Ο φόβος του τερματοφύλακα πριν το συνέδριο

Γιάννης Μεϊμάρογλου 04 Φεβ 2022

Με δύο αποφασιστικές κινήσεις εντυπωσιασμού προσπάθησε ο Αλέξης Τσίπρας να παρέμβει το τελευταίο διάστημα στις πολιτικές εξελίξεις, επιχειρώντας να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί μετεκλογικά. Και οι δύο κινήσεις στοχεύουν στην ενίσχυση της θέσης του εν όψει του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ όπου θα διεξαχθεί η ετεροχρονισμένη συζήτηση για τα αίτια της εκλογικής ήττας του 2019 και τις ευθύνες που δεν έχουν ακόμα αποδοθεί. Το συνέδριο θα πάρει επίσης αποφάσεις για τη δημοκρατική οργάνωση και λειτουργία του κόμματος και θα κληθεί να επιβεβαιώσει τον εξαγγελθέντα πολιτικό στόχο για συγκρότηση κυβέρνησης «προοδευτικής συνεργασίας» μετά τις επόμενες εκλογές της απλής αναλογικής.

Η πρώτη κίνηση του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η κατάθεση δέσμης προτάσεων που αφορούν στην εκλογή του Προέδρου και των οργάνων από τη βάση. Οι προτάσεις αυτές δεν αποσκοπούν κυρίως στην απομίμηση των αντίστοιχων ανοιχτών διαδικασιών που ακολούθησαν η ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ για τις οποίες, άλλωστε, έχει εκφράσει την αντίθεσή του. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει καλά ότι οι τάσεις και οι αρχηγοί τους αντιμετωπίζουν το επερχόμενο συνέδριο ως πεδίο σκληρής κριτικής προς την ηγεσία αλλά και ως πεδίο συγκρούσεων με στόχο την εξασφάλιση θέσεων για την επόμενη μέρα. Ο ίδιος δεν θέλει σε καμιά περίπτωση να βρεθεί, ούτε και η νέα ΚΕ, δέσμιος των συσχετισμών και των αντιπαραθέσεων μερικών εκατοντάδων στελεχών εν όψει κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων.

Η δεύτερη κίνηση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν η πρόταση μομφής προς την κυβέρνηση, μια πρόταση που προφανώς δεν στόχευε στην ανατροπή της συμπαγούς κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Οι πραγματικοί στόχοι της κίνησης αυτής ήταν να επιβεβαιώσει την ηγετική του παρουσία στον κεντροαριστερό χώρο, βάζοντας φραγμό σε φιλοδοξίες άλλων και ταυτόχρονα να συσπειρώσει γύρω από την πρωτοβουλία του όλη την αντιπολίτευση, αποδεικνύοντας ότι ο σχηματισμός μιας «προοδευτικής κυβέρνησης» είναι ρεαλιστικός μετεκλογικά.

Τη ρεαλιστικότητα της «προοδευτικής διακυβέρνησης» ενίσχυσαν, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης. Ο πρωθυπουργός έσπευσε να στριμώξει πολιτικά το Κίνημα Αλλαγής στην ίδια πολυκατοικία με τον ΣΥΡΙΖΑ, τραβώντας διαχωριστικές κομματικές γραμμές ακόμα και σε θέματα που αφορούν την υπεράσπιση δημοκρατικών θεσμών. Ο Νίκος Ανδρουλάκης από την άλλη αναπτέρωσε τα «κεντροαριστερά» όνειρα του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Απέφυγε να πάρει θέση στο κρίσιμο θέμα της διαπόμπευσης στελεχών του ΠΑΣΟΚ στη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ καθώς και να καταδικάσει ανοιχτά τα θλιβερά φαινόμενα πολακισμού που απαξίωσαν πρόσφατα την κοινοβουλευτική διαδικασία.

Βαδίζοντας προς το συνέδριο του κόμματός του, ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει καλά ότι θα είναι το τελευταίο πριν τη διπλή εκλογική μάχη και το τελευταίο στο οποίο θα εκλεγεί Πρόεδρος, αν τα πράγματα δεν πάνε καλά στην κάλπη. Συνειδητοποιεί ότι η δημοσκοπική μεταβολή; στο πολιτικό σκηνικό με την θεαματική άνοδο των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ είναι γι αυτόν δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια αναζωπυρώνει πολιτικά την πρόταση για «προοδευτική» συνεργασία και διακυβέρνηση κι από την άλλη απειλεί να μετατρέψει σε ντέρμπυ την διεκδίκηση της πρωτοκαθεδρίας στον κεντροαριστερό χώρο. Κι όπως γνωρίζει καλά ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, τα ντέρμπυ λήγουν συχνά ισόπαλα, έχουν παράταση και μετά πέναλτυ. Και προφανώς δεν θέλει να βρεθεί στη θέση του τερματοφύλακα την ώρα που ο αντίπαλος παίρνει φόρα…

Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 4/02/2022