Ο Ρούσβελτ, ο Περόν και ο Τσίπρας

Παύλος Τσίμας 31 Οκτ 2016

«Το δικαστήριο ενήργησε όχι ως δικαστικό σώμα, αλλά ως πολιτικό σώμα»- είπε στο διάγγελμά του προς τον λαό ο Πρόεδρος, αντιδρώντας σε μια απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου που είχε κρίνει αντισυνταγματικό έναν νόμο του. Η απόφαση δεν ήταν δικαστική- είπε. Ήταν πολιτική.

Δεν είναι φρέσκια η ιστορία που σας διηγούμαι. Συνέβη στην Αμερική, στα σκληρά χρόνια της δεκαετίας του ’30, στα χρόνια μετά το Κραχ.

Ο Φρανκλίνος Ρούσβελτ είχε εκλεγεί το 1932 με εντολή να βγάλει τη χώρα από τη Μεγάλη Ύφεση. Η πολιτική του, το New Deal, άλλαζε συθέμελα την αμερικανική οικονομία, εισήγαγε πρωτοποριακούς κοινωνικούς θεσμούς, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στην εποχή της και απόλυτα δικαιωμένη έναντι της Ιστορίας. Το New Deal έβαλε τις βάσεις για τη νίκη στον πόλεμο και για την οικοδόμηση τριών δεκαετιών μεταπολεμικής ευημερίας. Σκόνταφτε, όμως, σ’ ένα πρόβλημα. Το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ είχε κρίνει αντισυνταγματικούς δύο νόμους κλειδιά: τον νόμο για την βιομηχανική ανασυγκρότηση και τον νόμο για την κοινωνική ασφάλιση.

Ο Ρούσβελτ επανεξελέγη το 1936 με ένα θριαμβευτικό 61%. Θεώρησε, λοιπόν, ότι έχει την ευκαιρία να απαλλαγεί από την τροχοπέδη ενός δικαστηρίου που έβαζε εμπόδια στην πολιτική του. Απηύθυνε ένα, πολύ επιθετικό έναντι του δικαστηρίου, ραδιοφωνικό διάγγελμα στον αμερικανικό λαό, με το οποίο ανάγγειλε τη δικαστική μεταρρύθμιση. Θα αύξανε, με νόμο, τον αριθμό των δικαστών από 9 σε 15 ώστε να έχει την δυνατότητα να διορίσει 6 νέους δικαστές και να αλλάξει την πλειοψηφία του δικαστηρίου. Ο σχετικός νόμος ήρθε στην Βουλή, όπου οι δημοκρατικοί του Ρούσβελτ είχαν τεράστια πλειοψηφία, αλλά η Βουλή αρνήθηκε να τον συζητήσει. Ο νόμος πήγε στην Γερουσία, όπου και πάλι η ρουσβελτική πλειοψηφία ήταν άνετη, αλλά ο νόμος απερρίφθη με ψήφους 70-20. Το μήνυμα ήταν σαφές: Οι νόμοι του New Deal είναι πολύ σημαντικοί για την έξοδο από την ύφεση, αλλά η διάκριση των εξουσιών είναι ακόμη σημαντικότερη για την υγεία της δημοκρατίας και την μακροπρόθεσμη ευημερία της χώρας.

Δέκα χρόνια αργότερα η ίδια σύγκρουση επανελήφθη λίγο νοτιότερα, στην Αργεντινή. Ο Περόν είχε εκλεγεί πανηγυρικά το 1946 Πρόεδρος της χώρας. Πολύ γρήγορα ήρθε σε σύγκρουση με το ανώτατο δικαστήριο, το οποίο έκρινε αντισυνταγματικό έναν από τους πρώτους νόμους του, ένα νόμο για τις εργασιακές σχέσεις. Ο Περόν πρότεινε στη Βουλή την παραπομπή σε δίκη τεσσάρων δικαστών του ανωτάτου δικαστηρίου. Η Βουλή ενέκρινε την παραπομπή, η Γερουσία την επικύρωσε και ο Πρόεδρος διόρισε τέσσερις νέους δικαστές της αρεσκείας του. Δεν είχε ποτέ ξανά πρόβλημα με τη δικαιοσύνη, όπως κανείς από τους διαδόχους, δημοκρατικούς ή χουντικούς, αφού όλοι έως σήμερα έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν το ίδιο: μόλις εκλέγονταν άλλαζαν την σύνθεση του ανωτάτου δικαστηρίου, ώστε να κυβερνούν δίχως όρια, δίχως έλεγχο, δίχως φραγμούς.

Τα δύο παραδείγματα τα περιγράφουν και τα συγκρίνουν στο περίφημο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη;» οι ακαδημαϊκοί Ατσέμογλου και Ρόμπινσον. Ως απόδειξη της θέσης τους ότι η ευημερία των ΗΠΑ και η μιζέρια της (κατά τα άλλα πάμπλουτης) Αργεντινής δεν είναι θέμα γεωγραφίας, κλίματος ή φυσικών πόρων, αλλά ζήτημα θεσμών. Η καλή λειτουργία των θεσμών, η αποτελεσματική διάκριση των εξουσιών, ο περιορισμός της αυθαιρεσίας των κυβερνώντων και η υποταγή της «πολιτικής βούλησης» σε κανόνες είναι το κλειδί της ευημερίας ενός έθνους.

Τις σελίδες αυτές του βιβλίου των Ατσέμογλου-Ρόμπινσον μου τις θύμισε μία φίλη, ανώτατη δικαστικός λειτουργός. Ως σχόλιο για την τρέχουσα διαμάχη κυβέρνησης – Συμβουλίου της Επικρατείας.

Κι αν οι ιστορικοί νόμοι ενός μεγάλου ηγέτη όπως ο Ρούσβελτ κρίθηκε ότι δεν πρέπει να κάμπτουν την ανεξαρτησία ενός δικαστηρίου, ακόμη κι όταν η απόφασή του αποδεικνύεται ιστορικά λαθεμένη, πολύ περισσότερο η αρχή θα πρέπει να ισχύει για ένα νομοθέτημα τόσο μικρής αξίας και τόσο προβληματικής νομικής βάσης, όπως ο νόμος Παππά για τις τηλεοράσεις. Ας ελπίσουμε ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα συνειδητοποιήσει ότι η πραγματική, ουσιαστική συμμόρφωση με την απόφαση του ΣτΕ, η συναινετική ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου και η παραίτηση από επικοινωνιακά παίγνια και πολιτικά πείσματα είναι ο μόνος συμβατός με την δημοκρατία δρόμος.