Κάποτε το Λιμάνι ξεσηκώθηκε για να υποδεχθεί τον Λάγιος Ντέταρι. Τον διάσημο ούγγρο ποδοσφαιριστή είχε φέρει στον Ολυμπιακό κάποιος, ο οποίος, ταυτοχρόνως, έστηνε μια νέα αυτοκρατορία στο χώρο των ΜΜΕ.
Οι ύμνοι των τότε κυβερνώντων προς τον «νέο, αυτοδημιούργητο, επενδυτή» ήταν πρωτοφανείς. Το ίδιο πρωτοφανείς ήταν και οι επιθέσεις των ίδιων κυβερνώντων κατά των ΜΜΕ, τα οποία κατήγγειλαν πως στόχος του «επενδυτή» ήταν να αλώσει τα ΜΜΕ και πως πίσω από τις «επενδύσεις» του κρύβονταν καραμπινάτα σκάνδαλα. Επακολούθησαν αποκαλύψεις, κάποιο «Ειδικό Δικαστήριο» κι ο «επενδυτής» κατέληξε στη φυλακή.
Από τότε πέρασαν χρόνια –και φυσικά άλλαξαν οι συνθήκες. Άλλωστε, όπως διατρανώνουν οι νυν κυβερνώντες, σήμερα αυτό που ονομάζεται «διαπλοκή» διώκεται απηνώς. (Ασχέτως του ότι οι υπερβάσεις των προϋπολογισμών των μεγάλων οδικών αξόνων – που πρόσφατα εγκαινίασε ο πρωθυπουργός μας- συνεχίζονται κανονικότατα, οι χαριστικές διαγραφές προστίμων και δανείων συνεχίζουν, επίσης, να δίνουν και να παίρνουν, ενώ στις καλένδες παραπέμπεται το σύστημα αυτοματοποιημένου ελέγχου της διακίνησης καυσίμων – της κορωνίδας της μεγάλης φοροδιαφυγής, πάει να πει).
Αυτό που σίγουρα πάντως έχει μείνει αναλλοίωτο είναι το σύστημα «αγοράζω ομάδα – δημιουργώ στρατό οπαδών –ψηφοφόρων – έχω ή στήνω επιχειρήσεις – ελέγχω ΜΜΕ – παρεμβαίνω στην πολιτική σκηνή – κατακεραυνώνω τους αντιπάλους και εξυπηρετώ αυτούς που με εξυπηρέτησαν».
Το σύστημα τουτέστιν, που είναι ο ορισμός της –«διωκόμενης»- διαπλοκής.
Ομολογώ πως δεν είμαι βέβαιος αν και πότε η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία ή ως φάρσα. Αυτό που ξέρω είναι –για να ξαναγυρίσουμε στην εποχή του Ντέταρι- πως από εκείνη, πάνω κάτω, την περίοδο άρχισε και η εκκαθάριση της «ομάδας» που είχε φτάσει να διοικεί, στην ουσία, την τότε κυρίαρχη πολιτική παράταξη – και να κυβερνάει τη χώρα. Με αποτέλεσμα να αλλάξει άρδην η ηγεσία του κόμματος και να περάσουμε στην εποχή Σημίτη.
Προφανώς γιατί σε κάποια κόμματα λειτουργεί ένα στοιχειώδες ανακλαστικό αυτοσυντήρησης. Ανακλαστικό που μάλλον είναι ανύπαρκτο στη νυν κυβερνώσα παράταξη. Κυρίως λόγω της βαθύτατης πεποίθησής της πως με τις «αριστερές» διακηρύξεις της και μόνο έχουμε περάσει σε άλλο, ανώτερο «ιστορικό στάδιο» -άρα όλα έχουν άλλο νόημα και άλλο περιεχόμενο απ’ ό,τι όλοι γνωρίζουμε…
Σε βαθμό που να ακυρώνεται το ερώτημα «πώς επαναλαμβάνεται η ιστορία»: και ως τραγωδία και ως φάρσα επαναλαμβάνεται στις μέρες μας.