Μια εικοσαετία σχεδόν από την απόφαση για μη αναγραφή του θρησκεύματος στις (αστυνομικές) ταυτότητες, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έκρινε ως αντισυνταγματική την αναγραφή του θρησκεύματος και της ιθαγένειας στα πιστοποιητικά σπουδών, απολυτήρια πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης των μαθητών. Έκρινε επίσης παράνομη και αντισυνταγματική την δήλωση των μαθητών ότι δεν είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, προκειμένου να απαλλαγούν από το μάθημα των θρησκευτικών, κρίνοντας ότι αρκεί το αίτημα της απαλλαγής «για λόγους συνείδησης».
Αποφάσεις σωστές, έστω και καθυστερημένες, αυτονόητες ίσως για τις σύγχρονες ευρωπαϊκές χώρες. Οι μαθητές κρίνονται για την φιλομάθεια και τις επιδόσεις τους και όχι για την θρησκευτική τους πίστη που είναι απόλυτα σεβαστή και προσωπική τους υπόθεση. Πολλά μένουν ακόμα να γίνουν προς την κατεύθυνση της διαφύλαξης των προσωπικών δεδομένων των πολιτών αυτής της χώρας, ιδιαίτερα των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Τη στιγμή μάλιστα που η «επικρατούσα» – κατά το Σύνταγμα της χώρας – θρησκεία κάνει οτιδήποτε μπορεί για να εμποδίσει την «ανεξιθρησκεία» του ιδίου Συντάγματος και που οι διακρίσεις σε βάρος των άλλων θρησκευμάτων, ακόμα και για τη νόμιμη λειτουργία των λατρευτικών τους χώρων, συνεχίζεται.
Αναφερόμενος στη διαμάχη για τις ταυτότητες ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης είχε πει χαρακτηριστικά: «Η διαμάχη αυτή δεν αφορά κυρίως την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Αφορά την απάντηση στο καίριο ερώτημα ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα».