Τα θεσμικά προβλήματα της ΕΕ επισήμαναν δεκάδες πολιτικοί και τεχνοκράτες, σχεδόν από το ξεκίνημα του Ευρωπαϊκού εγχειρήματος.Ασφαλώς, η συνεργασία των κρατών στην Ευρώπη βασίζεται σε γεωπολιτικούς λόγους αλλά και σε κοινά χαρακτηριστικά στην κουλτούρα τους. Θυμίζω ότι η πρώτη ένωση στην Ευρώπη ήταν εκείνη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας του Άνθρακα & Χάλυβα, το 1952. Κάθε διακρατική συνεργασία έχει πάντοτε οικονομική αναφορά και στην περίπτωση της πρώτης κοινότητας, ο άνθρακάς και ο χάλυβας ήταν τα πιο εμπορεύσιμα υλικά. Δεν είναι βέβαια συγκυρία ότι σε όλους τους εμπορικούς δρόμους έχουμε ανάπτυξη του πολιτισμού – η οικονομική δραστηριότητα στις ανοιχτές κοινωνίες γεννά νέους κόσμους σε κάθε πεδίο, σε κάθε δραστηριότητα. Και, η Ευρώπη, λοιπόν, με τη μορφή που τη γνωρίζουμε σήμερα ξεκίνησε πρωτίστως ως οικονομική ένωση, το οποίο είναι το ζητούμενο εώς και τις μέρες μας.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ
Το όραμα των ιδρυτών της ένωσης ήταν μία Ευρώπη ευημερίας και αλληλεγγύης σε θεσμικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο πολιτικών αποφάσεων. Ωστόσο, μία ένωση κρατών δε μπορεί να στηρίζεται στο συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων της παρούσης, διότι όταν αλλάζουν τα πρόσωπα αλλάζουν, συχνά, και οι πολιτικές. Η διαφορά, όμως, της ΕΕ από μία ειδική σχέση ή ένα μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ κρατών είναι ότι πρόκειται για στρατηγική επιλογή των κρατών-μελών, η οποία και ορίζει τον πολιτικό προσανατολισμό στις αποφάσεις τους. Δηλαδή, πρόκειται για επιλογή η οποία ξεπερνά την παρούσα πολιτική τάξη της κάθε χώρας. Τα κράτη έχουν συνέχεια και οι οικονομικές και κοινωνικές δομές είναι συνέχεια της ιστορίας τους που εκ των πραγμάτων δεν είναι ανεξάρτητη για κάθε κράτος το οποίο ανήκει σε συγκεκριμένο γεωπολιτικό χώρο, με θέσεις που εξελίσσονται σε θεσμούς.
Να είστε βέβαιοι ότι η ισχυρή δύναμη στον πυρήνα της ΕΕ, είναι τούτοι οι θεσμοί που ενεργούν ως δόγματα στις πολιτικές συνειδήσεις των λαών. Και εκεί ακριβώς εστιάζει η οικονομική πολιτική που είναι κάτι πιο μεγάλο από τη συναλλαγή, είναι κάτι πιο διευρυμένο από το νοικοκυριό και την επιχειρήση. Αν οι οικονομικές σχέσεις της ΕΕ ήταν απλώς και μόνο οικονομικές συναλλαγές, σήμερα η ένωση δεν θα υπήρχε – όπως τη γνωρίζουμε – και αυτό γιατί καμία ορθολογιστική θεώρηση της οικονομίας δεν θα μπορούσε να εξηγήσει τις επιλογές των τελευταίων ετών.
Για παράδειγμα, σε έναν οργανισμό, με στόχο το κέρδος, πρέπει ο κοινός τόπος των αναλυτών να συγκλίνει στο ότι ο οργανισμός είναι βιώσιμος και ότι τα οικονομικά προβλήματα που αντιμέτωπίζει είναι αποτέλεσμα κακοδιαχείρισης ή/και του δυσμενούς οικονομικού περιβάλλοντος. Αξίζει, λοιπόν, σε αυτή την περίπτωση να πάρεις το ρίσκο και να αναδιαρθρώσης τον οργανισμό, αφού μακροπρόθεσμα θα είναι κερδοφόρος και θα επιστρέφει πάλι υπεραξίες όπως σε εκείνους τους καλούς καιρούς. Τούτη η ανάλυση αν και δημοφιλής στη αγορά δεν εφαρμόζεται στις διακρατικές σχέσεις διότι η γεωπολιτική αλλάζει τα δεδομένα.
