* ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ Ι.Δ.Ε.Ε.Σ., «Η ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΡΙΤΟ ΔΡΟΜΟ»
Στα τελευταία εκατό χρόνια είχαμε αρκετές οικονομικές κρίσεις και μια υγειονομική με οικονομικές συνέπειες συγκρίσιμες με αυτές της κρίσης του 1929.
Ξεκινώ την παρέμβαση μου στη σημερινή μας συζήτηση με μια ειδική αναφορά στην κρίση του 1929 γιατί η πρωτοφανής και παρατεταμένη ύφεση της κρίσης εκείνης οδήγησε σε αλλαγή του οικονομικού παραδείγματος και του πολιτικού σκηνικού στην Ευρώπη.
Στο νέο οικονομικό παράδειγμα κυριάρχησαν οι κευνσιανές απόψεις και η ανάδειξη του ρόλου του κράτους στην αποκατάσταση της ισορροπίας στην οικονομία μετά από μια παρατεταμένη διαταραχή στην πλευρά της ζήτησης.
Να τονίσω ότι στην κρίση του 1929 αποδομήθηκε για πρώτη φορά το μύθευμα ότι οι αγορές αυτορρυθμίζονται.
Η αλλαγή του οικονομικού παραδείγματος υποστηρίζω ότι -μεταξύ άλλων παραγόντων – συνέβαλε καθοριστικά και στην ανάδειξη και κυριαρχία των Σοσιαλιστικών/Σοσιαλδημοκρατικών και Εργατικών κομμάτων στα μεταπολεμικά χρόνια.
Τα συντηρητικά κόμματα την περίοδο εκείνη προσαρμόστηκαν και δεν τόλμησαν να αμφισβητήσουν τις κεντρικές επιλογές των Σοσιαλιστικών κομμάτων.
Μια από τις σημαντικότερες μεταπολεμικές κατακτήσεις των δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Δημοκρατικού Σοσιαλισμού ήταν η επίτευξη της συνύπαρξης της Δημοκρατίας με τον καπιταλισμό και η διασφάλιση της κοινωνικής σταθερότητας μέσω πολιτικών καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων και της ανεργίας.
Όλα αυτά έγιναν πραγματικότητα όταν οι δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας, με βάση την προπολεμική εμπειρία, κατανόησαν ότι, χωρίς έλεγχο των αγορών, παρέμβαση του κράτους για ενίσχυση της ζήτησης σε συνθήκες ύφεσης και για παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, ο καπιταλισμός με τις περιοδικές κρίσεις του θέτει σε κίνδυνο τη Δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή.
Η ανατροπή κευνσιανού οικονομικού παραδείγματος ήρθε με την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970. Οι προτάσεις του δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του στασιμοπληθωρισμού.
Αυτή οδήγησε σε νέα μεταστροφή στις ιδεολογικές αντιλήψεις για την ακολουθητέα οικονομική πολιτική, τον ρόλο των αγορών και του κράτους.
Η μεταστροφή αυτή αποκλήθηκε Συναίνεση της Ουάσινγκτον όρος που οφείλεται στον οικονομολόγο Williamson 1989 και περιγράφει ένα πλέγμα οικονομικών προτεραιοτήτων μεταξύ των οποίων η δημοσιονομική πειθαρχία, η πλήρης απελευθέρωση των χρηματαγορών, η απορρύθμιση των αγορών και ιδιωτικοποιήσεις.
Η επέλαση της και η άκριτη υιοθέτηση της από τους Τριτοδρομικούς της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας εξηγεί σε σημαντικό βαθμό την κατάρρευση των Σοσιαλιστών/Σοσιαλδημοκρατών στην Ευρώπη.
Θα περίμενε κανείς ότι η κρίση του 2008 που είχε τις ρίζες της στα ιδεολογήματα της Συναίνεσης της Ουάσινγκτον και οι πολύχρονες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες της και ειδικότερα της λιτότητας θα οδηγούσαν σε αλλαγή οικονομικού παραδείγματος. Αυτό δεν συνέβη.
