«Αυτό δεν είναι Διακήρυξη δημιουργίας νέου κόμματος. Είναι έκκληση και πρόσκληση». Ετσι ξεκινά το κείμενο των 58 που καλεί για την ανασυγκρότηση του χώρου, τη δημιουργία μιας ελληνικής «Ελιάς». Σε ποιους απευθύνεται; Σε πολίτες, κόμματα και φορείς, από τη σοσιαλδημοκρατία, το φιλελεύθερο κέντρο, τη δημοκρατική αριστερά, την πολιτική οικολογία, τον προοδευτικό ευρωπαϊσμό. Εν ολίγοις, στο σύνολο του κερματισμένου χώρου μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, που συνηθίζουμε να ονομάζουμε κεντροαριστερά.
Ορισμένοι εναντιώθηκαν στη συμπερίληψη του ΠΑΣΟΚ μεταξύ των αποδεκτών της πρόσκλησης. «Γιατί προς το ΠΑΣΟΚ;». «Μα το ΠΑΣΟΚ είναι νεκρό». «Αταφο πτώμα», «σε τυμπανιαία κατάσταση». Ο ιατροδικαστικός λόγος ασκούσε πάντα μια μακάβρια πολιτική γοητεία. Γιατί λοιπόν το ΠΑΣΟΚ; Διότι, πρώτον, καμία κεντροαριστερά δεν μπορεί να ανασυσταθεί ερήμην των μόνων κομμάτων που διαθέτουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Ακόμα και σκιά του εαυτού του, το ΠΑΣΟΚ ψηφίζεται από ένα σημαντικότατο μέρος του εκλογικού σώματος. Δεύτερον, σε κάθε καχύποπτο που φοβάται ότι η Ελιά θα λειτουργήσει ως μακρύ χέρι του ΠΑΣΟΚ, αντιστοιχεί ένας Πασόκος που ανησυχεί ότι η Ελιά είναι όχημα διάλυσης του ΠΑΣΟΚ. Τρίτον, μια διάλυση του ΠΑΣΟΚ, που ορισμένοι υπερφίαλα ζητούν, θα γκρέμιζε την κυβέρνηση και μαζί την πολιτική σταθερότητα που χρειάζεται απεγνωσμένα η οικονομία. Τέταρτον, η ανανέωση στην πολιτική δεν είναι παρθενογένεση, ούτε το νέο εμφανίζεται από το πουθενά. Η αλλαγή είναι εξέλιξη, μεταρρύθμιση, συνέχεια. Συμβαίνει όταν το παλιό μπολιαστεί με το νέο, κι η σύνθεση δημιουργήσει μια νέα ισορροπία. Η Ελιά εκφράζει το μοναδικό εγχείρημα συνένωσης όλων, υπό μια νέα κοινή στέγη. ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ θα είναι αυτόνομες συνιστώσες ανάμεσα σε άλλες ποιοτικές πρωτοβουλίες και δυνάμεις. Η Ελιά είναι ο καταλύτης που θα γεννήσει το νέο που τις υπερβαίνει.
Αλλά κι αυτή η συζήτηση χάνει τη μεγάλη εικόνα. Ποια είναι η μεγάλη εικόνα; Μια μεγάλη κεντροαριστερή παράταξη είναι απαραίτητη για τη δημοκρατία, την οικονομία, την κοινωνία, και την οποιαδήποτε αυριανή διακυβέρνηση της χώρας.
Η δημοκρατία χρειάζεται μια μεγάλη κεντροαριστερά. Η χώρα είναι βαθιά πολωμένη με όρους σχεδόν μετεμφυλιακούς. Η ακραία σύγκρουση Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί συνθήκες εθνικού διχασμού, σε μια περίοδο που η δημοκρατία πρέπει να επουλώσει τα τραύματα της Μεγάλης Υφεσης και της διαίρεσης «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο», ανακτώντας ένα μίνιμουμ εθνικής ενότητας. Ενας ισχυρός πόλος κεντροαριστεράς θα λειτουργούσε γεφυροποιητικά, ως δύναμη εξισορρόπησης και καταλλαγής μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Θα συνέβαλλε στην αποκατάσταση μιας ελάχιστης εθνικής συναίνεσης «ώστε ο πολιτικός αντίπαλος να μη γίνει πάλι εσωτερικός εχθρός» (κείμενο 58).
