Αν ο Πούτιν, με την βάρβαρη εισβολή στην Ουκρανία κατάφερε να αναστήσει το ΝΑΤΟ και να ενώσει τη Δύση, ο Ερντογάν με την ακραία επιθετική ρητορική του απέναντι στην Ελλάδα, φαίνεται να διευκολύνει τη δημιουργία ενός αρραγούς εθνικού μετώπου στη χώρα μας. Κάτι που λίγες μέρες πριν έμοιαζε σχεδόν ακατόρθωτο, εξαιτίας της γενικευμένης τοξικής πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ των ελληνικών κομμάτων.
Η σθεναρή στάση της κυβέρνησης απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα, η ένταση της διπλωματικής προσπάθειας ώστε να ενεργοποιηθούν θετικά όλες οι συμμαχικές προς την Ελλάδα δυνάμεις και ένα ισχυρό εξοπλιστικό πρόγραμμα, μαζί με τη συσπείρωση του λαού απέναντι στην τουρκική απειλή, φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή ωθούν τον ΣΥΡΙΖΑ στην ευθυγράμμιση με την κυβερνητική γραμμή, που είναι άλλωστε και η μόνη εθνική γραμμή. Έτσι, μαζί με το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, που δεν ξέφυγε ποτέ από την ισχυρή πατριωτική του παράδοση, το εθνικό μέτωπο ισχυροποιείται αφάνταστα.
Μην έχουμε καμία αμφιβολία, ότι αυτό το στοιχείο είναι που μετράει πολύ ο Ερντογάν. Το στοιχείο, δηλαδή, της εθνικής αποφασιστικότητας που συνοψίζεται στη φράση που ακούμε πια παντού από τους πολίτες «άντε επιτέλους να τελειώνουμε με τους εκβιασμούς και τις απειλές των Τούρκων». Είναι αυτό που μετράνε και οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, ότι η Ελλάδα όχι μόνο δεν πρόκειται να κάνει πίσω, αλλά θα χτυπήσει αποφασιστικά τον εισβολέα. Και κάτι τέτοιο, οι σύμμαχοι αντιλαμβάνονται πολύ καλά, ότι θα οδηγούσε το ΝΑΤΟ κυριολεκτικά σε σμπαράλιασμα.
Η Ελλάδα, προσπαθεί με πολυμέτωπη προσπάθεια, να καλύψει κενά αρκετών χρόνων στην άμυνα της χώρας, που εντάθηκαν κυρίως την τελευταία δεκαετία της χρεοκοπίας. Οι αμυντικές δαπάνες, συνέβαλαν τα μέγιστα στα μείωση των ελλειμμάτων που προέβλεπαν οι συμφωνίες της χώρας με τους δανειστές, όμως αυτό αδυνάτησε πολύ την αμυντική μας ικανότητα. Και αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από τους επιθετικούς γείτονες.
Αν κάνουμε κάτι διαχρονικά λάθος, είναι ότι όταν οι σχέσεις μας με την Τουρκία είναι σε ύφεση και δεν υπάρχουν εμφανή προβλήματα, πολύ εύκολα εγκαταλείπουμε την αμυντική μας εγρήγορση και μετακινούμε πόρους προς τον παρασιτικό καταναλωτισμό. Αυτές τις περιόδους μειώνεται δραματικά και η εθνική μας αυτογνωσία. Όμως η Τουρκία, δεν σταματά ποτέ τις πολεμικές της προετοιμασίες μέσα από την ενδυνάμωση της πολεμικής της βιομηχανίας, για την οποία, όχι άδικα, επαίρεται. Με έκπληξη είδαμε τα τουρκικά πολεμικά drones, να αποτελούν σημαντικό εξαγωγικό προϊόν της Τουρκίας και να παίζουν σημαντικό ρόλο στον πόλεμο της Ουκρανίας. Νωρίτερα τα είχαμε δει στον πόλεμο Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας. Τώρα τρέχουμε να προλάβουμε να τα κατασκευάσουμε και εμείς, διαπιστώνοντας ότι η Ελλάδα διαθέτει σπουδαίο ανθρώπινο δυναμικό και πόρους.
Δεν μπορούν να υπάρξουν ασφαλείς εκτιμήσεις για το τι θα κάνει τελικά ο Ερντογάν, γιατί το νέο στοιχείο που υπάρχει σ’ αυτήν την κρίση, πέρα από τη μόνιμη επιθετική στρατηγική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, είναι ο φόβος του για το προσωπικό και οικογενειακό του μέλλον αν χάσει τις επόμενες εκλογές.
Ανεξάρτητα, όμως, από αυτά, εμείς οφείλουμε να σφυρηλατήσουμε μια αρραγή εθνική ενότητα, ορατή στους πάντες, εχθρούς και φίλους. Η κυβέρνηση υποχρεούται να την επιδιώξει και η αντιπολίτευση είναι η ώρα να υπερβεί τον εαυτό της. Και τότε όλοι και σε κάθε περίπτωση θα κερδίσουμε.