Οι δηλώσεις της ποιήτριας Κικής Δημουλά στην εκδήλωση των Atenistas, στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, σχετικά με τους μετανάστες, προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων που αποκάλυψαν μια επίμονη παθολογία του δημόσιου λόγου. Πρόκειται για την αστόχαστη κατηγοριοποίηση σε άσπρο και μαύρο, ξεχνώντας ότι υπάρχουν και οι αποχρώσεις, που κάνουν τη διαφορά.
.
Τα όσα είπε η κ. Δημουλά, διαβάζοντας το πλήρες κείμενο, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ρατσιστικός λόγος. Πρόκειται για την περιγραφή βιωμάτων ενός έμφοβου ανθρώπου, που είδε τη γειτονιά της να αλλάζει δραματικά τα τελευταία χρόνια. Είναι η περιγραφή ενός τρομοκρατημένου ανθρώπου, που είδε τον ζωτικό του χώρο να μετασχηματίζεται σε εστία ανομίας, τους συγγενείς του να ληστεύονται και την ατομική του ακεραιότητα να κινδυνεύει από την ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών.
.
Τα στερεότυπα ως γενικεύσεις
.
Όμως, μέσα σε αυτήn την περιγραφή μιας ζοφερής κατάστασης, εύκολα μπορεί να διακρίνει κανείς εμφωλευμένα στερεότυπα ξενοφοβίας. Χαρακτηριστικές φράσεις: «… κινδυνεύουν οι ντόπιοι από κλοπές φοβερές ακόμη και στον δρόμο» (δηλαδή οι ξένοι που μένουν στην Κυψέλη και έχουν ριζώσει στην Ελλάδα δεν κινδυνεύουν;), «… πάντως, εάν πάει κανείς στην πλατεία της Κυψέλης, δεν έχει χώρο να πατήσει, στα δε παγκάκια κάθονται άνθρωποι ξένοι» (είναι κακό που κάθονται ξένοι στα παγκάκια;), «… κάπως πρέπει να μοιραστούν οι χώροι» (ανατριχιαστική και απαράδεκτη άποψη). Μακάρι να ήταν λεκτικές αστοχίες και όχι διατύπωση μιας ενδόμυχης ξενοφοβίας. Το πιο πιθανό είναι να πρόκειται για τυπικά δείγματα ενός λόγου που κυριαρχεί στην Ελλάδα της κρίσης, του στερεοτυπικού λόγου.
.
Όμως, τι είναι τα στερεότυπα; Η Maria Todorova τα ορίζει με εξαιρετική ακρίβεια: «Τα στερεότυπα (είτε θετικά είτε αρνητικά), πολύ συχνά βασίζονται σε πραγματικά χαρακτηριστικά, τα οποία μπορεί ο καθένας να διαπιστώσει. Αυτό που αμφισβητώ εγώ, δεν είναι το περιεχόμενο αυτών των χαρακτηριστικών, αλλά η θέση τους και η λειτουργία τους ως στερεοτύπων, δηλαδή οι υπερβολικές και πάγιες γενικεύσεις που γίνονται στη βάση ατομικών ή ομαδικών χαρακτηριστικών (αν και αληθινών) και η εν συνεχεία χρησιμοποίηση αυτών των χαρακτηριστικών για ατομικές ή ομαδικές πράξεις… Με δυο λόγια, δεν με προβληματίζει το περιεχόμενο, αλλά η σύνταξη.»
.
Έχουν περάσει 90 χρόνια από τότε που ο Walter Lippman πρότεινε την έννοια του στερεοτύπου, προκειμένου να εξηγήσει τη διαδικασία διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Τα στερεότυπα έχουν στις περισσότερες περιπτώσεις κάποια σχέση με την πραγματικότητα. Το πρόβλημα είναι ότι η γενίκευση, ή η σύνταξη σε διαφορετικά συμφραζόμενα, δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα, ανεξάρτητη από το περιεχόμενο του στερεότυπου.
.
Το κακό με όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, είναι ότι δεν πρόκειται για καταφανή ψεύδη. Περιέχουν και κάποιες αλήθειες, τις οποίες αναμιγνύουν με δοξασίες και προκαταλήψεις, γενικεύοντας και απλοποιώντας, για να καταλήξουν σε αυθαίρετα συμπεράσματα.
.
Με τα λόγια της Maria Todorova, «… τα στερεότυπα περιορίζουν την πολύπλοκη και διαρκώς μεταλλασσόμενη πραγματικότητα, μέσα σε έναν ζουρλομανδύα (με όλες τις ιατρικές και τιμωρητικές προεκτάσεις που ενέχει αυτή η μεταφορά)».
