Ήταν άνοιξη του 2010, λίγες εβδομάδες μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου. Μας είχε επισκεφθεί στην εφημερίδα ο πρεσβευτής της Γερμανίας για μια συζήτηση - ενημέρωση. Ήταν ένας μάλλον ηλικιωμένος, αυστηρός Γερμανός, ο οποίος προφανώς ενδιαφερόταν να μάθει πώς αντιμετωπίζουμε τη νέα κατάσταση. Κάποια στιγμή, ορισμένοι εξ ημών, υποστηρίξαμε ότι ακόμα και αν δεν πετύχει όλους τους στόχους της η Ελλάδα, θα γίνει μια αναθεώρηση και θα πάμε παρακάτω. Ο όρος δημιουργική ασάφεια δεν είχε εισαχθεί στο πολιτικό λεξιλόγιο αλλά κάτι τέτοιο εννοούσαμε. Η αντίδρασή του μας εξέπληξε. Σχεδόν οργισμένα μας αντέτεινε ότι δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα, πως ότι υπογράφουμε πρέπει να το τηρούμε και ασφαλώς θα υπάρξουν συνέπειες. Φυσικά είχε δίκιο, τους επόμενους μήνες το καταλάβαμε πολύ καλά.
Αυτή την εικόνα του δύσθυμου, αυστηρού Γερμανού, είχα για πολύ καιρό και για τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Δεν ξέρω αν ήταν σωστή, σίγουρα όμως αδικεί την αντίληψη που είχε για την κρίση και τον τρόπο αντιμετώπισής της. Γιατί, να το πούμε από την αρχή, ως ένα βαθμό η δική του προσέγγιση δικαιώθηκε. Ο Σόιμπλε από την πρώτη στιγμή υποστήριζε ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο χωρίς ένα γενναίο κούρεμα. Το πρόβλημα, για εμάς, είναι ότι συνόδευε την πρότασή του με την «εθελοντική» έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και την επιστροφή στη δραχμή, ως ότου ορθοποδήσει η οικονομία. Μια προοπτική η οποία, ανεξάρτητα από την στενή οικονομική της λογική, θα είχε κάνει την Ελλάδα Αργεντινή: καμιά πολιτική δύναμη δεν θα μπορούσε να επιβάλει την απαιτούμενη δημοσιονομική πειθαρχία, χωρίς τον εξωτερικό καταναγκασμό των μνημονίων. Θα είχαμε εμπλακεί σε ένα φαύλο κύκλο πληθωρισμού και υποτιμήσεων λατινοαμερικάνικου τύπου.
Όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Σόιμπλε, την έξοδο της Ελλάδας την είχε προτείνει ήδη από το 2010 στον τότε υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Το επανέλαβε το 2011 στον διάδοχο του στο υπουργείο Βαγγέλη Βενιζέλο και βέβαια το υποστήριξε ξανά το 2015, μετά το δημοψήφισμα του Τσίπρα, πριν από τις δραματικές διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στο τρίτο μνημόνιο. Τότε μάλιστα είχε φτάσει πολύ κοντά στην παραίτηση, διαφωνώντας με την καγκελάριο Μέρκελ.
Τη λογική Σόιμπλε, σε όλη της την έκταση, την είχαν αποκαλύψει οι αμερικανοί οι οποίοι εκείνο τον καιρό ανησυχούσαν για την αναζωπύρωση της κρίσης εξαιτίας μιας ανοιχτής ελληνικής χρεοκοπίας. Βρίσκονταν έτσι σε διαπραγματεύσεις με την Ευρώπη για το ελληνικό πρόγραμμα. Όπως έγραψε στο βιβλίο του «Γη της Επαγγελίας» ο Μπαράκ Ομπάμα, οι Γερμανοί υποστήριζαν «τη δικαιοσύνη της Παλαιάς Διαθήκης», τη χρεοκοπία και τη διαγραφή δηλαδή μεγάλου μέρους του χρέους. Θα φόρτωναν έτσι το κόστος στους δανειστές, στις τράπεζες δηλαδή, οι οποίες ήταν εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος. Αυτό βόλευε τη Μέρκελ πολιτικά. Θα έδειχνε στους ψηφοφόρους της ότι ξέρει να τιμωρεί τους υπεύθυνους, τους άσωτους έλληνες και τους τραπεζίτες. Και βέβαια δεν θα φόρτωνε τον γερμανικό προϋπολογισμό με το κόστος της διάσωσης της Ελλάδας.
