Ο σπάσμενος καθρέφτης του ΣΥΡΙΖΑ

Αγγελική Σπανού 01 Απρ 2014

Ήταν ένας πολύ δυνατός πειρασμός: Να υποσχεθούν πολλά, να καταγγείλουν ακόμη περισσότερα, να επενδύσουν στη λαϊκή οργή και στη διαμαρτυρία για τη λιτότητα και την κοινωνική αδικία, να πουν κάτι ευχάριστο σε όλα τα συνδικάτα και σε όλες τις επαγγελματικές ομάδες, να παίξουν με τα αντιμερκελικά αισθήματα των πολλών, με την αηδία για το παλιό κατεστημένο, να κρύψουν μέσα στην ασάφεια τις θέσεις τους για τα κρίσιμα θέματα της οικονομίας και να αποκτήσουν δυναμική πολιτικής κυριαρχίας χωρίς να δώσουν καθαρές απαντήσεις στα δύσκολα ερωτήματα για το πώς θα εξασφαλιστεί ανάπτυξη με δημοσιονομική ισορροπία.

Όλα ήταν εύκολα όσο υπήρχε το δίλημμα μνημόνιο/αντιμνημόνιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως η κρατούσα πολιτική δύναμη του ενός πόλου περίμενε τη σειρά του και έκανε φασαρία για να έρθει το γρηγορότερο η ώρα του. Ήταν σχεδόν νομοτελειακό, αφού καμία κυβέρνηση μνημονίου στην Ευρώπη δεν κατάφερε να διασωθεί και είναι νωπό το βίωμα της συντριβής του ΠΑΣΟΚ που κατρακύλισε από το 44% σε μονοψήφιο ποσοστό.

Η αξιωματική αντιπολίτευση επέλεξε τον εύκολο δρόμο: Λαϊκισμός και καμία σοβαρή προσπάθεια να λύσει τις εσωτερικές ιδεολογικές αντιφάσεις, να συγκροτήσει μια ρεαλιστική και ολοκληρωμένη κυβερνητική πρόταση για την έξοδο από την κρίση και την ανάκαμψη, να ανοιχτεί στο κέντρο υιοθετώντας τις βασικές αρχές του πολιτικού και οικονομικού ορθολογισμού, να αναβαθμίσει το στελεχιακό δυναμικό της. Δεν προσπάθησε να συνεργαστεί με πρόσωπα εκτός των κομματικών τειχών και σε όσες περιπτώσεις το έκανε (παράδειγμα Βουδούρη) υπήρξαν έντονες έξαλλες εσωκομματικές αντιδράσεις που απλώς επιβεβαίωσαν ότι το κόμμα αυτό παραμένει στις λογικές που το καθόριζαν όταν κινούταν στο 5%.

Τη μία οι εναγκαλισμοί με τους ΑΝΕΛ, την άλλη η μάταιη προσδοκία ότι η κυβέρνηση θα πέσει από τις απεργιακές κινητοποιήσεις, μετά η πολυφωνία σε σχέση με τα οικονομικά, Σταθάκης ή Λαφαζάνης;, Δραγασάκης ή Στρατούλης;, η ηγεσία πάντα τα άφηνε όλα ανοιχτά, διαβεβαίωνε ότι θέλει το ευρώ αλλά θαυμάζει και το μοντέλο της Βενεζουέλας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αξιοποιίησε τη συμπάθεια που κέρδισε λόγω της κρίσης, της κατάρρευσης της μεσαίας τάξης, αλλά και της απαξίωσης των κομμάτων που έχουν κυβερνήσει τη χώρα ως εφαλτήριο για να γίνει κόμμα εξουσίας με πρόγραμμα και στρατηγική, αλλά ως εντολή να παραμείνει κόμμα διαμαρτυρίας, που η τύχη θα το φέρει στη διακυβέρνηση.

