Ο Ντόναλντ Τραμπ πήγε στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, προσέβαλε τους συμμάχους του και προέβαλε την παράλογη απαίτηση να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες στο 4% του ΑΕΠ. Στη συνέχεια ισχυρίστηκε ψευδώς ότι πέτυχε σημαντικές υποχωρήσεις και δήλωσε πως είναι «απολύτως περιττό» να εγκαταλείψει τη Βορειοατλαντική Συμμαχία.
Σας θυμίζουν τίποτε όλα αυτά; Είναι η ίδια ιστορία με την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου. Διαμαρτύρεται για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές άλλων χωρών, δικαιολογημένα σε ό,τι αφορά την Κίνα αλλά όχι σε ό,τι αφορά τον Καναδά και την Ε.Ε., χωρίς, όμως, να υποβάλλει συνετά αιτήματα. Δεν έχει δώσει καμία ένδειξη περί του τι θα μπορούσαν να κάνουν για να τον ικανοποιήσουν όσες χώρες πλήττονται από τους δασμούς. Δεν τους άφησε καμία εναλλακτική, εκτός από τα μέτρα αντεκδίκησης. Επομένως, δεν δρα ως κάποιος που απειλεί με εμπορικό πόλεμο για να αποσπάσει συγκεκριμένες παραχωρήσεις. Δρα ως κάποιος που απλώς θέλει έναν εμπορικό πόλεμο. Και βέβαια απειλεί να αποσύρει τις ΗΠΑ από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), όπως ακριβώς άφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να τις αποσύρει από το ΝΑΤΟ.
Οσα λέει ο Τραμπ αφορούν την κακή συμπεριφορά άλλων χωρών, και όποιες απαιτήσεις κι αν προβάλλει μέσα σε μια μέρα, είναι όλες κακόπιστες. Ο άνθρωπος που διατείνεται ότι συνάπτει επιτυχείς συμφωνίες, δεν θέλει στην πραγματικότητα να επιτύχει καμία συμφωνία. Θέλει απλώς να διαλύσει τις υφιστάμενες συμφωνίες και τους υφιστάμενους θεσμούς. Οι θεσμοί που προσπαθεί να καταστρέψει ο Τραμπ θεσπίστηκαν όλοι υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ μετά τα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ηταν τα χρόνια των μεγάλων ηγετών, τα χρόνια που οι ΗΠΑ έσωσαν το Βερολίνο από τον αποκλεισμό του, τα χρόνια του σχεδίου Μάρσαλ. Ηταν τα χρόνια που η Αμερική έδειξε το μεγαλείο της. Εχοντας κερδίσει τον πόλεμο, επέλεξε να μη συμπεριφερθεί ως κατακτητής αλλά να θέσει τα θεμέλια μιας ειρήνης που θα διαρκέσει. Γι’ αυτό και η συμφωνία της GATT, που υπεγράφη το 1947 σε μια εποχή αδιαμφισβήτητης οικονομικής κυριαρχίας των ΗΠΑ, δεν προβλέπει προνομιακή θέση για τα αμερικανικά προϊόντα, αλλά θέτει τους κανόνες του παιχνιδιού, ώστε να διασφαλίσει ευημερία σε όλον τον κόσμο.
Μπορούμε να πούμε πως η Αμερική προσπάθησε να θεσπίσει ένα παγκόσμιο σύστημα που θα αντανακλά τα ιδανικά της, ένα σύστημα στο οποίο οι μεγάλες χώρες, όπως η ίδια, θα υπόκεινται σε κανόνες που θα προστατεύουν τις ασθενέστερες χώρες. Οι μικρές χώρες έχουν τη δυνατότητα να κάνουν προσφυγή στον ΠΟΕ εναντίον των μεγάλων χωρών και κάποιες φορές να τις κερδίζουν. Επίσης, το ΝΑΤΟ παρέχει στις μικρές χώρες τις ίδιες εγγυήσεις ασφάλειας που παρέχει και στις μεγάλες δυνάμεις. Είναι σαφές ότι ο Τραμπ αντιπαθεί οποιονδήποτε νόμο εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο για τους ισχυρούς και για τους ανίσχυρους. Καταγγέλλει άλλες χώρες ότι εφαρμόζουν αθέμιτες πρακτικές και εκμεταλλεύονται την Αμερική, ότι επιβάλλουν άδικους δασμούς ή δεν καταβάλλουν το δικό τους μερίδιο στις αμυντικές δαπάνες. Ισως περιμένατε ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις, που έχουν επενδεδυμένα συμφέροντα σε όλον τον κόσμο, θα διαμαρτυρηθούν με αποτελεσματικό τρόπο. Μέχρι στιγμής, όμως, οι αντιδράσεις τους έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές. Κι ενώ τα όσα λέγονται περί του εμπορικού πολέμου συχνά προκαλούν κραδασμούς στα χρηματιστήρια, οι επενδυτές δεν φαίνεται να συζητούν το θέμα σοβαρά τουλάχιστον όσο μπορώ να γνωρίζω. Νομίζουν πως ο Τραμπ θα απειλήσει και θα στείλει μερικά tweets αλλά στη συνέχεια θα δεχθεί μερικές διακοσμητικές αλλαγές και θα τις βαφτίσει νίκη. Μια τόσο ήπια έκβαση του πολέμου φαίνεται, όμως, πλέον απίθανη, επειδή ο Τραμπ δεν θέλει μια καταφατική απάντηση. Δεν θέλει να έχουν επιτυχή έκβαση οι διαπραγματεύσεις με συμμάχους και εμπορικούς εταίρους. Θέλει να αποτύχουν. Και η ζημία δεν θα είναι αντιστρέψιμη.
The New York Times/kathimerini.gr