Είναι ό,τι πιο δύσκολο, συναισθηματικά, να γράψω για τον θάνατο ενός γνώριμου προσώπου, με το οποίο βίωσα καλλιτεχνική δράση και φιλική σχέση, για ένα μεγάλο κομμάτι τής κοινής ζωής μας. Με την Αρλέτα γνωρίστηκα από το ξεκίνημα της τραγουδιστικής διαδρομής της το 1966, όταν η ατομικότητά της «έσπασε» τα όρια τής ιδιωτικής της σφαίρας και πέρασε σε εκείνη τής δημοσιότητας.
Δεν είναι εύκολη μια τέτοια μετάβαση, ιδιαίτερα σε χαρακτήρες όπως εκείνον τής Αρλέτας. Έναν χαρακτήρα που δύσκολα τον περιόριζες ή τον ανάγκαζες να συμπεριφερθεί κατά τα ειωθότα και να παραβεί τις δικές της ιδιαιτερότητες, την ελευθερία (όπως η ίδια την αντιλαμβανόταν), τα ατομικά δικαιώματα, τις πνευματικές επιλογές και τις συμπεριφορές κάθε φορά που επρόκειτο να έρθει σε επαφή με έναν διαφορετικό κόσμο…
Εκεί, ιδιαίτερα στο τελευταίο σημείο, η φίλη μας, έπρεπε να κάνει μεγάλο αγώνα. Τα «ειωθότα» τού κόσμου δεν μπορούσαν να καλύψουν το πνεύμα ανεξαρτησίας της και να την κάνουν να… συμφιλιωθεί με έναν κόσμο που την άκουγε μέσα στους μικρούς και άβολους χώρους των μπουάτ τής Πλάκας. Όλα αυτά στις περιόδους, χοντρικά από το 1966 έως το 1970, που ο κύκλος «μπουάτ» και «Νέο Κύμα» αρχίζει να ολοκληρώνει την λειτουργία του, λόγω των εμποδίων τής αστυνόμευσης και της λογοκρισίας τής Χούντας.
Χρειάστηκε να της κάνω κάποια μαθήματα κιθάρας για να της τοποθετήσω τα δάχτυλα, ώστε να παίζει με μεγαλύτερη ευκολία. Ίσως δεν είχε συνειδητοποιήσει πως η συγκεκριμένη προσπάθεια ήθελε δουλειά, μελέτη, υπομονή, χρόνο. Δεν διέθετε όμως αυτά τα απαραίτητα στο δυναμικό της. Τη… νίκησε ο πρακτικός τρόπος παιξίματος της κιθάρας. Ωστόσο, αγαπούσε τον ήχο της και γνώριζε πολύ καλά πως με τον ήχο μιας κιθάρας θα πορευτεί και θα σχηματίσει το δικό της σήμα κατατεθέν. Γι’ αυτό και κάποιοι την παρομοίωσαν με την Joan Baez…
Σε σημείωμά της, ζήτησε να φύγει για τον άλλο κόσμο παρέα με την πρώτη κιθάρα της, επιθυμία, ομολογώ, πολύ συγκινητική…
Κάναμε δισκογραφία με δικά μου τραγούδια, καθώς και άλλων συνθετών (Σπανού, Κοντογιώργη, Χουλιαρά), με τους πρώτους δίσκους της. Ξαφνικά τα ραδιόφωνα της εποχής (κυρίως το Πρώτο και Δεύτερο πρόγραμμα τής τότε μονοπωλιακής κρατικής Ραδιοφωνίας) γέμισαν τις μεταδόσεις τους με τα τραγούδια αυτής τής μυστηριώδους φωνητικής προσωπικότητας. Αυτή την δημοσιότητα την βίωνε με δυσκολία και πολλές φορές ερχόταν σε σύγκρουση με το κοινό της, ή σε συνεντεύξεις με δημοσιογράφους, μέσα από το αιχμηρό της χιούμορ, έστω και αν ήταν σε απ’ ευθείας μετάδοση. Δεν συμπαθούσε τη δημοσιότητα και με κάθε ευκαιρία το έδειχνε…
Με πατέρα φιλόμουσο και καλλιεργημένο γιατρό, η Αρλέτα υπήρξε αγαπητή στους φίλους/ες της. Της άρεσαν οι παρέες και τα φιλολογικά ξενύχτια τής εποχής. Συμμετείχε σε συζητήσεις και της άρεσε να φιλοσοφεί με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο, που μερικές φορές εκνεύριζε τους συνομιλητές της επειδή ξέχναγε να σταματήσει… Πάντα αγκαλιά με τα γατιά και τον σκύλο της, ήταν γνωστή ψυχούλα των απροστάτευτων ζώων και είχε το δικό της «δίκτυο» φιλόζωων. Γνώριζε σε απόλυτο βαθμό λεπτομέρειες τής ψυχολογίας των γάτων και συνεχώς καταγινόταν με αυτά τα επτάψυχα, με μητρική προστασία. Βεβαίως, οι αναφορές της σ’ αυτά ζωάκια έφτασαν και μέσα στη στιχουργική θεματολογία των τραγουδιών της.