Μέσα στην παραζάλη της απότομης ανόδου η οποία δεν δομήθηκε πάνω σε στέρεες βάσεις, η αξιωματική αντιπολίτευση δεν προέβλεψε ότι εταίροι και πιστωτές θα στήριζαν ενεργά την κυβέρνηση προεκλογικά και αυτό σημαίνει ότι θα αναγνώριζαν το πρωτογενές πλεόνασμα, θα αποδέχονταν εγγυημένη έξοδο στις αγορές, θα ανακοίνωναν συμφωνία για νέα απομείωση του χρέους, δεν θα μιλούσαν για νέο μνημόνιο. Δεν προέβλεψε επίσης ότι το κλείσιμο του κύκλου των έξι ετών ύφεσης θα δημιουργούσε εκ των πραγμάτων μια νέα κατάσταση, στην οποία παραμένει μέγα ζητούμενο η καταπολέμηση της ανεργίας και η στήριξη των θυμάτων της κρίσης αλλά η οποία δεν μπορεί να διαβάζεται με βάση το αλφαβητάρι του αντιμνημονίου.

Αυτή ήταν η παγίδα για τον ΣΥΡΙΖΑ που κοιτάζοντας στον καθρέφτη του βλέπει τα θραύσματα από τη διάλυση της επικοινωνιακής κατασκευής του. Στο ημερολόγιό του δεν υπήρχε εκλογική αναμέτρηση που δεν θα κρινόταν με βάση το δίλημμα μνημόνιο/αντιμνημόνιο. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχει επεξεργαστεί άλλου περιεχομένου πολιτικό/προγραμματικό λόγο, ούτε καν άλλη συνθηματολογία, έχει εκπαιδευτεί και έχει εκπαιδεύσει το ακροατήριό του στο φραστικό σκίσιμο του μνημονίου και όσο αυτή η προοπτική απομακρύνεται τόσο χάνει πολιτικές δυνάμεις και δυνατότητες.

Το φιάσκο στη Βουλή με τους διαδικαστικούς ακτιβισμούς και τους επικοινωνιακούς τακτικισμούς που δεν απέδωσαν ήταν η κορύφωση της στρατηγικής αμηχανίας του ΣΥΡΙΖΑ που ανησυχεί για την επόμενη μέρα των ευρωεκλογών, αφού έχει βάλει πολύ ψηλά τον πήχυ: Έχει προαναγγείλει πολιτικό σεισμό που θα προκαλέσει κυβερνητική κατάρρευση και αν αυτό δεν συμβεί οι κραδασμοί θα εκδηλωθούν στο εσωτερικό του.

Με αυτή την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η τέλεια αντιπολίτευση για την κυβέρνηση και ειδικά για τη ΝΔ: Πηγαίνει από λάθος σε λάθος και προσφέρει πολιτικό χρόνο και αντοχές στο κόμμα του πρωθυπουργού παρά τις διαρροές, τις ανταρσίες, τις διασπάσεις, τη μαζική φυγή ψηφοφόρων.

Η δυσκολία του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει για την ποιότητα της πολιτικής του πρότασης και για την επάρκειά του αποτελεί λύση για την κυβέρνηση, γιατί διευκολύνει την επιβίωσή της, και πρόβλημα για τη χώρα γιατί βαθαίνει την παρακμή. Όσο δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική και σοβαρή αντιπολίτευση, το σύστημα εξουσίας θα αποθρασύνεται με την ασφάλεια ότι δεν χρειάζεται να λογοδοτήσει για ο,τιδήποτε.

Ο βασανισμός μέχρι θανάτου του βαρυποινίτη Ι. Καρέλι στις φυλακές είναι ένα χαρακτηριστικό, αντιδημοφιλές και απόλυτα αποκρουστικό παράδειγμα: Κανείς δεν παραιτήθηκε, κανένας υπουργός δεν βρήκε έστω μία λέξη για να πει, και το ΠΑΣΟΚ ξέχασε να αντιδράσει συμβάλλοντας στην κατίσχυση μιας σοκαριστικής πολιτικής χαύνωσης.