Στην πράξη ένα κράτος μπορεί πάντα να αλλάξει παραγωγικό μοντελό, έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευθεί τους φυσικούς πορούς τους και, ασφαλώς, το ανθρώπινο δυναμικό του. ¨Ενα κράτος, λοιπόν, μπορεί πάντα να αναδιαρθρωθεί και να επιστρέψει στην ανάπτυξη – η διαφορά με κάθε άλλη οικονομική οντότητα είναι ότι απαιτείται πολιτική σταθερότητα και διεθνείς σχέσεις. Σε μία ανοιχτή κοινωνία, δεν υπάρχουν απόλυτες διαδρομές με την έννοια της πρόβλεψης, υπάρχει όμως η ελευθερία της επιλογής.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
Η ισχυρή δύναμη στον πυρήνα της ΕΕ, λοιπόν, είναι η ιστορία μιας κοινής πορείας, είναι οι δεσμοί των λαών που στήριξαν μία συμφωνία προόδου και αλληλεγγύης στο χρόνο. Δίοτι, σύμφωνα, με πολλούς αναλυτές, όπως έγραφε η προηγούμενη παράγραφος, οι δεσμοί αυτοί έπρεπε να είχαν διαρραγεί ακολουθώντας μία αυτόνομη πορεία.
Ωστόσο, η ελπίδα και η πίστη – πολύ σημαντική η πίστη αν και, δικαίως, υποβαθμισμένη στον επιστημονικό κόσμο – είναι τα τελευταία που χάνονται όταν χαλά μία σχέση εμπιστοσύνης. Η ελπίδα ότι το καλύτερο είναι εδώ μπροστά μας, και η πίστη ότι, οι κρατούντες τα ηνία, γνωρίζουν – μέσες άκρες – τον προσανατολισμό. Αυτό, ισχύει σε ένα κλιμακωτό σύστημα αποφάσεων – κάθε επίπεδο εμπιστεύεται το αμέσως επόμενο. Είναι μία σχέση εμπιστοσύνης, λοιπόν, που κρατά τους δεσμούς δυνατούς – μία σχέση εμπιστοσύνης και όχι απαραίτητα γνώσης, είναι που κρατά ισχυρό τον πυρήνα της ΕΕ. Αν ήταν γνώσης τότε η δομή θα έπρεπε να είχε καταρρεύσει αφού όλα τα μέρη θα έπαιρναν το χειρότερο δυνατό σενάριο, διότι κανείς δε διαθέτει πλήρη γνώση της κατάστασης και της εξέλιξης της. Βλέπεις, είναι πολλά που δε μπορούν να αναλυθούν με παίγνια, όπως, για παράδειγμα, οι πολιτικοί συσχετισμοί. Ωστόσο, οι θεωρητικοί που ξέρουν από πράξη, συνήθως, γνωρίζουν τα όρια ενός εργαλείου – γνωρίζουν ότι σε ένα κόσμο που διαρκώς αλλάζει δεν υπάρχουν μόνιμες λύσεις.
ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ
Η διεύρυνση της ΕΕ είχε στόχο τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς, δίοτι το μέγεθος στα οικονομικά μετράει. Ωστόσο, αναδείχθησαν ζητήματα δημοκρατικής λειτουργίας σε θεσμικό επίπεδο, όσον αφορά τα όργανα της ΕΕ, αλλά και της οικονομικής πολιτικής. Η Ευρωπαϊκή πολιτική είχε πάντα ως άξονα τη σύγκλιση των εθνικών οικονομιών μέσω του Ευρωπαϊκού ταμείου και τη δημιουργία προγραμμάτων όπως τα Μεσογειακά για τη στηρίξη των οικονομιών του Νότου.Είναι άτοπο και εκτός πραγματικότητας να ισχυρίζονται οι λεγόμενοι Ευρωσκεπτικιστές ότι η Ευρώπη λειτούργησε μόνον για τις βιομηχανικές χώρες. Ωστόσο, πολλές πρόσωπικότητες έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου όταν το κοινό νόμισμα απέκτησε κεντρικό ρόλο στην οικονομική πολιτική της ΕΕ. Δεν υπήρχε κοινό φορολογικό σύστημα, ούτε κοινή δημοσιονομική πολιτική – δεν υπήρχε Ευρωπαϊκος μηχανισμός για επενδύσεις στις περιοχές της Ευρώπης που δεν είχαν αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη. Οι αδυναμίες στην λειτουργία του κοινού νομίσματος ήρθαν στην επιφάνεια όταν η χρηματοπιστωτική κρίση ξέσπασε το 2008 κλονίζοντας την εμπιστοσύνη στις διεθνείς αγορές.
