Ο σχηματικός πολιτικός επιμερισμός Κεντροδεξιά – Κεντροαριστερά, αντίθετα με κάποιους ισχυρισμούς, δεν δείχνει να έχει ανατραπεί στη χώρα μας. Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι ο επιμερισμός είναι παρών εντός και εκτός Ελλάδας, παρ’ ότι οι διαχωριστικές γραμμές -προϊόντος του χρόνου- γίνονται λιγότερο σαφείς.
Στη 10ετία της πολλαπλής κρίσης 2009 – 2019 στη χώρα μας, καταγράφεται μέχρι το 2015 σημαντική αναδιάταξη κομμάτων και μετακίνηση ψηφοφόρων, φαινόμενο, το οποίο έδειξε μεν να υποχωρεί στις εκλογές του 2019 πλην, η διάταξη των κομμάτων στο πολιτικό σύστημα είναι ακόμη ασταθής.
Ένα σημαντικό στοιχείο πολιτικής εκκρεμότητας στη χώρα μας είναι η αποχή 1,3 εκατομ. ψηφοφόρων στις εκλογές του 2019 σε σχέση με το 2009, (1,5 εκατομ. στις εκλογές του Σεπ. 2015), παρά το γεγονός ότι ο αριθμός εγγεγραμμένων ψηφοφόρων στη 10ετία της κρίσης δεν άλλαξε ουσιαστικά.
Η επεξεργασία των αριθμών των εκλογών της 10ετίας 2009-2019 του Υπ. Εσωτερικών έδωσε μια ρεαλιστική η εικόνα των εισροών-εκροών σε αριθμό ψήφων στα τρία μεγαλύτερα κόμματα στη δεκαετία της κρίσης και επίσης το ποιο κόμμα ήταν το κυρίως θύμα της θηριώδους για τα ελληνικά δεδομένα αποχής.
Είναι προφανές ότι η ακριβής αριθμητική συνολική ανάλυση, συνιστά περίπλοκη εξίσωση με μεταβλητούς αγνώστους -πολιτικού χαρακτήρα-, γι’ αυτό και οι εκτιμήσεις είναι προσεγγιστικές και έχουν σχετική μόνο ακρίβεια, χωρίς όμως να επηρεάζεται όμως το ένα και μοναδικό συμπέρασμα της ανάλυσης:
Το ΠΑΣΟΚ των 3,0 εκατομ. ψήφων του 2009, ήταν το κόμμα που κυρίως έπληξε η πρωτόγνωρη αποχή του 1,3 εκατομ. ψηφοφόρων από τις κάλπες στις εθνικές εκλογές του 2019, (Στο ΣΥΡΙΖΑ μετακινήθηκαν 1,5 εκατομ. ψηφοφόροι του).
Η ΝΔ στο τέλος της 10ετίας δεν επηρεάστηκε από την αποχή. Το 2019 έλαβε μόλις 50 χιλ. λιγότερους σε σχέση με το 2009 (2,3 εκατ. το 2009 και 2,25 εκατ. το 2019). Συμπεραίνεται ότι εξασφάλισε την επιστροφή των 500 χιλ. ψηφοφόρων της, που απείχαν από τις εκλογές του Σεπ. 2015 και επί πλέον αναπλήρωσε τους ψήφους θανόντων που της αναλογούν από το 2009, τόσο με νέους ψηφοφόρους, όσο και με το θετικό ισοζύγιο υπέρ της, από τις εισροές – εκροές μετακινήσεων ψηφοφόρων από άλλα κόμματα.
Εκλογές Ιουν. 2012: ΣΥΡΙΖΑ και ΔΗΜΑΡ έλαβαν σύνολο ψήφων 2,05 εκατ., από τους οποίους 1,5 εκατ. ήταν ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ του 2009). Συνυπολογίζοντας και τις 750 χιλ που έλαβε το ΠΑΣΟΚ, προκύπτει ότι από τα 3,0 εκατομ. ψήφων του ΠΑΣΟΚ του 2009, ελλείπουν περίπου 700 χιλ σε αποχή και μη αναπληρωθέντες θανόντες
Εκλογές Σεπ. 2015: Το έλλειμα, αυξάνεται από τις 700 χιλ, σε περισσότερο από 1,0 εκατομ., που αφορά σε αποχή (μαζί και αριθμός από το Brain Drain), καθώς και θανόντες που δεν αναπληρώθηκαν με νέους.
Εκλογές Ιουλ 2019: Το έλλειμμα στα 3,0 εκατομ. ψήφων του το 2009 φτάνει τελικά πάνω από 1,1 εκατομ. που προέρχεται από αποχή, περίπου 700 χιλ (περιλαμβάνονται και 150 χιλ. από brain drain που του αναλογούν, από εκτιμώμενο σύνολο περίπου 350 χιλ.) και από θανόντες, περίπου 500 χιλ, που δεν αναπληρώθηκαν με νέους ψηφοφόρους.
