Η αναφορές του Πρωθυπουργού στη Δ.Ε.Θ, ότι στις επόμενες εκλογές ο λαός δεν εκλέγει μόνο κυβέρνηση, αλλά κυρίως κυβερνήτη, καθώς και για το ενδεχόμενο πολιτικής τερατογένεσης με την κυβερνητική συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ – ΜΕΡΑ 25 και την ανοχή του ΚΚΕ, χωρίς κανένα από αυτά τα κόμματα να κατακτήσει την πρώτη θέση στις εκλογές της απλής αναλογικής, προκάλεσαν και θα προκαλούν πολλές και σημαντικές αντιδράσεις.
Η πρωτόγνωρη συγκυρία των εθνικών κινδύνων σε συνδυασμό με την πρωτοφανή διεθνή οικονομική κρίση, αναδεικνύουν την ηγετικότητα σε μείζον κριτήριο για την επιλογή των πολιτών. Οι ηγεσίες με σχέδιο, συνέπεια και σταθερές κατευθύνσεις, υπερτερούν συντριπτικά έναντι ηγεσιών που είναι συνδικαλιστικοί φορείς διαμαρτυρίας περασμένων εποχών.
Η αναφορά στο ενδεχόμενο μετεκλογικής συνεργασίας των κομμάτων της αντιπολίτευσης, οδηγεί στη σκέψη ότι ένα τέτοιο σχήμα, θα αποτελούσε όντως πολιτική τερατογένεση. Είναι σχήμα που πάσχει ιδεολογικά, προγραμματικά και που, λογικά, καθιστά αδύνατη τη σύγκλιση των μερών του πριν από τις εκλογές. Η αντίληψη του ΜΕΡΑ 25 για την «ελληνική δουλοπαροικία» της Ευρώπης, αλλά και η ριζική αντίθεση του ΚΚΕ με όλα τα κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου, δεν συμβιβάζονται με πρόταση διακυβέρνησης στην οποία θα συμμετέχουν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Επομένως, με όρους στοιχειώδους πολιτικής νομιμοποίησης, δεν είναι εφικτή μια τέτοια συνεργασία και αν εμφανίζονταν μετεκλογικά, θα επρόκειτο περί πραγματικής τερατογένεσης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης, καθώς και κάποιων στελεχών τους.
Κάποιοι έσπευσαν να απαντήσουν ότι αν αυτή τη συμμαχία την εγκρίνει ο λαός, τότε γιατί θα είναι τερατογένεση; Όντως, αν επρόκειτο για συμφωνία που είχε κατατεθεί προεκλογικά, δηλαδή τα κόμματα θα έθεταν πριν τις εκλογές στην κρίση του λαού, την απόφασή τους να συνεργαστούν μετεκλογικά για το σχηματισμό κυβέρνησης και ο λαός την ενέκρινε, τότε πράγματι δεν θα υπήρχε ζήτημα. Όμως κανένα από τα κόμματα αυτά δεν προβάλει κάτι τέτοιο, αντίθετα όλα ζητούν ισχυρή υποστήριξη για το καθένα ξεχωριστά, αρνούμενα να δεσμευτούν για οποιαδήποτε μετεκλογική συνεργασία. Επομένως, αν μετά τις εκλογές προχωρούσαν σε τέτοιου είδους συνεργασία, θα επρόκειτο για σαφή πολιτική εξαπάτηση του εκλογικού σώματος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για τον «τρόμο» που προκαλεί στην ΝΔ, το ενδεχόμενο μιας τέτοιας συνεργασίας, την οποία επιδιώκει και ξέρει ότι δεν την έχει. Απλώς τη φαντασιώνεται. Ενώ το ΠΑΣΟΚ μιλά για «ψεκασμένα σενάρια», λέγοντας «πώς είναι δυνατό να πάμε εμείς με τον Βαρουφάκη και το ΚΚΕ;».
Οι απαντήσεις, λοιπόν, από τους συντελεστές μιας πολιτικής τερατογένεσης, είναι ετερόκλητες.
Τι είναι όμως εκείνο, στη συμπεριφορά της σύνολης αντιπολίτευσης, που βάζει πολλούς σε δεύτερες σκέψεις; Είναι το ότι, δυστυχώς, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν πολιτεύονται με βάση μια εναλλακτική πρόταση για τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά αποκλειστικά με όρους φθοράς της κυβέρνησης και επιβίωσης των ηγεσιών της. Δεν προτείνουν, δεν δημιουργούν αληθινές ελπίδες, αλλά, όπως σκέφτονται αρκετοί, μόνο γκρεμίζουν για να μπορέσουν να επιβιώσουν πολιτικά οι κ. Τσίπρας και Ανδρουλάκης.
Αυτό σημαίνει, ότι ενώ η ενδεχόμενη τερατογένεση δεν έχει καμία τύχη εφαρμογής ως πολιτικό σχέδιο διεξόδου της χώρας, κάλλιστα κατ’ αυτούς, μπορεί να εφαρμοστεί τυχοδιωκτικά ως εργαλείο πολιτικής εξόντωσης του Κ. Μητσοτάκη προσωπικά. Αυτό είναι το μόνο κοινό υπόβαθρο της τερατογένεσης, εξού και ο ακραίος τυχοδιωκτισμός της.