Ο πρωθυπουργός, αφού άφησε για καιρό να σέρνονται τα σενάρια για τον ποιον ή ποια θα υποστηρίξει για την Προεδρία της Δημοκρατίας –μεταξύ των οποίων και η πιθανή ανανέωση της θητείας της Κατερίνας Σακελλαροπούλου–, τελικά κατέληξε στην ασφαλή για τον ίδιο επιλογή του μέχρι πρότινος προέδρου της Βουλής και παλαίμαχου στελέχους της ΝΔ, Κώστα Τασούλα. Μια επιλογή που ικανοποίησε τον δεξιό πυρήνα του κόμματος και απογοήτευσε προσωρινά τους λεγόμενους κεντρώους υποστηρικτές του.
Έπεσαν οι μάσκες
Και λέμε προσωρινά καθώς, μετά το αρχικό τους μούδιασμα, εκείνοι που εξακολουθούν να θεωρούν τον Κυριάκο Μητσοτάκη φιλελεύθερο και μεταρρυθμιστή πρωθυπουργό, βρήκαν τελικά τις απαραίτητες δικαιολογίες που τους επιτρέπουν όχι μόνο να συνεχίσουν να τον στηρίζουν, αλλά και να στοιχηθούν πίσω από το... τσεκούρι και φωτιά.
Μάλιστα, τη “σούπα” δεν τους χάλασε ούτε η εκπεφρασμένη διάθεση βουλευτών της ακροδεξιάς να υπερψηφίσουν την πρωθυπουργική πρόταση. Για το τελευταίο άλλωστε υπάρχει και το παράδειγμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος το 1980 κατάφερε να εκλεγεί Πρόεδρος και με τις ψήφους της φιλοχουντικής Εθνικής Παράταξης.
Πήγε για μαλλί...
Ο ΣΥΡΙΖΑ, νεκρανασταίνοντας το αφήγημα του “προοδευτικού μετώπου”, επιχείρησε τον εγκλωβισμό του ΠΑΣΟΚ προτείνοντας τη Λούκα Κατσέλη. Υποτιθέμενο “όπλο” σε αυτή την προσπάθεια ήταν το γεγονός ότι η υποψήφιά του, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, είχε χρηματίσει υπουργός της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου. Μόνο που η πολιτική πορεία της Λ. Κατσέλη δεν σταματάει το 2011, οπότε και έπαψε να βρίσκεται στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας.
Το 2012, λίγο μετά τη διαγραφή της από την ΚΟ του ΠΑΣΟΚ λόγω της καταψήφισης του δεύτερου Μνημονίου, ίδρυσε την Κοινωνική Συμφωνία, με την οποία κατήλθε στις εκλογές του Μαΐου του ίδιου έτους. Δεν κατάφερε να επιτύχει την είσοδο στη Βουλή και στις κάλπες του Ιουνίου αποφάσισε να στηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό επαναλήφθηκε και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015, ενώ στη συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου η ίδια έγινε πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας. Με λίγα λόγια, η Λ. Κατσέλη είναι τόσο ΠΑΣΟΚ όσο Κεντροαριστεροί μπορούν να θεωρούνται ακόμα οι από δεκαετίας υπουργοί της ΝΔ.
Χρυσή ευκαιρία
Το ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να κρατήσει μια στάση που έκρυβε παγίδες, αφού κινδύνευε να εμφανιστεί ως ουρά είτε της ΝΔ είτε του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πρώτη περίπτωση ο κίνδυνος υπήρχε αν ο πρωθυπουργός επέλεγε την ανανέωση της θητείας της σημερινής Προέδρου ή αν πήγαινε σε πρόσωπο προερχόμενο από την Κεντροαριστερά, όπως για παράδειγμα ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Στη δεύτερη περίπτωση ο κίνδυνος εγκλωβισμού θα εμφανιζόταν αν ο προτεινόμενος από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από προοδευτικός, ήταν και μη κομματικός.
Ευτυχώς για το ΠΑΣΟΚ τίποτα από τα δύο δεν συνέβη. Μάλιστα, τόσο η επιλογή Τασούλα όσο και εκείνη της Κατσέλη, άφησαν στο κόμμα την άνεση να κινηθεί με ηρεμία και να καταλήξει σε μια έξυπνη πρόταση, όπως είναι αυτή του Τάσου Γιαννίτση. Έτσι το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο διορθώνει σφάλματα του παρελθόντος και ξανασυνδέεται με την πολιτική κληρονομιά του Κώστα Σημίτη, αλλά αποδεικνύει ταυτόχρονα ότι η παράσταση με τίτλο “Κυριάκος, ο εκσυγχρονιστής” έχει πάψει προ πολλού να κόβει εισιτήρια.