Οι μνήμες της φτώχειας και της ανέχειας των χρόνων μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, την Κατοχή και τον Εμφύλιο έχουν εγγραφεί στη συλλογική μας μνήμη.
Τα σημερινά παιδιά δεν μπορούν να φανταστούν πως ήταν η ζωή χωρίς φως τηλέφωνο και τρεχούμενο νερό, και το σχολείο χωρις τετράδια και βιβλία, όμως η γενιά μου, και μερικές νεότερες έχουμε εικόνες και μνήμες των δυσκολιών αυτών.
Οι ελληνικές ταινίες μας τις θυμίζουν. Η κεντρική ιδέα που αναδύεται σε αυτές ήταν η αλλαγή της μοίρας του ατόμου είτε με σκληρή δουλειά είτε με τύχη. Στις ταινίες συχνά το Πανεπιστήμιο εμφανίζεται σαν εφαλτήριο κοινωνικής ανέλιξης.
Βλέπετε μετά τον πόλεμο το Πανεπιστήμιο ήταν μηχανισμός κοινωνικής ενσωμάτωσης παιδιών από εργατικές και αγροτικές οικογένειες, σπάζοντας έτσι τον κοινωνικό αποκλεισμό. Τότε ακόμα η Ανώτατη εκπαίδευση δεν ήταν ταξικό προνόμιο, παρά τις δυσκολίες που έπρεπε τα παιδιά αυτά να ξεπεράσουν
Το διαβαστερό και εργατικό αγροτόπαιδο μπορούσε να έχει μια καλύτερη τύχη και αυτό ήταν πραγματικότητα μέχρι τη δεκαετία του ‘70.
Αν κάτι συνόδευε την επιτυχία αυτή, ήταν η δυνατότητα να μην έχει βρόμικα και ροζιασμένα χέρια. Το χώμα και το γράσο ισοδυναμούσαν με τη σκληρή μοίρα της γεωργικής και της εργατικής ζωής.
Η λαχτάρα να μην έχει το παιδί του την ίδια ζωή με αυτούς ήταν που έδινε κουράγιο σε χιλιάδες γονείς να δουλεύουν σκληρά για να μπει εκείνο στο Πανεπιστήμιο. Λέγαμε σπούδασε 3 παιδιά. Το αυτοπαθές ρήμα σπουδάζω είχε γίνει μεταβατικό, σπουδάζω το παιδί μου, αποδίδοντας στους γονείς το δίκαιο έπαινο για το κατόρθωμά τους.
Αργότερα όμως άλλοι παράγοντες αποδυνάμωσαν αυτήν την λειτουργία του Πανεπιστήμιου. Έτσι αυτό ταυτίστηκε με το πτυχιίο και όχι με τα προσόντα που έδινε εξασφαλίζοντας ειδική μεταχείριση από το όλο το πολιτικό σύστημα μέσω της πατρωνίας των διορισμών στο δημόσιο.
Παλιότερα όμως και η εκμάθηση μιας τέχνης ήταν κάτι σημαντικό αφού εξασφάλιζε την ικανοποιητική δυνατότητα επιβίωσης. Δεν ήταν συνώνυμο της ατυχίας ή της αποτυχίας.
Η αποβιομηχάνιση της χώρας και η εχθρικές προς την επιχειρηματικότητα αντιλήψεις δεν επέτρεψαν την οργανική σύνδεση της τεχνικής εκπαίδευσης δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας με την βιομηχανία ή την βιοτεχνία.
Κορύφωση όλων αυτών των αντιλήψεων ήταν η «αναβάθμιση» των σπουδών αυτών με την μετατροπή των ΤΕΙ σε Πανεπιστημιακές σχολές από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και η απρόσκοπτη εισαγωγή των αποφοίτων των ΕΠΑΛ στις νέες πια πανεπιστημιαές σχολές, πρώην ΤΕΙ.
Μπορούν όμως να ανταπεξέλθουν οι φοιτητές αυτοί; Πληροφορήθηκα από γνώστες του χώρου ότι ένας αριθμός μαθητών δεν έχει αντικειμενικά τις δυνατότητες να προχωρήσει στις ανώτερες σπουδές. Εισάγονται μεν αλλά τα παρατάνε. Είναι θύματα ενός συστήματος που δεν φρόντισε να κάνει τη φοίτησηή τους στα ΕΠΑΛ ουσιαστική.
Παρά τις προσπάθειες πολλών εμπνευσμένων καθηγητών, λόγω της γενικώτερης απαξίωσης των ΕΠΑΛ, μα βόλτα σε πολλά από αυτά λέει πολλά, οι μαθητές οδηγούνται απροετοίμαστοι σε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον που δεν μπορούν να ανταποκριθούν. Χωρίς εξετάσεις από τις μικρές τάξεις, με πολλές διευκολύνσεις πχ σε θέματα απουσιών και άλλα πολλά που φαλκιδεύουν την ιδέα της ουσιαστικής εκπαίδευσης, χιλιάδες νέα άτομα βρίσκονται χωρίς προοπτική και η διαχείρισή τους πιέζει το πολιτικό σύστημα.
Σε χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία οι μαθητές των τεχνικών Λυκείων εργάζονται και εκπαιδεύονται στο χώρο της βιομηχανίας, μάλιστα πολλά Λύκεια λειτουργούν μέσα σε εργοστάσια.
Ούτε κορώνες περί κεφαλαίου, ούτε περί εκμετάλλευσης.
Καλές και επιθυμητές οι εμβληματικές επενδύσεις κολοσσών όπως Microsoft Amazon κλπ αλλά χωρίς τον υπόροφο των μικρότερων επιχειρήσεων δεν θα έχουμε μια ισόρροπη ανάπτυξη με σοβαρή βιομηχανική βιοτεχνική και αγροτική παραγωγή. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά λοιπόν χρειαζόμαστε σοβαρή τεχνική εκπαίδευση. Ελπίζω εκεί στο Μall να το έχουν καταλάβει και να γνωρίζουν την ζοφερή πραγματικότητα της τεχνικής εκπαίδευσης.
΄Ηταν το σχόλιο της Τετάρτης στην εκπομπή ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ του Χρήστου Μιχαηλίδη στην ΕΡΑ1