Ο τρώσας και ιάσεται

Δημήτρης Καλουδιώτης 10 Ιουν 2015

Παρακολουθούμε όλοι με κομμένη  την ανάσα την περιπέτεια της χώρας μας  όπως εξελίσσεται μετά την άνοδο των «πολιτικών εφεδρειών»  της μεταπολίτευσης εδώ και περισσότερο από τέσσερις μήνες στην εξουσία. Ήδη η τελευταία συζήτηση στη Βουλή δεν αφήνει και πολλά περιθώρια. Συμφωνία ή χάος είναι το κοινό συμπέρασμα. Από κει και πέρα δύο επιμέρους συμπεράσματα φαίνεται να συνθέτουν ένα κοινό τόπο.

Το πρώτο και έλασσον. Οι πολιτικές ηγεσίες της ως τώρα διαχείρισης της κρίσης , παρά τα καλά λόγια για τις  ομιλίες Βενιζέλου, δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτα το ουσιαστικό.  Χρειάζονται χρόνο και χώρο ανασύνταξης. Χρειάζεται να παραμερίσουν και να διευκολύνουν. Η Νέα Δημοκρατία και αλλαγή  ηγεσίας. Θετική παρουσία καταγράφει το Ποτάμι (και ο Σταύρος Θεοδωράκης) αλλά δεν μπορεί να σηκώσει μόνο του τη χώρα.

Το δεύτερο και το μείζον . Το «παιγνίδι» σωτηρίας της χώρας είναι στα χέρια του Αλέξη Τσίπρα. Όλοι όμως ανεξαίρετα του ζητάμε να κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που ο ίδιος ευαγγελίστηκε και το οποίο δυστυχώς οδηγεί τη χώρα στην καταστροφή. Δεν παραλείπουν βέβαια όλοι να σημειώνουν λόγους, λίγο πολύ κοινούς,  στους οποίους αναφέρουν την παγίδευση του πρωθυπουργού στο δικό του καταστροφικό αφήγημα. Είτε είναι μορφωτικοί , ιδεολογικοί είτε άλλες αδυναμίες που ήδη έχουν καταγραφεί. Το συμπέρασμα που επικρέμαται είναι ότι ο κ. Τσίπρας ούτε θέλει ούτε μπορεί. Και επομένως τι;

Το συνεπαγόμενο  είναι ότι με συμφωνία ή όχι, άμεσα ή σε μερικούς μήνες έρχονται ραγδαίες και  δραματικές εξελίξεις. Η χώρα χρειάζεται ηγεσία έκτακτης ανάγκης να την βοηθήσει να επουλώσει τις πληγές της και να επιστρέψει στην ομαλότητα. Ηγεσία η οποία θα έχει την δυνατότητα να ανακτήσει την απολεσθείσα εμπιστοσύνη τόσο απέναντι στην κοινωνία όσο και απέναντι στους συνεταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Χωρίς την αποκατάσταση αυτής της διπλής εμπιστοσύνης τίποτα δεν μπορεί να γίνει.

Η γενιά η δική μας, των μεγαλύτερων, ευθύνεται (βέβαια αυτό χρειάζεται αυτοκριτική ανάλυση η οποία σε άλλα κείμενα λίγο πολύ έχει διατυπωθεί) για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα.  Όμως υπάρχουν συνολικές ευθύνες τις οποίες κανένας μας δεν μπορεί να απεκδυθεί και ταυτόχρονα προσωπικές ευθύνες και στάσεις ζωής που μας διαφοροποιούν. Με δυο λόγια υπάρχουν – στην μακρά περίοδο της μεταπολίτευσης η οποία δεν σηματοδοτείται μόνο αρνητικά-  πολλοί έλλογοι πολίτες, που προσπάθησαν να υπηρετήσουν τη χώρα, , χωρίς να θέτουν το προσωπικό (με όρους  σπατάλης και  διαφθοράς) συμφέρον πάνω από τις δημόσιες ευθύνες τους. Και είναι, τολμώ να πω είμαστε, πολλοί. Οι περισσότεροι ίσως είμαστε μεγάλοι, ίσως συνταξιούχοι με όλους τους  ηλικιακούς περιορισμούς, κάποιοι ίσως όχι. Υπάρχουν μέσα σ αυτούς  και κάποιοι ηγετικές εμπειρίες και ικανότητες αναγνωρισμένες στο εθνικό, το ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον -παρά τους συκοφαντικούς διασυρμούς που υπέστησαν από εκείνους που είχαν και προσωπικού χαρακτήρα  «ωφελήματα» από το κατάντημα της χώρας-τις οποίες και οι πολίτες της χώρας μας   τελικά είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν. Παρά τις δυσκολίες είναι η ώρα τους. Είναι η ώρα όλων όσων βλέπουμε τη χώρα μας να καταστρέφεται. Και ίσως είναι αργά.

Πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω ότι μέσα στους πολίτες αυτής της χώρας η καταβύθιση των τελευταίων χρόνων ενισχύει σε πλειοψηφικά μεγέθη την αυτογνωσία παρά τα περί του αντιθέτου φαινόμενα. Δηλαδή σε μια έντιμη και ειλικρινή πρόταση σωτηρίας της χώρας η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών θα ανταποκριθεί.

Εν κατακλείδι εμείς έχουμε το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για το κατάντημα της χώρας. Όμως εμείς έχουμε και την μεγαλύτερη εμπειρία και το μεγαλύτερο γνωσιολογικό απόθεμα εμείς πρέπει να αναλάβουμε και πάλι πρωτοβουλία για ένα σχέδιο εθνικής συνεννόησης ταυτόχρονα και με τους ευρωπαίους εταίρους μας. Οι νεότεροι σε μια εθνική πρωτοβουλία θα ακολουθήσουν και θα «εκπαιδευτούν» μέσα στον πυκνό πολιτικό χρόνο ώστε να αναλάβουν τον κύριο ρόλο που τους ανήκει.  Η ειλικρίνεια, ο προσδιορισμένος σύντομος χρόνος και ο αυτοθυσιαστικός χαρακτήρας μιας τέτοιας πρωτοβουλίας είναι η αναγκαία συνθήκη για να αρχίσει να οικοδομείται εμπιστοσύνη στο εσωτερικό της χώρας και στις σχέσεις μας με τους εταίρους μας που είναι και η ικανή συνθήκη.