Το 1977 δισκογραφώ το «Παιδί τής γης», πάνω σε ποιήματα τού Μάνου Χατζιδάκι από τη «Μυθολογία» του, τα οποία είχα μελοποιήσει κατά τη διαμονή μου στην Ιταλία. Η παρέμβαση του Αλέξανδρου Πατσιφά, για να πραγματοποιηθεί αυτή η παραγωγή ήταν αποφασιστικός παράγων. Ήταν αυτονόητο πως είχα στα αυτιά μου τη φωνή της και της έκανα αμέσως την πρόταση, για να ερμηνεύσουν τα τραγούδια μαζί με τον αγαπητό μας Ηλία Λιούγκο. Στρωθήκαμε στη δουλειά. Της έδωσα να μάθει τις μελωδίες, τα κείμενα και της είπα πως θα είναι και ο ίδιος ο Μάνος στο studio, για να ακούσει την ατμόσφαιρα των τραγουδιών. Ένιωσε σαν το μαθητούδι που θα το εξέταζε ο Γενικός Επιθεωρητής Εκπαίδευσης… Αγαπούσε βαθύτατα τον Χατζιδάκι και τα τραγούδια με ιστορία και παράδοση. Κατάφερε, εντέλει, να διαθέτει στο δισκογραφικό της ρεπερτόριο ό,τι τραγούδι τη συγκινούσε από το παρελθόν των πατεράδων και των παππούδων της. Εκτός από τα τραγούδια τού Νέου Κύματος, ερμήνευσε δικά της τραγούδια καθώς και Θεοδωράκη-Χατζιδάκι, Κραουνάκη, Γιαννίδη, Αττίκ, παλαιά ρεμπέτικα, καντάδες και άλλα. Όλα με τη δική της ερμηνευτική σφραγίδα, αφήνοντας για μας κάποιες σκέψεις για συζητήσεις…
Ήταν ένας καθ’ όλα «δικός μας» άνθρωπος και χαιρόμασταν την παρέα της στις δεκαετίες ‘60, ’70, ’80, ‘90. Έκτοτε η καθημερινότητα μάς εγκλώβισε. Η παρέα άλλαξε πρόσωπα. Γίναμε γονείς, παππούδες, άλλαξε ο προσανατολισμός τής παρέας, και τα τελευταία χρόνια η εύθραυστη υγεία της την «υποχρέωνε» να μπαινοβγαίνει σε νοσοκομεία και να συναναστρέφεται γιατρούς. Απομονώθηκε, ωστόσο, είχε και το πείσμα να παρουσιάζεται ενίοτε στον κόσμο και να τραγουδάει, με συνεργάτη τον στενό της φίλο Λάκη Παπαδόπουλο. Η φωνή της αναλλοίωτη. Η σκηνική και σωματική της δυσκολία δεν στάθηκε εμπόδιο για το κοινό της, που την ακολουθούσε όπου και αν εμφανιζόταν. Είχε ήδη γίνει «σημείο αναφοράς» και σύμβολο μιας εποχής. Ο λυρισμός, η χαμηλόφωνη ερμηνεία και η ποιητική ατμόσφαιρα, ήταν το σήμα της. Με αυτά πορεύτηκε, πενηνταένα (51) χρόνια, παρόλη την κραυγαλέα και θορυβώδη εποχή τής παγκόσμιας ροκ υστερίας…
Δεν στάθηκε όμως τυχερή. Η συσσωρευμένη πνευματική ενέργεια που είχε μέσα του αυτό το δυσκίνητο σώμα, δεν κατάφερε να εμποδίσει τις εγκεφαλικές επιπλοκές που την καταταλαιπώρησαν στο τελευταίο κομμάτι τής ζωής της. Νιώθω τυχερός που την συνάντησα στη διαδρομή μου. Με τον τρόπο της μου έδειξε μερικά κρυφά σημεία τής ζωής, που μου στάθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμα.
Θα την τοποθετήσω σαν μια ξεχωριστή σελίδα στο ελληνικό τραγούδι, που, όμοιά της δεν γνωρίζω. Η φωνητική-ηχητική της ιδιαιτερότητα έμεινε ανέγγιχτη από ομοιότητες και προσπάθειες αντιγραφής.
Τι να πούμε με αυτή την αποχώρηση; «Τέλος εποχής»; Όχι. Θα πούμε και πάλι πως «η ζωή συνεχίζεται» Σε μια χώρα, όπου η κουλτούρα τού τραγουδιού είναι πολύ ισχυρός παράγοντας, η ποικιλία των φωνών δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει και να προκαλεί τις αισθήσεις τής Μεσόγειας ανθρωπογεωγραφίας μας. Θυμηθείτε: Κ. Χωματά, Γ. Ζωγράφος, Λ. Παππάς, Α. Γεωργίου, Αρλέτα, αποχώρησαν. Οι δημιουργοί-συνθέτες τής αντίστοιχης περιόδου παραμένουν. Οι απουσίες τών Χατζιδάκι, Λοΐζου, Λάγιου, Κουγιουμτζή, Κηλαηδόνη, Τόκα, ηχούν ακόμα δυνατά… Ωστόσο, οι προσωπικότητες που φεύγουν θα μας απασχολούν, μέσα από το έργο τους συνεχώς και θα σημειώνουμε τα κενά που θα ανοίγουν στο πέρασμα του χρόνου…