«Ο πόνος λόγια δεν έχει…»

Μιχάλης Τριανταφυλλίδης 02 Οκτ 2024

Άφωνη κι αμήχανη η ελληνική κοινωνία, παρακολουθεί τις εξελίξεις στα θέματα της βίας των ανηλίκων, της άθλιας βιαιότητας όλο και μικρότερων ηλικιών, αγοριών τε και κοριτσιών, της αδιαφορίας και σχεδόν πλήρους αποστασιοποίησης, των περισσότερων από τους άθλιους γονείς τους.

Είναι πολύ βαρύ το κλίμα και φοβάμαι ότι το βρίσκουμε μπροστά μας, σε μια φάση γιγάντωσης και όχι στο ξεκίνημα του, δυστυχώς.

Το «με όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις», είναι κάτι που πλέον έχει αρχίσει να ξεφτάει.

Μας έχει ξεπεράσει κατά πολύ.

Και απέναντι σε αυτό το πανδαιμόνιο, μια αμήχανη κυβέρνηση, που δεν ξέρει στην κυριολεξία τί να πει.

Με έναν Υπουργό, της παιδείας των συνταγματαρχών μετελθόντα, που στο μυαλό του είναι η αυστηρότητα του στρατώνα και του βούρδουλα, δεν μπορεί να σκεφτεί τίποτε άλλα και κυρίως με ένα κατ΄ όνομα υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, άφωνο, αμήχανο και πολλαπλά απών.

Τα πιτσιρίκια δέρνονται με μίσος.

Πού το βρήκαν και το μαζεύουν μέσα τους, τόσο πολύ.

Δεκατετράχρονα κορίτσια, πλακώνονται και βρίζονται με τρόπο χυδαίο και όμως, κανείς δεν παρεμβαίνει.

Σίγουρα οι κυβερνητικοί τρομάξανε από την έκταση που έχουν πάρει τα γεγονότα. Φοβήθηκαν ότι θα τους κάνουν τουλούμι στο ξύλο, έτσι και τους βρουν μπροστά τους οι πιτσιρικάδες.

Και αυτοί δεν σταματάν μπροστά σε τίποτε, γιατί τη βία την έχουν σχεδόν ενσωματωμένη σχεδόν, στο DNA τους, γιατί ξεκινάει από το σπίτι, τον πατέρα τους, πολύ λιγότερο από την μανούλα τους, τη γειτονιά και λιγότερο από το σχολείο.

Είναι αδιανόητο σήμερα, να προσπαθείς να βρεθείς απέναντι σε αυτό το βρώμικο παιχνίδι, που κάποιοι το ενδυναμώνουν, κάποιοι του δίνουν λόγο ύπαρξης , του δίνουν λόγο παρουσίας και κανένας δεν είναι ικανός να αναλάβει την ευθύνη, για το πώς θα αντιμετωπιστεί.

Πριν δυο χρόνια, και πέρσι ακόμη, έγραφα για τις ορδές των βαρβάρων, που έκαναν παρέλαση στην πόλη της Θεσσαλονίκης με βήμα στρατιωτικό και η αστυνομία έντρομη, ανακάλυπτε στα σχολειά της Δυτικής Θεσσαλονίκης, ολόκληρα οπλοστάσια, για να παίξουν τους τραμπούκους.

Σκοτώσανε τον Άλκη στη Χαριλάου και τότε ξύπνησαν κάποιοι και είπαν «πω, πω κακό που έγινε» και τα θηρία που τρέφανε στους κόρφους τους, εξακολουθούσαν να τα τρέφουν και κανένας άχνα.

Γιατί δεν πειράζει εύκολα, όταν καλύπτονται αυτού του τύπου οι αθλιότητες, από την βαρβαρότητα των γηπέδων.

Ενώ, αντιθέτως όταν φτάνουμε μπροστά στο αδιέξοδο του τι θα πούμε στους γονείς του Άλκη αύριο, είναι προφανές ότι «βροντάει ο Όλυμπος, αστράφτει η Γκιώνα, μουγγρίζουν τ’ Άγραφα» και ο θεός βοηθός.

Η τιμωρία κάποιων από τους δολοφόνους του Άλκη, θα έπρεπε να είχε δώσει μάθημα στους εισηγητές του βούρδουλα, της αυστηροποίησης και της τιμωρίας, ότι, δεν είναι αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης της λαίλαπας, που μας έχει τινάξει στον αέρα.

Και το Υπουργείο, που σίγουρα, αυτή τη φορά το έφτιαξε χάριν παιδιάς, υποτίθεται για την οικογένεια, θα έπρεπε να σκεφτεί, τίποτε δεν κάνει, ουδέ σκέφτεται.

Έρχεται και η συνέχεια