Αντίθετα, το υφιστάμενο παράδειγμα υπαγόρευσε τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους στην Ευρώπη.
Αν σε κάτι επηρέασε η κρίση του 2008 τις οικονομικές αντιλήψεις ήταν στην αποδόμηση της άποψης ότι η πλήρης απορρύθμιση των αγορών οδηγεί σε αποτελεσματικότερη λειτουργία της οικονομίας.
Δώδεκα χρόνια αργότερα όταν ξέσπασε η κρίση πανδημίας η Συναίνεση της Ουάσιγκτον ήταν υπό αμφισβήτηση.
Η οριστική επιβεβαίωση της ήττας των ιδεολογημάτων της δεκαετίας του 1980 ήρθε με την έκκληση διοικητών κεντρικών Τραπεζών προς κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε δημοσιονομικές παρεμβάσεις για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της πανδημίας.
Σήμερα αντιμέτωποι με τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης είμαστε σε μια μεταβατική φάση χωρίς ένα κυρίαρχο οικονομικό παράδειγμα.
Οι Σοσιαλιστές/Σοσιαλδημοκράτες στην Ευρώπη παρά τις μερικές επιτυχίες τους παραμένουν αποδυναμωμένοι.
Το κρίσιμο ερώτημα για τους Σοσιαλιστές είναι αν χρειάζονται ένα νέο οικονομικό παράδειγμα που θα βοηθήσει στην επιστροφή τους σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ευρώπη;
Ο οικονομολόγος Ντάνι Ρόντρικ είπε ότι θα ήταν ευχής έργον να αποφύγουμε μια νέα παγκόσμια συναίνεση στα οικονομικά γιατί ποτέ δεν ξέρεις πού θα οδηγήσει.
Ίσως είναι προτιμότερο να έχουμε διαφορετικές επιλογές στην οικονομική πολιτική των χωρών που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους ανάλογα με τις περιστάσεις και όχι στην επιβολή μιας κοινής παγκόσμιας οικονομικής συνταγής για όλες τις κρίσεις και σε όλες τις χώρες που πολλές φορές έχουν διαμετρικά συγκρουόμενες ανάγκες και προτεραιότητες.
Αν λοιπόν δεν στηριχτούμε σε ένα νέο οικονομικό παράδειγμα πως θα ανασυνταχθεί ο Δημοκρατικός Σοσιαλισμός στην Ευρώπη;
Αν θέλουμε να μιλήσουμε για την ανασύνταξη του πρέπει να απαντήσουμε σε τρία ερωτήματα που αφορούν το παρελθόν και το παρόν του για να ψηλαφίσουμε αν και ποιες είναι οι μελλοντικές προοπτικές του στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Ελλάδα.
Ερώτημα πρώτο: Τι φταίει για την πτώση των Σοσιαλιστών;
Θεωρώ ότι σε μεγάλο βαθμό φταίει η ήττα μας στη μάχη των ιδεών.
Η αποδοχή –σιωπηρή ή με αντιρρήσεις– των παραδοχών της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον για πλήρη απελευθέρωση των αγορών, μείωση του εποπτικού ρόλου του κράτους στο όνομα της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, την μονομερή έμφαση στην ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις υποβαθμίζοντας τη σημασία της ασφάλειας και αξιοπρεπούς διαβίωσης των εργαζομένων.
Αυτά οδήγησαν σε ενίσχυση της αβεβαιότητας και επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών και προοπτικών κοινωνικών στρωμάτων που παραδοσιακά αναζητούσαν πολιτική έκφραση μέσα από αυτά.
Ένας δεύτερος λόγος για την καθοδική πορεία υπήρξε η αδύναμη και αναποτελεσματική προετοιμασία των μελών και ψηφοφόρων τους και η ανεπαρκής αντίδραση τους στις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης.