Η οικονομία χρειάζεται κι αυτή μια σοβαρή μεταρρυθμιστική κεντροαριστερά, που θα ξεπερνά το πελατειακό και κρατικίστικο παρελθόν του ΠΑΣΟΚ. Που θα μπορέσει να διευρύνει την ιδεολογική εμβέλεια και αξιοπιστία του υπό διαμόρφωση νέου παραγωγικού προτύπου της χώρας, η μετάβαση στο οποίο είναι επείγουσα όσο ποτέ. Καμία μεγάλη μεταρρύθμιση διεθνώς δεν εμπεδώθηκε σε ιστορική διάρκεια χωρίς διακομματική αποδοχή. Το ΕΣΥ της Βρετανίας θεσπίστηκε από τους Εργατικούς και παγιώθηκε επειδή το διατήρησαν οι Συντηρητικοί. Η κοινωνική οικονομία της αγοράς στη Γερμανία θεμελιώθηκε από τους χριστιανοδημοκράτες αλλά στηρίχθηκε από τους σοσιαλδημοκράτες, όπως και οι μεταρρυθμίσεις Σρέντερ από την κυβέρνηση Μέρκελ. Η μετάβαση σε ένα διατηρήσιμο, εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο απαιτεί ισχυρούς διακομματικούς υπερασπιστές, δεξιά και κεντροαριστερά. Ιδίως εφόσον ο οικονομικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ περιφρονεί την αγορά, περιπλανώμενος μεταξύ νεοκομμουνισμού, πρώιμου παπανδρεϊσμού, και λατινοαμερικάνικου λαϊκισμού.
Η κοινωνία χρειάζεται προοδευτικές πολιτικές που θα συνθέτουν τη μεταρρύθμιση με την κοινωνική δικαιοσύνη. Την ανασύσταση ενός οικονομικά βιώσιμου κράτους πρόνοιας «ως συμμαχία των λαϊκών και των μεσαίων στρωμάτων, ώστε να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες που γέννησαν η ανεργία, η περιθωριοποίηση και η ανασφάλεια», και ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, όπως γράφει και το κείμενο των 58. Αλίμονο εάν το αίτημα της κοινωνικής προστασίας παραδοθεί αμαχητί στον λαϊκισμό της μαξιμαλιστικής αριστεράς ή της λαϊκής δεξιάς, ή στις «μόνο για Ελληνες» πρωτοβουλίες της φασιστικής Χ.Α.
Οποιαδήποτε αυριανή κυβέρνηση, και η χώρα, πιθανότατα θα χρειαστεί έναν μετριοπαθή κεντροαριστερό εταίρο που να λειτουργεί σταθεροποιητικά, αγκυρώνοντας την κυβέρνηση στην πραγματικότητα, και τη χώρα στον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό. Μετριάζοντας τα συντηρητικά κι εθνικιστικά αντανακλαστικά μιας κεντροδεξιάς πλειοψηφίας, ή αντίστοιχα τον ιδεολογικό βολονταρισμό μιας αριστερής. Και επιτρέποντας σε οποιαδήποτε κυβέρνηση, στη μεγάλη διαπραγμάτευση της Ευρώπης, να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Ελλάδας και του Νότου από μια καλύτερη βάση γνώσης και εμπειρίας.
Ολες αυτές οι προτεραιότητες απαντούν και στο ερώτημα για τον ρόλο του ΠΑΣΟΚ στην Ελιά. Η Ελιά δεν θα αποκτήσει ποτέ το αναγκαίο πολιτικό εκτόπισμα εάν δεν ενσωματώσει το ΠΑΣΟΚ, ιδεωδώς και τη ΔΗΜΑΡ, τα δύο μοναδικά μαζικά κόμματα του χώρου. Αλλά η Ελιά δεν θα καταφέρει ποτέ να ανταποκριθεί στις ποιοτικές απαιτήσεις των καιρών εάν δεν μπορέσει, τα υπάρχοντα κόμματα, να τα υπερβεί και να τα ξεπεράσει.