Οδηγεί τη χώρα στην έξοδο;

Δημήτρης Καλουδιώτης 09 Ιουλ 2015

Με όχημα την   υφαρπαγή  της λαϊκής εμπιστοσύνης

Πολιτικές μάχες όπως το ψευδεπίγραφο Δημοψήφισμα  τις κερδίζει εκείνος που έχει την πολιτική πρωτοβουλία και τη δυνατότητα αξιοποίησης των οργανωτικών και άλλων πλεονεκτημάτων, θεμιτών και αθέμιτων. Από  αυτή την άποψη η πρωτοβουλία  Τσίπρα είναι ηθελημένα πρωτοβουλία  υφαρπαγής της λαϊκής συναίνεσης  την οποία διάνθισε με τα κάλπικα ερωτήματα του Δημοψηφίσματος.

Πέραν τούτων η μάχη κρίθηκε στα υπαρκτά πλεονεκτήματα που είχε η κυβέρνηση και τα οποία πολλές φορές υποτιμούσαμε. Τα πιο σημαντικά ήταν:

– Ο Πρωθυπουργός, παρά τη φθορά του  στο εσωτερικό της νομενκλατούρας του Σύριζα, στην οποία κατά κάποιο τρόπο προήδρευε, διατηρούσε ακόμη σημαντική επιρροή στο εθνικό ακροατήριο. Οι παρεμβάσεις του  με τα συνεχή διαγγέλματα ανέτρεψαν την κατάσταση όταν η τάση προς το ναι, η οποία ξεκίνησε από πολύ χαμηλά, εμφάνιζε σημεία υπεροχής.

– Στην κυβερνητική προσπάθεια υπήρχε σταθερός αρωγός η Χρυσή Αυγή προσθέτοντας ένα συμπαγές περίπου 7 % στο κυβερνητικό στρατόπεδο.

– Η συνέχιση της παραμονής του Α. Σαμαρά στην ηγεσία της ΝΔ ήταν σημαντικό πλεονέκτημα για το κυβερνητικό στρατόπεδο το οποίο άλλωστε θα αξιοποιούσε την απέχθεια του κόσμου για τον σύνολο παλιό πολιτικό κόσμο.

Μέσω αυτού του εκλογικού αποτελέσματος – το οποίο θεωρήθηκε από τους εταίρους εκβιαστικό και ενίσχυσε τη δυσπιστία τους  –  το μόνο αξιοσημείωτο κέρδος για τον πρωθυπουργό ήταν ότι:  Από πρόεδρος ενός συστήματος καπετανάτων απόκτησε την δυνατότητα  να γίνει ηγέτης. Θα μπορούσε να περιορίσει την επιρροή των διάφορων ηγετών  αλλά και της ίδιας της  νομενκλατούρας (των συνιστωσών). Δηλαδή της  Κωνσταντοπούλου, του Λαφαζάνη κλπ .

Η εκτίμησή μας είναι πως ο κ. Τσίπρας δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει αυτό το πλεονέκτημα. Γιατί, η ιδεολογική και πολιτική του συγκρότηση δεν είναι καθαρή και εκ των  πραγμάτων   σέρνεται πίσω από τα ιδεολογήματα της νομενκλατούρας που τον ανέδειξε. Αυτό εξηγεί σε ένα βαθμό το ξόδεμα τόσου χρόνου σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις. Ο κ. Τσίπρας φοβάται το πολιτικό κόστος

Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ο κ. Τσίπρας ένας νέος πολιτικός πηγαίνοντας στην Ευρώπη έχει διδαχθεί και επομένως με την δύναμη που απόκτησε θα επιχειρήσει να αλλάξει τα δεδομένα, να απαλλαγεί από ένα σύστημα που ζει στις προ του 1989 φαντασιώσεις. Αντί  αυτού ο κ. Τσίπρας επιδίδεται μεγαλομανώς σε τηλεφωνήματα και απεριόριστες και άχρηστες επαφές με τους ηγέτες των μεγάλων χωρών.

Όμως και το γενικότερο περιβάλλον Σύριζα είναι αποστειρωμένο και χωρίς υπερβολές φουνταμενταλιστικό. Δεν είναι τυχαίο ότι η μόνη λύση αντικατάστασης του Βαρουφάκη ήταν ο Τσακαλώτος καθηγητής και αυτός στον ίδιο κύκλο του Πανεπιστημίου της Αθήνας με τις ίδιες παλαιομαρξιστικές φαντασιώσεις. Ακόμα κι αν ο πρωθυπουργός κατέφευγε σε εκλογές πάλι δεν θα διέθετε υποψήφιους οι οποίοι να γνωρίζουν το σύγχρονο κόσμο.

