Ο Μερκελισμός κυβερνά την Ευρώπη

Χριστίνα Πουλίδου 23 Σεπ 2013

Ξημέρωσε κι η «επόμενη μέρα». Αυτήν που ανέμεναν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να βγουν από την κατάσταση αναστολής, που είχε προκαλέσει η εκκρεμότητα των γερμανικών εκλογών. Η Γερμανία ξύπνησε σήμερα σε ένα σταθερό αλλά και κάπως αβέβαιο σκηνικό, ενώ η Ευρώπη επιτέλους ξεμουδιάζει κι αρχίζει να κινείται.

Σε έναν βαθμό, το «πάγωμα» της εικόνας στην επικράτεια της ΕΕ ήταν επιβεβλημένο, καθώς η εντολή για παράλυση των ευρωπαϊκών διεργασιών ήταν άρρητη αλλά παρούσα. Το γεγονός για παράδειγμα, ότι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην ομιλία του για την «κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση» απέφυγε επιμελώς να χρησιμοποιήσει τον όρο «ομοσπονδία» (μολονότι πέρσι είχε απευθύνει μια θερμή έκκληση για τη δημιουργία μιας «ομοσπονδίας των κρατών-μελών»), είναι δηλωτικό της αυτο-λογοκρισίας που είχε διαχυθεί σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι πάντες εισέπραξαν το μήνυμα, πως η Γερμανίδα Καγκελάριος δεν ήθελε στη διάρκεια της γερμανικής προεκλογικής εκστρατείας να ανοίξουν νέα ευρωπαϊκά θέματα, καθώς ήθελε πάση θυσία να αποφύγει να εμπλακεί – και άρα να εκτεθεί – δηλώνοντας το στίγμα της.

Από ένα σημείο και πέρα όμως, το ορόσημο των γερμανικών εκλογών λειτούργησε και σαν άλλοθι για να δικαιολογηθεί η απραξία. Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στο euractiv, η ευρωπαϊκή αυτό-λογοκρισία έφτασε σε τέτοιον βαθμό ώστε ακόμη κι οι Γερμανοί αφέθηκαν να εκτεθούν περισσότερο από τους άφωνους Ευρωπαίους! Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, ήταν ο Β. Σόιμπλε αυτός που είπε τον Αύγουστο, ότι ίσως η Ελλάδα χρειαστεί κι ένα τρίτο πακέτο βοήθειας, την ίδια ώρα που οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αμήχανα παρέπεμπαν στο μέλλον τις εκτιμήσεις τους.

Σήμερα, πολλοί αναλυτές (ιδιαίτερα στη χώρα μας) προδικάζουν ότι έτσι-ή-αλλιώς τίποτα δεν θα αλλάξει στη Γερμανία. Αν είναι έτσι όμως τα πράγματα, τότε γιατί έπεσε σιγή ασυρμάτου στην Ευρώπη στην προεκλογική περίοδο; Αν δηλαδή δεν υπήρχε κάποιο διακύβευμα στις γερμανικές εκλογές, γιατί οι πάντες παρέπεμπαν στο μετεκλογικό σκηνικό προκειμένου να αξιολογήσουν τους νέους συσχετισμούς; Προφανώς η απολυτότητα αυτής της εκτίμησης είναι εσφαλμένη – ασφαλώς η σύνθεση της νέας γερμανικής κυβέρνησης και το πολιτικό στίγμα που αυτή θα δώσει θα κρίνει πολλά στο ευρωπαϊκό σκηνικό.

Πέραν όμως του ευρωπαϊκού αντίκτυπου που είχαν οι γερμανικές εκλογές, ορισμένες χώρες είχαν ειδικότερο ενδιαφέρον για το μυστικό που έκρυβε η γερμανική κάλπη. Στη Γαλλία για παράδειγμα, πολλές συζητήσεις έγιναν για τη δύναμη του αριστερού κόμματος «Die Linke», καθώς εκτιμάται ότι αυτό θα επηρεάσει και την απήχηση του Αριστερού Μετώπου του Ζαν-Λικ Μελανσόν. Στην Αυστρία, όπου θα γίνουν βουλευτικές εκλογές την ερχόμενη Κυριακή, η ανάκαμψη του γερμανικού SPD εκλαμβανόταν ως πρόκριμα στο προβάδισμα του Αυστριακού Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Στη Βαρσοβία επίσης (όπου θα γίνουν εκλογές το 2015), η προοπτική δημιουργίας ενός μεγάλου συνασπισμού (από τους χριστιανοδημοκράτες, τους χριστιανοκοινωνιστές και τους σοσιαλδημοκράτες) προκαλεί εκνευρισμό, καθώς οι Πολωνοί σοσιαλδημοκράτες βάλλονται ως ιδιαίτερα «φιλικοί» προς τη Ρωσία και άρα στους συντηρητικούς ψηφοφόρους είναι απεχθής η ιδέα των κυβερνητικών συνασπισμών. Στην Ελλάδα και την Πορτογαλία το ενδιαφέρον εστιάζεται, στο αν η πολιτική πρόταση της νέας γερμανικής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης στις χώρες του Νότου, συνυπολογίσει τη βαθιά ύφεση και δώσει μιαν ώθηση στην ανάπτυξη.

Μια κυβέρνηση αριστερο-δέξιου συνασπισμού στη Γερμανία είναι αναμφίβολα καλύτερη για τα ελληνικά συμφέροντα από την απελθούσα δεξιόστροφη συμμαχία. Διότι το κέντρο βάρους μετατοπίζεται προς το κέντρο, διότι υπάρχει η ελπίδα για τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού μείγματος στην πολιτική και διότι οι δύσκολοι καιροί απαιτούν τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις. Είναι όμως άγνωστο ακόμη, τι συμβουλεύτηκε το μαξιλάρι της στην κα Μέρκελ.