Θέσεις εργασίας στην Ευρώπη καταστρέφονταν γιατί μεταφέρθηκαν στην Ασία χωρίς όμως σε πολλές χώρες να υπάρξει αποτελεσματική πολιτική επανακατάρτισης για αυτούς που έμεναν χωρίς δουλειά ή ζούσαν σε περιοχές που αποβιομηχανοποιούνταν.
Αυτό οδήγησε στην πράξη να επιλεγεί η μείωση φόρων εισοδήματος κεφαλαίου και να αυξηθούν οι φόροι εισοδήματος από την εργασία για να μείνουν στην χώρα οι επιχειρήσεις.
Το αποτέλεσμα ήταν να περικοπούν τα επιδόματα ανεργίας για να υποχρεωθούν οι άνεργοι να δουλέψουν, τα κοινωνικά προγράμματα οι επενδύσεις στις υποδομές παιδείας και υγείας για δημοσιονομικούς λόγους.
Οι Σοσιαλιστές μετά την δημιουργία της ΟΝΕ στην ΕΕ και την έλευση της παγκοσμιοποίησης έχασαν εργαλεία πολιτικής που αξιοποιούσαν την χρυσή τριακονταετία 1945-1975 για να εξασφαλίσουν πλήρη απασχόληση και καλούς μισθούς.
Στο εσωτερικό της ευρωζώνης οι αυστηροί δημοσιονομικοί κανόνες καθιστούν αναποτελεσματικό τον εθνικό κευνσιανισμό σε χώρες με μεγάλο δημόσιο χρέος.
Τρίτος παράγοντας η αναδιάταξη της κοινωνικής διαστρωμάτωσης ως αποτέλεσμα της αναδιοργάνωσης της οικονομίας και η δημιουργία νέων ταυτοτήτων.
Μια ερμηνεία για την τάση αυτή προσφέρει μια έρευνα μιας ομάδας υπό τον Πικετί.
Οι πλούσιοι και οι μορφωμένοι στο παρελθόν ψήφιζαν συντηρητικά κόμματα ενώ οι πιο φτωχοί και χωρίς παιδεία ψήφιζαν σοσιαλδημοκράτες ή εργατικούς.
Μέχρι την αρχή του 21ου αιώνα είχε συντελεστεί μια έντονη αντιμετάθεση: Οι πολίτες με υψηλή εκπαίδευση ψηφίζουν τώρα αριστερά στην οποία συμπεριλαμβάνονται τα πράσινα κόμματα, ενώ οι ελίτ των υψηλών εισοδημάτων και του πλούτου συνεχίζουν να ψηφίζουν δεξιά.
Ταυτόχρονα, όλο περισσότεροι πολίτες με χαμηλό εισόδημα και περιορισμένη μόρφωση ελκύονται από τον εθνικιστικό, λαϊκίστικο και αντιμεταναστευτικό λόγο των δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων.
Τέλος οι πολιτικές για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις απέτρεπαν κλαδικές πολιτικές ή τη στήριξη της βιομηχανίας.
Οι αγορές υπαγόρευαν τις κατευθύνσεις της χρηματοδότησης. Με αποτέλεσμα φούσκες σε πολλές αγορές και τον προσανατολισμό σε αδιέξοδα παραγωγικά πρότυπα σε πολλές χώρες όπως η Ελλάδα.
Συμπέρασμα: Η έξαρση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων κατά την τελευταία τριακονταετία προκλήθηκε από την οικονομική πολιτική που υπαγορεύονταν από την Συναίνεση της Ουάσιγκτον. Οι Σοσιαλδημοκράτες του Τρίτου Δρόμου και όχι μόνο δεν αντιτάχθηκαν σε αυτές τις επιλογές το πλήρωσαν και συνεχίζουν να το πληρώνουν ακριβά.
Οι πολιτικές όμως απέναντι στην κρίση πανδημίας και στην ενεργειακή κρίση σε όλο τον κόσμο ήταν κευνσιανές δεν ήταν νεοφιλελεύθερες.