.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι αυτά τα στερεότυπα, ειπωμένα από μια γνωστή ποιήτρια, φωλιάζουν υποσυνείδητα στον «κοινό νου», στην απλοϊκή πρόσληψη της πραγματικότητας που χαρακτηρίζει τον «μέσο άνθρωπο» και αποκτούν υλική δύναμη ως «κοινή γνώμη», την οποία πάντοτε παίρνουν υπόψη τους οι πολιτικοί όταν καλούνται να λάβουν αποφάσεις. Τα στερεότυπα είναι ο προνομιακός βιότοπος για την εδραίωση του λαϊκισμού, του πολιτικού εξτρεμισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού. Δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των φαινομένων αυτών ως κοινοτοπίας.
.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Χρυσή Αυγή έσπευσε να επικροτήσει τις απόψεις της Κικής Δημουλά, δηλώνοντας ότι «Όποιος λέει το αυτονόητο και την αλήθεια στην Ελλάδα, ότι η Πατρίδα μας στενάζει υπό τις ορδές των εκατομμυρίων λαθρομεταναστών, γίνεται αυτόματα ρατσιστής και ξενοφοβικός. Αυτοί όμως που πετούν λάσπη κατά των απηυδισμένων Ελλήνων μένουν στις… ασφαλείς συνοικίες της Εκάλης και του Ψυχικού και έχουν συνήθως συμφέροντα από την παραμονή των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα (βλέπε Μανωλάδα). Δυστυχώς όμως, γι’ αυτούς ο κόσμος έχει μάτια και βλέπει και νου και κατανοεί…»
.
Αυτή τη διάσταση πιστεύω ότι θέλησε να αναδείξει η γνωστή δημοσιογράφος Άννα Δαμιανίδη, με ένα εξαιρετικό κείμενό της στην Εφημερίδα των Συντακτών, με τίτλο «Η κοινοτοπία του ρατσιστικού λόγου». Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι «Οι λέξεις καρφώνονται σαν πρόκες» και γι’ αυτόν τον λόγο δεν πρέπει να τις χρησιμοποιούμε αστόχαστα, ιδίως οι πνευματικοί άνθρωποι που έχουν υποχρέωση να αρθρώσουν έναν λόγο διαφορετικό από εκείνον των απλών διαπιστώσεων.
.
Η ανθρωποφαγία του «αντιρατσισμού»
.
Αυτή η προσέγγιση δεν έχει καμία σχέση με την ανθρωποφαγία μιας ορισμένης Αριστεράς και των politically correct που έχουν αναγάγει τον «αντιρατσισμό» σε κενή περιεχομένου ρητορεία. Το να κλείνουμε τα μάτια μας στη δραματική πραγματικότητα και να καταγγέλλουμε ως ρατσιστές όσους περιγράφουν το πώς τη βιώνουν, όπως κάνουν οι «αντιρατσιστές», είναι τραγικό. Αυτή η παθολογία έγινε φανερή στην περίπτωση των δηλώσεων Δημουλά, με μια σειρά κειμένων που την εγκαλούσαν για ρατσισμό. Οι «αντιρατσιστές» δεν αντιλαμβάνονται ότι η συλλήβδην καταδίκη όσων σκέπτονται και εκφράζονται στερεοτυπικά, έχει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκουν. Αντί να αποδομήσουν τη στερεοτυπική σκέψη, την ενοχοποιούν και τη στέλνουν με συστημένη επιστολή στον πολιτικό εξτρεμισμό.
.
Πρέπει να βρούμε τη λεπτή γραμμή που χωρίζει τον φόβο από την ξενοφοβία και να στοχαστούμε διαφορετικά. Πρέπει ως κοινωνία να πάψουμε να λειτουργούμε στον αστερισμό του ασπρόμαυρου. Πρέπει να ανακαλύψουμε ξανά τις αποχρώσεις. Ρατσιστικός ρόλος και στερεοτυπικές αντιλήψεις δεν είναι το ίδιο πράγμα, άσχετα εάν λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Εάν πείσουμε τον «κοινό νου» ότι οι μετανάστες δεν είναι συνώνυμο του εγκληματία και ότι οι αυτόχθονες Έλληνες δεν είναι ο περιούσιος λαός, θα έχουμε αφαιρέσει από τα στερεότυπα τη σύνταξη, δηλαδή τις γενικεύσεις. Τότε θα έχουμε επιφέρει ένα σημαντικό πλήγμα στον ρατσισμό, ξεραίνοντας τον βιότοπο που τον παράγει, κάτι που οι «αντιρατσιστές» δεν θα μπορέσουν ποτέ να πετύχουν.
.
.
.
.
.
.
.
.
*Ο Πέτρος Παπασαραντόπουλος είναι συγγραφέας. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Μύθοι και Στερεότυπα της Ελληνικής Κρίσης».