Τελικά η άποψη Σόιμπλε ηττήθηκε. Ακριβώς όμως για να μη φανεί ότι χαρίζονται στην Ελλάδα, το μνημόνιο έγινε τόσο τιμωρητικό που τελικά αποδείχθηκε αλυσιτελές και καταστροφικό για την ελληνική οικονομία και δυσβάσταχτο για τους πολίτες. Σε αυτό πρωτοστάτησε και ο ίδιος, πιέζοντας για όλο και πιο σκληρά μέτρα. Κάποιοι πιστεύουν ότι το έκανε με σχέδιο, να πιέσει την Ελλάδα να αποχωρήσει μόνη της. Τις συνέπειες τις ζήσαμε.
Εκτός από τους Αμερικανούς, κατά της ελληνικής χρεοκοπίας αλλά και οποιασδήποτε αναδιάρθρωσης του χρέους ήταν και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλωντ Τρισέ. Χρειάστηκε να αντικατασταθεί από τον Ντράγκι, για να γίνει το κούρεμα του 2012. Σε αυτό που ο Τρισέ συμφωνούσε με τον Σόιμπλε αλλά και με τους περισσότερους ηγέτες της Ευρώπης, ήταν στο να μην εμπλακεί το ΔΝΤ. Η συμμετοχή του επιβλήθηκε από τη Μέρκελ, για δικούς της, εσωτερικούς κυρίως, πολιτικούς λόγους.
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι η προσέγγιση του Σόιμπλε δεν εκκινούσε από μια αντιευρωπαϊκή στάση. Ίσχυε, με τη δική του λογική, το ακριβώς αντίθετο. Θεωρούσε τον εαυτό του και ήταν, κατ’ εξοχήν ευρωπαϊστής. Πίστευε όμως ότι μια ελληνική χρεοκοπία θα συνέτιζε όλα τα κράτη που δεν ακολουθούσαν τις γερμανικές συστάσεις για δημοσιονομική πειθαρχία. Ακόμα η κρίση θα επέτρεπε την αξιοποίηση των κεφαλαίων που τελικά πήγαν στην Ελλάδα, για την ενίσχυση της ευρωζώνης. Ήταν μια εφαρμογή του δόγματος Μονέ ότι «η Ευρώπη θα χτιστεί μέσα από τις κρίσεις». Η Ελλάδα θα ήταν απλώς μια παράπλευρη απώλεια. «Βρήκα το επιχείρημα τρομακτικό» θα γράψει αργότερα ο υπουργός οικονομικών του Ομπάμα, Τίμοθι Γκάιτνερ.
Οι συζητήσεις αυτές μοιάζουν σήμερα λίγο σαν αρχαία ιστορία. Η Ευρώπη έχει προχωρήσει πολύ από τότε. Κατ’ αρχάς υπάρχει πια θεσμοθετημένος μηχανισμός για την αντιμετώπιση τέτοιων κρίσεων, το ESM. Οι διαδοχικές κρίσεις εξ άλλου, πρώτα ο κόβιντ και στη συνέχεια ο πόλεμος στην Ουκρανία, έχουν οδηγήσει σε μια ανατροπή της φιλοσοφίας στα δημοσιονομικά. Έτσι για πρώτη φορά και για τη χρηματοδότηση του ταμείου ανασυγκρότησης, υπήρξε από κοινού ευρωπαϊκός δανεισμός, κάτι σαν το περίφημο ευρωομόλογο που ζητούσε η Ελλάδα το 2010. Έχει γίνει κατανοητό ότι η λιτότητα δεν είναι η απάντηση για όλα τα προβλήματα. Για πρώτη φορά επίσης συμφωνήθηκε οι δαπάνες για την άμυνα να μην υπολογίζονται για τις διαδικασίες του υπερβολικού ελλείμματος. Η γεωπολιτική διάσταση λαμβάνεται πια υπόψη στη λήψη των οικονομικών αποφάσεων. Η Ευρώπη χρειάζεται να ενισχύσει την αμυντική της ικανότητα. Όμως για τους ίδιους λόγους, για την αβεβαιότητα δηλαδή, δεν επιτρέπεται κανένας εφησυχασμός. Η αλληλεγγύη που σήμερα θεωρούμε δεδομένη, αύριο μπορεί να μην υπάρχει. Ο δυνάμεις της ακροδεξιάς και του ευρωσκεπτικισμού ενισχύονται, ορισμένες μάλιστα τάσσονται ευθέως υπέρ της διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για την πολιτική κληρονομιά του Σόιμπλε θα είναι μια μεγάλη ήττα. Μια ήττα όμως που πολλοί πιστεύουν ότι σε αυτή συνέβαλε και η δική του πολιτική της γερμανικής λιτότητας που επιβλήθηκε για τόσα χρόνια στην Ευρώπη.
Πηγή: www.athensvoice.gr