Ο πήχης της σοβαρότητας

Τάκης Θεοδωρόπουλος 22 Μαρ 2012

Από τότε που δημιουργήθηκαν εκείνα τα ειδικά πεζοδρόμια με τα χαραγμένα χαντάκια, είναι η αλήθεια πως δεν έχω δει κανέναν τυφλό συμπολίτη μας να τα χρησιμοποιεί. Κατάλοιπο της κραιπάλης των Ολυμπιακών Αγώνων κι αυτά, επί το πολιτικώς ορθότερο, ιδανικά για να ταλαιπωρούν τα πέλματα του ανδρικού πληθυσμού και να διαστρέφουν τα τακούνια των γυναικών, εντελώς ακατάλληλα όμως, από ό, τι φαίνεται για να βοηθούν όποιον έχει πρόβλημα όρασης.

Ο λόγος είναι απλός. Αν κάποιος ακολουθήσει τα χαντάκια που υποτίθεται τον οδηγούν στον ίσιο δρόμο, το πιθανότερο είναι είτε να πέσει σε καμιά λακκούβα που ξεχάστηκε από το τελευταίο συνεργείο της ΔΕΗ είτε να προσκρούσει στο αυτοκίνητο που ο υπερήφανος για τα κυβικά του ιδιοκτήτης του το έχει παρκάρει στη γωνία απαγορεύοντας την πρόσβαση σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από τον εαυτό του.

Αυτά για εμάς τους ιθαγενείς. Διότι αν κάποιος ξένος παρατηρητής έκανε μια βόλτα στην Αθήνα και διαπίστωνε ότι, παρά τη μέριμνα της πολιτείας για τους τυφλούς, κανείς τους δεν κυκλοφορεί στο πεζοδρόμιο, κάλλιστα θα μπορούσε να συμπεράνει πως ό, τι κι αν λένε για την Ελλάδα είναι μια χώρα που έχει λύσει πολλά από τα προβλήματα που ταλαιπωρούν το ανθρώπινο είδος. Η ιατρική περίθαλψη που παρέχει η κοινωνική ασφάλιση είναι σε τέτοια επίπεδα ώστε, σε συνδυασμό με τη μεσογειακή διατροφή και το ιώδιο της Μεσογείου, επιτρέπει ακόμη και σε όσους έχουν προβλήματα όρασης να βλέπουν κανονικότατα.

Το οποίον και απεδείχθη περιτράνως. Χάρη στην κοινωνική ασφάλιση τυφλοί είδαν το φως τους, παραλυτικοί πήραν στον ώμο τους το κρεβάτι τους κι άρχισαν να τρέχουν, και όλα αυτά χωρίς καν να πληρούνται οι προϋποθέσεις της Δευτέρας Παρουσίας, οπότε και όσοι δεν έχουν περάσει από τα κολασμένα αποτεφρωτήρια του Μαρκόπουλου θα αναγεννηθούν οριστικά και αμετάκλητα. Και στο κάτω κάτω αν κάποιος δώσει τη δυνατότητα σε κάποιον τυφλό να οδηγεί ταξί, το λιγότερο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι δικαιούται να εκλεγεί στην ταπεινή θέση του νομάρχου. Εδώ άλλοι με αντίστοιχα θαύματα προήχθησαν σε άγιοι από την Εκκλησία.

Ομως, ας τα αφήσουμε όλα αυτά. Διότι εκείνο που εντυπωσίασε περισσότερο τις ημέρες αυτές με όλες αυτές τις ιστορίες με τα επιδόματα και τις αποκαλύψεις για τους παραλυτικούς συμπολίτες μας είναι το ύψος στο οποίο έχουμε όλοι βάλει το μέτρο της σοβαρότητας σ’ αυτόν τον τόπο. Τι να κάνεις όταν ένας υπουργός, με ύφος υποψηφίου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, σου ανακοινώνει ότι οι δαιμόνιες υπηρεσίες του ανακάλυψαν έπειτα από σοβαρούς ελέγχους πως οι επί εικοσαετία θανόντες συνέχιζαν να παίρνουν τη σύνταξή τους για τα χρειώδη του άλλου κόσμου. Να γελάσεις ή να κλάψεις; Να γελάσεις ή να κλάψεις για το ύψος στο οποίο όλοι μαζί, ακόμη κι αν δεν τα φάγαμε, βάλαμε τον πήχη της σοβαρότητας.

Διότι αν δεν τον σηκώσουμε λίγο πιο ψηλά, τότε δεν μας σώζει ούτε η ποίηση.