Ακόμη και οι υπερασπιστές της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον σήμερα αναγνωρίζουν την αποτυχία των trickle down economics.
Οι κρίσεις οδήγησαν στην αποδόμηση της θέσης ότι ο καπιταλισμός μπορεί να συνεχίσει να παράγει πλούτο χωρίς σκαμπανεβάσματα που απειλούν την κοινωνική συνοχή.
Ανέτρεψαν και τη δοξασία ότι η Δημοκρατία κυριάρχησε οριστικά σε όλο τον κόσμο και κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει.
Η Σοσιαλδημοκρατία σε αυτή τη συγκυρία των αλλεπάλληλων κρίσεων οφείλει να διατυπώσει νέες πολιτικές προτάσεις σε εθνικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο της ΕΕ.
Το ερώτημα για την Ε.Ε. είναι πώς θα κινηθεί την επόμενη ημέρα μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση;
Η δημοσιονομική πολιτική στην Ε.Ε. την επόμενη ημέρα παραμένει ανοικτό ζήτημα.
Από την άλλη πλευρά, με μια πρωτοφανή για τα δεδομένα της Ε.Ε. πρωτοβουλία αποφασίστηκε η δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για να στηριχτεί η αναδιάρθρωση των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Είναι μια κίνηση που έμμεσα ενισχύει τα ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά της Ε.Ε. αφού οδηγεί σε κοινή έκδοση χρέους.
Είναι πλέον ανάγκη να υιοθετηθούν οι προτάσεις για δημιουργία ενός μόνιμου σταθεροποιητικού μηχανισμού στην ευρωζώνη, ενός μόνιμου μηχανισμού, όπως το SURE, για την αντιμετώπιση της ανεργίας και η έκδοση ευρωομολόγων.
Αν μετά την κρίση η δημοσιονομική πολιτική στην Ευρώπη υπαγορευτεί ξανά από τις απόψεις των «φειδωλών» τότε στην επόμενη κρίση ο ευρωσκεπτικισμός θα ενισχυθεί σε βαθμό επικίνδυνο για την ομαλή πορεία της Ε.Ε.
Για να κερδηθεί η μάχη απέναντι στους φειδωλούς πρέπει να αξιοποιηθούν από την Ελλάδα που έχει ευνοηθεί στην κατανομή κατά τον αποτελεσματικότερο τρόπο οι πόροι του ΤΑΑ.
Αυτό δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο με το σχέδιο που υπέβαλε η κυβέρνηση της ΝΔ.
Σε ό,τι αφορά τις κρατικές ενισχύσεις στην Ευρώπη έχουν ακουστεί φωνές που ζητούν να αναθεωρηθούν οι σχετικοί κανόνες ώστε να είναι δυνατή η χάραξη μιας βιομηχανικής πολιτικής. Ειδικά τώρα που επανεξετάζεται με το κριτήριο της ασφάλειας το ζήτημα της παγκόσμιας αλυσίδας εφοδιασμού.
Σε ότι αφορά τα προτάγματα για το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής οι προκλήσεις είναι πολλαπλές.
Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής στο επόμενο διάστημα ενόψει εθνικών εκλογών θα κληθεί να παρουσιάσει το όραμα του για τη χώρα και τις προγραμματικές του θέσεις για τις πολιτικές οικονομικές και κοινωνικές προτεραιότητες στα αμέσως επόμενα χρόνια.
Κεντρική θέση στο υπό κατάρτιση πρόγραμμα θα πρέπει να είναι η ανασυγκρότηση του παραγωγικού προτύπου ώστε να γίνει πιο ανθεκτικό στις κρίσεις και πιο δυναμικό στις αναπτυξιακές επιδόσεις.