Από τα παραπάνω προκύπτει υπάρχει διαθέσιμη μια δεξαμενή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ μέχρι το 2009, οι οποίοι σε διαδοχικές εκλογές από το 2012 μέχρι και 2019 δεν ψήφισαν ούτε ΣΥΡΙΖΑ ούτε ΝΔ ούτε ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ούτε άλλο κόμμα. Παραμένουν μέχρι σήμερα στον ‘’πολιτικό καναπέ’’, όχι γιατί όλοι έγιναν ξαφνικά απολιτίκ, αλλά γιατί, εκτός της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, δεν τους ενέπνεε ούτε το ηγετικό σχήμα ούτε και το προφίλ που πολιτεύτηκε έκτοτε το ΚΙΝΑΛ–ΠΑΣΟΚ, ούτε και εμπιστεύτηκαν ή ψήφισαν καμιά από τις παλαιές προσωπικότητες του κόμματος που χάραξαν και δοκίμασαν δική τους ανεξάρτητη κομματική πορεία.
Στην ίδια δεξαμενή υπάρχουν επίσης και εκατοντάδες χιλιάδες νεοεισελθόντες ψηφοφόροι στο εκλογικό σώμα στη θέση θανόντων. Συνολικά οι θανόντες αριθμούν περί το 1,2 εκατομ. στη 10ετία, οι οποίοι αναπληρώθηκαν με νέους ψηφοφόρους, που όμως σημαντικό μέρος τους δεν ψήφισαν το 2019 ούτε ΝΔ ούτε ΣΥΡΙΖΑ. Οι νέοι που απέχουν, είναι κρίσιμη μάζα στο εκλογικό σώμα που μπορεί να ενδιαφερθεί για την πολιτική, αν βρεθεί μπροστά σε πολιτικά μηνύματα και θέσεις έξω από τα φθαρμένα και τα βαρετά κλισέ και συνθήματα δεκαετιών (μηνύματα οut of the box).
Όπως υποστήριζα σε παρεμφερή άρθρα μου και στις αντίστοιχες εκλογές για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τον Οκτ. 2017, είναι προφανές ότι εξακολουθεί να είναι αναγκαία μια νεωτερική ηγεσία όπου θα πλειοψηφούν τα νέα πρόσωπα. Σαφώς ναι στα νέα πρόσωπα στη ηγεσία, αλλά με την προϋπόθεση να είναι ικανή να δίνει απαντήσεις και λύσεις, σε κρίσιμα προβλήματα του σήμερα και του αύριο της χώρας στο πλαίσιο της σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και όχι της Ελληνικής λαϊκιστικής-πελατειακής.
Είναι βέβαια προφανές ότι στις τελευταίες εκλογές για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ η μεγάλη πλειονότητα των 270 χιλ. που προσήλθαν στις κάλπες, προέρχεται από το ‘’στενό’’ χώρο των 460 χιλ. που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ το 2019.
Ανεξάρτητα αν στις εκλογές της Κυριακής 12 Δεκ., θα υπερισχύσει η ανανεωτική τάση ή η ροπή επιστροφής στις πασοκικές ρίζες του παρελθόντος, ο νέος πρόεδρος θα εκλεγεί με βάση το παραδοσιακό πολιτικό κριτήριο αξιολόγησης των μέχρι σήμερα ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Εδώ προκύπτει το παράδοξο, ότι οι δυο μεγάλες δεξαμενές ψηφοφόρων που αναφέρθηκαν παραπάνω και που προφανώς θα τεθούν ως στόχος από τη νέα ηγεσία, λειτουργούν σήμερα αλλά και στη συνέχεια με διαφορετικά κριτήρια πολιτικής αξιολόγησης μιας νέας ηγεσίας. Ο νέος πρόεδρος για να προσελκύσει τα δυο διαφορετικά ακροατήρια (απέχοντες παλαιούς ψηφοφόρους ΠΑΣΟΚ και τη νεότερη γενιά), χρειάζεται, στην επιδίωξη διεύρυνσης, αρκετά διαφορετική πολιτική τακτική προσέγγισης, σε σχέση με εκείνη που ακολούθησε για τους ψηφοφόρους που τον εξέλεξαν στην ηγεσία.
Η προσπέλαση σ’ αυτό το χώρο είναι κατά την άποψή μου το πρώτο κρίσιμο βήμα που θα πρέπει να επιτύχει, για να δώσει στο ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ την αναγκαία πολιτική ισχύ που θα διευκολύνει στη συνέχεια την επάνοδο όσων μεταστεγάστηκαν σε άλλα κόμματα. Τόσο των λίγων που ψήφισαν το 2019 ΝΔ, οι οποίοι είναι σε αναμονή, όσο και των πολύ περισσότερων που μετακινήθηκαν στο ΣΥΡΙΖΑ, που όμως σημαντικό μέρος τους σήμερα στέκεται με επιφυλακτικότητα απέναντι στον τελευταίο.
Για να πετύχει ο διπλός στόχος της διεύρυνσης, ο νέος πρόεδρος θα πρέπει αυτονόητα να έχει ανάλογες ηγετικές, οργανωτικές και επιδραστικές ικανότητες (αν δεν τις έχει στο βαθμό που απαιτείται θα πρέπει άμεσα να τις ενισχύσει, ….φυσικά στο βαθμό που αυτό μπορεί να γίνει. Διαφορετικά……).