Η έκπληξη, όσων την εκφράζουν, για την χρηματιστηριακή απαξίωση του τραπεζικού κλάδου είναι εντελώς υποκριτική και προσχηματική. Η ανεξέλεγκτα καθοδική πορεία των τραπεζών δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική από την συνολική οικονομική εξέλιξη μιας χώρας που φαίνεται ότι έχασε οριστικά την ευκαιρία να αξιοποιήσει την πολύχρονη κρίση και τις συνέπειες της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως μετονομάστηκαν τελευταία επί το αριστερότερον τα μνημονιακά μέτρα. Το συμπέρασμα αυτό γίνεται ιδιαίτερα επώδυνο, ειδικά για τα πιστωτικά ιδρύματα που απομύζησαν με τις ανακεφαλαιοποιήσεις τους ένα μεγάλο μέρος των μνημονιακών δανείων που ανέλαβε η χώρα και οι πολίτες της.
Στις «κανονικές» χώρες οι τράπεζες αποτελούν τον κινητήριο μοχλό της οικονομίας με την χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων και την εξασφάλιση της αναγκαίας ρευστότητας στην αγορά. Στη δική μας χώρα όλα αυτά αποτελούν όνειρα θερινής νυκτός. Ούτε σχέδιο παραγωγικών επενδύσεων υπάρχει, αφού δεν υπάρχει οικονομική αξιοπιστία και σταθερό φορολογικό σύστημα, ούτε και ρευστότητα μπορούν να εξασφαλίσουν τράπεζες που στραγγαλίζονται από κόκκινα δάνεια και πλήρη αδιαφάνεια στη λειτουργία τους.
Το χρηματοπιστωτικό σύστημα διαψεύδει καθημερινά και με τον χειρότερο για την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας τρόπο τις (αυτ)απατηλές θεωρίες περί «καθαρής εξόδου» από την κρίση και της επερχόμενης δήθεν επενδυτικής καταιγίδας.