Τα λέμε όλα αυτά γιατί ιστορικά πολλές φορές  αιτήματα  μιας χώρας, όπως είναι τώρα η ενσωμάτωση στην ευρωπαϊκή κανονικότητα, τα οποία διατυπώνονται από άλλες πολιτικές δυνάμεις τελικά τις υλοποιούν  αντίπαλες. Θα ήταν μια  κάποια λύσις…

Εκ των πραγμάτων λοιπόν οι δυνατότητες που απόκτησε ο Τσίπρας δεν είναι εθνικά αξιοποιήσιμες. Το αντίθετο είναι τώρα (που γράφονται αυτές οι γραμμές) στην Ευρώπη συνεχίζοντας να  θρυμματίζει με τις επιθετικές  αοριστίες του εναντίον των εταίρων μας και    τα έσχατα ψήγματα εμπιστοσύνης. Εμμένει στα ιδεολογήματα υπεράσπισης  της εθνικής ακινησίας. Οι πιθανότητες να γυρίσει με συμφωνία είναι πλέον μικρές. Αλλά και αν στο τέλος εξ ανάγκης «καταφύγει» σε συμφωνία η αδυναμία υλοποίησής της θα εμφανιστεί από την επομένη. Η χώρα θα συνεχίσει να καταστρέφεται μέσα στην αβεβαιότητα όσο παραμένουν στη διακυβέρνηση.

Η σωτηρία της χώρας, όπως ιστορικά πολλές φορές συνέβη, περιέρχεται και πάλι στα χέρια των ευρωπαϊκών ηγεσιών οι οποίες ελπίζουμε να κατανοούν την δύσκολη εσωτερική «αιχμαλωσία» στην οποία έχουμε περιέλθει. Γιατί ο κίνδυνος δεν είναι μόνο η έξοδος της χώρας από το Ευρώ και η φτώχεια που θα επακολουθήσει. Ο κίνδυνος είναι να δημιουργηθεί μια αποτυχημένη πολιτεία, ένα  κράτος ιστορικό κακέκτυπο του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού και άλλων αυταρχικών παραδειγμάτων τύπου Λατινικής Αμερικής, στην Νοτιοανατολική Ευρώπη…

«Μένουμε Ευρώπη»: Ελπίδα παρά το αποτέλεσμα.

Εκτός της Ευρώπης ως τελευταίο καταφύγιο, στη χώρα μας υπήρξε επιτέλους ένα έναυσμα αφύπνισης το οποίο μάλιστα με το «Δημοψήφισμα» απόκτησε μια ελάχιστη μορφοποίηση. Πρόκειται για το κίνημα πολιτών «Μένουμε Ευρώπη».

Στο Δημοψήφισμα η πλευρά του Ναι βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο να αντιμετωπίζει ένα πραξικοπηματικό αιφνιδιασμό και με χρονικά περιθώρια  ελάχιστα. Χωρίς πολιτικό κέντρο καθοδήγησης ή καλύτερα με πολιτικά κέντρα μερικά από τα οποία ακόμα και η ύπαρξή τους δημιουργούσε προβλήματα. Το δικαιολογημένο φλερτάρισμα με την αποχή από ένα τέτοιου είδους δημοψήφισμα προσέκρουε στην αρνητική εμπειρία των αποχών στη χώρα μας. Οι παραδόσεις βέβαια υπάρχουν για να ξεπερνιούνται…

Η μάχη παρά ταύτα δόθηκε με μια πρωτόφαντη «από τα κάτω» κινητοποίηση των πολιτών σε ένα πλαίσιο που πολιτισμικά , από άποψη Δημοκρατίας και ήθους,  δεν έχει προηγούμενο στο γνωστό λαϊκίστικο περιβάλλον που κυριαρχεί στη χώρα μας , προσεγγίζοντας τις καλλίτερες ευρωπαϊκές παραδόσεις.

Θα ήταν πολύ εύκολα τα πράγματα αν η μάχη του δημοψηφίσματος κερδίζονταν με τις προϋποθέσεις  που διαθέταμε. Η χώρα βρίσκεται σε μια απίστευτη περιδίνηση  και θα απαιτηθούν  προσπάθειες δύσκολες  σε ένα πολιτικό, πολιτισμικό και οικονομικό περιβάλλον καθημαγμένο.

Όταν ξεκίνησαν οι πρώτες πρωτοβουλίες αντίστασης απέναντι στον πρωτοφανή  αναχρονισμό  που επιχειρήθηκε στην παιδεία μας δεν πιστεύαμε στα μάτια μας. Η κινητοποίηση των πολιτών στη συνέχεια και πριν το Δημοψήφισμα, κατ ευθείαν στο κεντρικό πολιτικό πεδίο,  ήταν επίσης πολύ μεγάλη και συγκινητική. Με αποκορύφωμα την μάχη για το Δημοψήφισμα που προσέλαβε πανελλήνιες διαστάσεις.  Το αποτέλεσμα, υπό τις συνθήκες  που διεξήχθη το Δημοψήφισμα, δεν είναι αρνητικό.

Με το «Μένουμε Ευρώπη»  δημιουργήθηκε ένα πρόπλασμα εθνικής αναγέννησης στη χώρα μας. Διαφάνηκε μάλιστα ένα αντίστοιχο πρόπλασμα νέας ηγεσίας με αφετηρία τους Δημάρχους μας. Ας μην προτρέχουμε. Δεν πρέπει όμως και να αφήσουμε όλοι μας αυτή την προσπάθειά στην τύχη. Οι μέρες που ζούμε και εκείνες που έρχονται είναι από τις πιο  δύσκολες στον μεταπολεμικό μας κόσμο. Έχουμε το καθήκον και το δικαίωμα να ελπίζουμε. Και ίσως τη δύναμη να εμποδίσουμε τον αυτοκαταστροφικό λαϊκισμό των Σύριζα -ΑΝΕΛ.