Ο νέος χειμώνας της ελληνικής οικονομίας

Φίλιππος Σαχινίδης 15 Νοε 2020

Τις επόμενες ημέρες ο υπουργός Οικονομικών θα καταθέσει στη Βουλή τον προϋπολογισμό του 2021. Σε άλλες εποχές το περιεχόμενο του δεν διέφερε από αυτό του προσχεδίου. Στις παρούσες συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας ο προς κατάθεση προϋπολογισμός πρέπει να αλλάξει σε αρκετά σημεία -σε σχέση με το προσχέδιο- για να μην καταγραφούν εκ των υστέρων μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ εκτιμήσεων και πραγματοποιήσεων.

Οι αλλαγές είναι αναγκαίες γιατί έχουν αναθεωρηθεί τα στοιχεία του ΑΕΠ. Το ονομαστικό ΑΕΠ το 2019 είναι περίπου 4 δις μικρότερο σε σχέση με αυτό του προσχεδίου. Αυτό οδηγεί σε αύξηση των δημοσιονομικών μεγεθών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η ΕΕ στις φθινοπωρινές εκτιμήσεις προβλέπει το χρέος το 2020 να φτάνει στο 207% του ΑΕΠ έναντι πρόβλεψης 197,4% στο προσχέδιο.

Ακόμη και με ευνοϊκή αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ και πολύ αργή απεμπλοκή της ΕΚΤ από τα προγράμματα αγοράς ομολόγων η Ελλάδα κάποια στιγμή μετά το 2021 θα αξιολογείται πιο αυστηρά από τις αγορές. Αυτό θα αυξήσει το κόστος δανεισμού που τώρα είναι πολύ χαμηλό. Με αυτά τα δεδομένα η κυβέρνηση πρέπει να επανεξετάσει τα σχέδια διαχείρισης χρέους και ταμειακών διαθεσίμων. Με την κατάθεση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής θα στείλει μήνυμα στις αγορές ως προς τον πολυετή σχεδιασμό της για τη δημοσιονομική πολιτική.

Οι αλλαγές στον προϋπολογισμό είναι αναγκαίες επειδή οι εκτιμήσεις για το μέγεθος της ύφεσης το 2020 και της ανάκαμψης το 2021 από την κατάθεση του προσχεδίου ήταν εκτός πραγματικότητας. Στηρίζονταν σε δύο υποθέσεις: α) ότι η πανδημία σταδιακά εξασθενεί, δεν θα επηρεάσει  το 4ο τρίμηνο του 2020 και οι επιπτώσεις της θα εξαλειφθούν στο πρώτο τρίμηνο του 2021 β) θα επιτευχθεί έγκαιρη αλλά και ορθή -υπό την έννοια του μέγιστου δυνατού πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος- αξιοποίηση των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι θα συνεισφέρουν δυο επιπρόσθετες μονάδες στο ρυθμό μεγέθυνσης του 2021.

Μετά το δεύτερο lockdown η πρόβλεψη για ύφεση 8,2% το 2020 θα αναθεωρηθεί. Το ερώτημα είναι κατά πόσο θα υπερβεί το 10%. Όλα θα εξαρτηθούν από το αν θα αποκατασταθεί η ομαλότητα στη λειτουργία της αγοράς το Δεκέμβριο. Αν ελεγχθεί η υγειονομική κρίση τότε η ύφεση θα κινηθεί λίγο πιο πάνω από το 10%. Σε αυτό το ενδεχόμενο η ανάκαμψη το 2021 θα είναι σαφώς πιο κάτω από το 7,5% που προέβλεπε το προσχέδιο. Αν δεν ελεγχθεί η κρίση τότε στο δυσμενές σενάριο μπορεί να έχουμε στασιμότητα το 2021. Επομένως η αναπλήρωση των απωλειών στο ΑΕΠ σε σχέση με το 2019 δύσκολα θα επιτευχθεί στο τέλος του 2022. Τέλος οι δυσκολίες στην έγκαιρη και ορθή αξιοποίηση των πόρων του ταμείου ανάκαμψης καθιστούν υπερβολικά αισιόδοξες τις εκτιμήσεις του προσχεδίου.

Ανάλογες διορθώσεις πρέπει να γίνουν και στις εκτιμήσεις για το ποσοστό ανεργίας και την πορεία της απασχόλησης αφού μετά τη λήξη των προγραμμάτων στήριξης θα αποκαλυφθεί η πραγματική εικόνα στο μέτωπο της ανεργίας και της απασχόλησης. Αυτά με τη σειρά τους επηρεάζουν το ισοζύγιο των ΟΚΑ που στο προσχέδιο ήταν ήδη αισιόδοξο.

Η διατήρηση της αξιοπιστίας που κατέκτησε η χώρα την τελευταία δεκαετία καθιστούν αναγκαία μια πιο ρεαλιστική αποτύπωση στον υπό κατάθεση προϋπολογισμό των σεναρίων για την πορεία της οικονομίας. Πολύ περισσότερο αφού οι αγορές γνωρίζουν πως αυτά μπορεί να οδηγήσουν στη λήψη σημαντικών πολιτικών αποφάσεων για να αντιμετωπιστεί ο νέος χειμώνας της ελληνικής οικονομίας.   

Πηγή: www.tanea.gr