Ο Μ. Ρέντσι μπήκε φουριόζος όχι μόνο στην πολιτική ζωή της Ιταλίας αλλά και στη συλλογική φαντασίωση της Κεντροαριστεράς. Να επιτέλους ένας σύγχρονος, δυναμικός σοσιαλδημοκράτης που μπορεί να είναι ταυτόχρονα προοδευτικός και αποτελεσματικός. Λίγους μήνες μετά είναι κι αυτός υποχρεωμένος να αναμετρηθεί με την πραγματικότητα: η Ιταλία για τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια μπήκε σε ύφεση. Ανάλογο πρόβλημα αντιμετωπίζει και ο Φρ. Ολάντ, καθώς η Γαλλία είχε μηδενική ανάπτυξη. Και οι δύο επιρρίπτουν την ευθύνη -σωστά- στη Γερμανία και την ΕΚΤ, που παρά τα σημάδια καθίζησης σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρωζώνη αρνούνται τη λήψη μέτρων ενίσχυσης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ετσι, η εμμονή της Γερμανίας στο δικό της υπόδειγμα ανάπτυξης μέσα από εξαγωγές μοιάζει πια να κανιβαλίζει τις υπόλοιπες λιγότερο παραγωγικές οικονομίες.
Ομως το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Ενα αμερικανικό «θινκ τανκ», το «Στράτφορ Γκλόμπαλ Ιντέλιτζενς», επισήμανε ότι η Γαλλία και η Ιταλία έχουν μπει σε έναν φαύλο κύκλο χαμηλών οικονομικών επιδόσεων, υψηλής ανεργίας, κοινωνικής έντασης και ασθενικών κυβερνήσεων. Αυτό βέβαια έχει ως αποτέλεσμα η πολιτική των μεταρρυθμίσεων που όλοι συμφωνούν ότι είναι αναγκαίες να γίνεται εξαιρετικά δύσκολη. Οχι μόνο δεν υπάρχει η απαραίτητη συναίνεση, αλλά αντιθέτως πριμοδοτούνται ακραίες πολιτικές δυνάμεις, όπως ο Μπ. Γκρίλο και η Μ. Λεπέν. Αν αυτό μας θυμίζει κάτι, δικαίως. Στον ίδιο φαύλο κύκλο έχουμε μπει και στην Ελλάδα. Είναι προφανές ότι το αναγκαίο πρώτο βήμα είναι η αντιμετώπιση της λιτότητας. Ακόμα και από τις Βρυξέλλες ζήτησαν από τη Γερμανία να αυξήσει τους μισθούς, ενώ οι συντηρητικοί «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» αρθρογραφούν υπέρ ενός προγράμματος νομισματικής επέκτασης όπως του Ομπάμα στις ΗΠΑ. Μαζί είναι αναγκαία η χρηματοδότηση μεγάλων έργων υποδομών, ιδιαίτερα σε τομείς υψηλής τεχνολογίας που ελπίζεται ότι θα ανεβάσουν την παραγωγικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας -προϋπόθεση όχι για να δημιουργηθούν απλώς θέσεις εργασίας αλλά και για να διατηρηθούν οι αμοιβές σε υψηλά επίπεδα.
Είναι αυτή η λύση; Για το άμεσο μέλλον σίγουρα. Μπορεί να είναι και ο μόνος δρόμος για να διατηρηθεί η Ενωση, με δεδομένο ότι όλες οι «αναθεωρητικές» δυνάμεις, σε δεξιά ή αριστερή εκδοχή, είναι στην ουσία τους αντιευρωπαϊκές. Ομως οι ενέσεις στην οικονομία δεν είναι πανάκεια. Αντιθέτως, πολύ συχνά στο παρελθόν τέτοιες πολιτικές -και η Ελλάδα είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα- οδήγησαν σε εφησυχασμό και σε οικονομικές φούσκες. Με άλλα λόγια, με κανέναν τρόπο δεν υποκαθιστούν την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων. Κι αυτό παραμένει το υπ? αριθμόν ένα πρόβλημα για την Ευρώπη και την Ελλάδα: η στήριξη μιας τέτοιας πολιτικής από ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που δικαίως ή αδίκως φοβούνται ότι θα χάσουν τα κεκτημένα.