλοι. / Οταν χθες στη Βάλε Τζούλια πλακωθήκατε / με την Αστυνομία / εγώ συμπαθούσα τους αστυνομικούς! / Γιατί οι αστυνομικοί είναι τα παιδιά των φτωχών (…)».
Είναι μια διάσταση που δεν μπορεί να μας διαφεύγει.