Η ενίσχυση της εξωστρέφειας πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο πολιτικού σχεδιασμού της κυβέρνησης και να μην αφεθεί αποκλειστικά στις δυνάμεις της αγοράς μέσω της ροής των κεφαλαίων. Όπως και η ενίσχυση του ρόλου της μεταποίησης στην ελληνική οικονομία.
Να δεσμευτούμε ότι η δική μας αναπτυξιακή πρόταση θα διαχέει τα οφέλη σε όλα τα εισοδηματικά στρώματα, με προτεραιότητα όσους θίχτηκαν από τις κρίσεις της τελευταίας δωδεκαετίας.
Ότι ο πράσινος και ψηφιακός μετασχηματισμός θα γίνει με δίκαιο τρόπο. Σε μια περίοδο διαρκών μετασχηματισμών θα δοθεί προτεραιότητα στα προγράμματα διαρκούς κατάρτισης.
Ότι θα περιοριστεί η ενεργειακή φτώχεια και θα προστατευτούν οι πλέον ευάλωτοι από την ακρίβεια.
Ότι θα υιοθετήσουμε το στόχο για πλήρη απασχόληση και επανισορρόπηση στην κατανομή των φορολογικών βαρών εισοδήματος από εργασία και κεφάλαιο. Με την επιβολή φορολογίας καθαρού πλούτου και κληρονομιών. Με κατάργηση της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης για όλους τους πολίτες.
Οι απαλλαγές στη φορολογία κεφαλαίου στερούν από τους εργαζόμενους τη δυνατότητα για αξιοπρεπή μισθό και αποδυναμώνουν τη χρηματοδότηση του κοινωνικού κράτους. Αναγκαίου περισσότερο από κάθε άλλη φορά όπως φάνηκε από την υγειονομική και ενεργειακή κρίση.
Ότι η οικονομική πολιτική μας θα χαρακτηρίζεται από την κοινωνική της διάσταση όπως συναποφασίστηκε στη Σύνοδο του Πόρτο τον Μάιο του 2021.
Ότι θα δοθεί προτεραιότητα για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και του ρόλου του κοινωνικού διαλόγου.
Ότι θα δοθεί προτεραιότητα στην αποτελεσματική λειτουργία της δικαιοσύνης για γρήγορη έκδοση αποφάσεων.
Ότι θα μεριμνήσουμε για ενίσχυση των ανεξάρτητων θεσμών.
Για να αντιμετωπίσουμε τις ανισότητες αλλά και τη φτώχεια, δεν υπάρχει άλλο σημαντικό εργαλείο εκτός από την κυβέρνηση.
Ο ρόλος της κυβέρνησης είναι να αποφασίζει νόμους και ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν τη δυνατότητα συσσώρευσης μεγάλων περιουσιών ή τη μεταβίβασή τους στις μελλοντικές γενεές.
Δεν υπάρχει άλλος θεσμός που να μπορεί να πραγματοποιήσει μια πολιτική αναδιανομής.
Η Δημόσια Διοίκηση όμως θα πρέπει να είναι αποτελεσματική και να λειτουργεί με αξιοκρατικά και όχι κομματικά/πελατειακά κριτήρια.
Σε συνεργασία με αντίστοιχες δυνάμεις στην Ευρώπη, να εργαστούμε για την αποκατάσταση του ρόλου της Πολιτικής και της Δημοκρατίας έναντι των αγορών.
Με αναγνώριση της ανάγκης για δημοσιονομική σταθερότητα, ισχυρότερο ρυθμιστικό ρόλο για το κράτος, αλλά και ενίσχυση των πολιτικών στήριξης όσων θίγονται από τις κρίσεις του καπιταλισμού.
Προκειμένου να εξανθρωπιστεί η παγκοσμιοποίηση και να θωρακιστεί η Δημοκρατία από τους κινδύνους που την απειλούν.
Αυτά πρέπει να είναι τα ιδεολογικά και προγραμματικά προτάγματα για το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής ώστε να επιστρέψει ως πρωταγωνιστής στην πολιτική ζωή της χώρας.