Η ΕΕ δεν είχε τα εργαλεία που έχουν οι ΗΠΑ για να αντιμετωπίσει τις ασυμμετρίες οι οποίες διογκώθηκαν με την οξεία ύφεση, ειδικά στις χώρες με εμπορικό και δημοσιονομικό έλλειμμα, όπως η Ελλάδα. Αξίζει να επισημάνουμε ότι το ΔΝΤ, το οποίο είναι ένα εργαλείο διάσωσης και όχι σχεδιασμού αναπτυξιακής πολιτικής, ήταν κεντρική επιλογή της ΕΕ και της Γερμανίας στο σχεδιασμό των μνημονίων. Το οποίο σημαίνει ότι η Ευρώπη συνολικά δεν είχε θεσμικά τον μηχανισμό για να αντιμετωπίσει μία κατάσταση χρεοκοπίας ενός κράτους-μέλους. Και, ασφαλώς, η ατμομηχανή της Ευρώπης, η Γερμανία, δεν ήθελε για πολιτικούς και διπλωματικούς λόγους να λειτουργήσει διακρατικά. Και, τούτο, ήταν ο βασικός λόγος που το ΔΝΤ ενεπλάκει στις διασώσεις. Είναι λάθος να δαιμονοποιούμε την κλήση στο ΔΝΤ – η απάντηση είναι ότι η Ευρωπαϊκή πολιτική αιφνιδιάστηκε στο θέμα της διαχείρισης κρίσεων, διότι δεν υπήρχε τρόπος αντιμετώπισης από τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Οι μεγαλύτερες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η Ευρώπη είναι μπροστά και δεν είναι το θέμα της Δημοκρατικής νομιμοποίησης, το οποίο αποσύρεται από το δημόσιο διάλογο σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας. Να είστε βέβαιοι ότι το ίδιο θα συμβεί αν η ανάπτυξη επιστρέψει στην Ευρώπη – ανάπτυξη η οποία να δημιουργεί θέσεις εργασίας. Συχνά, τείνω να πιστέψω ότι η πολιτική γεννά περισσότερα προβλήματα από λύσεις. Θα είχαμε πιο αποτελεσματικά κοινοβούλια αν η πλειοψηφία των αιρετών ήταν μηχανικοί και όχι δικηγόροι. Δεν έχει να κάνει τόσο με την ιδιοσυγκρασία των ατόμων που επιλέγουν τις θετικές κατευθύνσεις αλλά ότι οι θετικές σπουδές έχουν προσανατολισμό την επίλυση ενός προβλήματος επιλέγοντας τον ευκολότερο τρόπο και όχι την επινόηση επιχειρημάτων έναντι του αντιπάλου.
Βέβαια, τα κοινοβουλία είναι αντιπροσωπευτικά και πρέπει να εκφράζουν όσο το δυνατόν ευρύτερο τμήμα της κοινωνίας σε όλες τις εκφάνσεις της, σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Ακόμη και αν τα βιβλία επιστημονικής φαντασίας – που γράφουν ότι είμαστε προ των πυλών της άμεσης δημοκρατίας – δικαιωθούν, δεν θα αποφασίζει κανείς από εμάς την οικονομική πολιτική. Εμείς, οι πολίτες, θα έχουμε λόγο, όπως συμβαίνει στις ώριμες δημοκρατίες, στο πολιτικό έργο που αντανακλά κάθε πτυχή της καθημερινότητας μας. Οι προκλήσεις που έχουμε ενωπιόν μας – και μακροπρόθεσμα υπονομεύουν την ποιότητα της δημοκρατίας – είναι οι ολοένα διευρυνόμενες ανισότητες που εγγενώς δημιουργούνται από το σύστημα της αγοράς.
Αντίστοιχη ανισότητα σε επίπεδο κρατών είναι ο βιομηχανικός βορράς και ο ελλειματικός νότος στον ευρωπαϊκό οικονομικό χώρο. Δε μπορεί να ανταγωνιστεί ο Νότος, το Βορρά στα πλαίσια της κοινής νομισματικής πολιτικής. Ο Νότος δεν έχει την τεχνογνωσία, τον εξαγωγικό προσανατολισμό και την παραγωγή ώστε να λειτουργεί ως αντίβαρο στη βαριά βιομηχανία του Βορρά. Και τούτο, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις είναι ένα συστημικό πρόβλημα το οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με πολιτικές παρεμβάσεις και όχι με την φιλελευθεροποίηση της οικονομίας. Παρόλα αυτά, οι επικριτές της Ευρωπαϊκής ενοποίησης γράφουν για έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας και πολιτικής βούλησης στις πολιτικές τάξεις του Νότου, οι οποίες, ως επι το πλείστον, χρηματοδοτούσαν τα ελλειματά τους με φθηνό δανεισμό. Είναι δύσκολο ως εξωτερικός παρατηρητης να δεις σε ποιο βαθμό το πρόβλημα της Ευρώπης είναι συστημικό και σε ποιο, οφείλεται σε έλλειψη μεταρρυθμίσεων. Αλλά ένα είναι βέβαιο – δε βοηθά να παίζεις το μουντζούρη
Πηγή: http://www.huffingtonpost.gr/