Με την εμφάνιση, σιγά-σιγά, του τι σημαίνει Τραμπ, αρχίζουν να διαφαίνονται και οι κίνδυνοι σε σχέση με τα επιτεύγματα του Ομπάμα. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερο επίτευγμα, αλλά και μεγαλύτερος κίνδυνος, από αυτά που έγιναν, και αυτά που υπάρχει φόβος να συμβούν, σχετικά με το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή.
- Μια πράσινη σχεδόν-επανάσταση.
Είναι ίσως το βαθύτερο και το πιο τολμηρό αποτύπωμα της διπλής Προεδρίας Ομπάμα: η επιβολή της αντίληψης ότι η κλιματική αλλαγή είναι μια αδήριτη πραγματικότητα, η λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της και η ανάληψη της ηγεσίας σε μια παγκόσμια προσπάθεια μείωσης των κινδύνων. Κι όλα αυτά ουσιαστικά έγιναν κατά τη δεύτερη θητεία και με αντίθετο το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικο-οικονομικού κατεστημένου.
Δηλωμένος αλλά όχι διαβασμένος, πριν έρθει στην εξουσία, «περιβαλλοντιστής», ο Ομπάμα απέφυγε τις μεγάλες δηλώσεις στην αρχή της θητείας του. Η σημασία του ζητήματος εντός της συνολικής ατζέντας διαφαινόταν στις προτεραιότητες των επτά πρώτων ημερών, ανάμεσα στις οποίες βρίσκονταν η επανεξέταση του αιτήματος της Καλιφόρνιας, που είχε απορρίψει ο Μπους, για περιορισμό κατά 30% των ρύπων των αυτοκινήτων, καθώς και η εντολή στην Αρχή Προστασίας του Περιβάλλοντος, που επρόκειτο να αποδειχθεί σε μείζονα παίκτη καθ’ όλη την οκταετία, για θέσπιση προτύπων για την εξοικονόμηση καυσίμων από τα αυτοκίνητα. Η από-φετιχοποίηση της ιερής αμερικανικής αγελάδας, δηλαδή του αυτοκινήτου, είχε ισότιμη συμβολική σημασία με το διορισμό από τον Ομπάμα, στις βασικές θέσεις της μάχης κατά της κλιματικής αλλαγής, προσωπικοτήτων με πολύ ξεκάθαρες όσο και διαμετρικά αντίθετες με της κυβέρνησης Μπους θέσεις –του Στίβεν Τσου ως Υπουργού Ενέργειας και του Τζέιμς Χόλντρεν ως βασικού επιστημονικού συμβούλου του Προέδρου και προμηθευτή του σε σχετικά επιστημονικά βιβλία.
Ωστόσο η πρώτη θητεία σφραγίστηκε περισσότερο από αδιέξοδα παρά από κατακτήσεις. Ο Πρόεδρος, κατά την προσφιλή τακτική του, δηλαδή με λήψη υπόψη των συσχετισμών δυνάμεων και χωρίς μεγάλα λόγια, άρχισε μια διπλή παράλληλη διαπραγμάτευση: με τη νομοθετική εξουσία στο εσωτερικό των ΗΠΑ και με τους ξένους ηγέτες ενόψει της παγκόσμιας διάσκεψης για το Κλίμα που επρόκειτο να λάβει χώρα το Δεκέμβριο του 2009 στην Κοπεγχάγη. Κανένα από τα δύο συνδεόμενα μέτωπα δεν έμελλε να ολοκληρωθεί. Το νομοσχέδιο για την καθαρή ενέργεια (Clean Energy and Security Act), που περιείχε δέσμευση για μείωση κατά 17% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ως το 2020, ψηφίστηκε με οριακή πλειοψηφία τον Ιούνιο του 2009 από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά θα συναντούσε, ένα χρόνο κι ένα μήνα αργότερα, την αξεπέραστη αντίσταση της Γερουσίας, στην οποία η προεδρική ομάδα δεν κατόρθωσε να αποσπάσει ούτε μια ρεπουμπλικανική ψήφο. Λόγω του ότι η αμερικανική συμβολή βρισκόταν στον αέρα, η προσωπική προσπάθεια του Ομπάμα στη Διάσκεψη της Κοπεγχάγης, στην οποία, από μια ειρωνεία της Ιστορίας, παρευρέθηκε καθοδόν για την ανάληψη του Νόμπελ Ειρήνης, δεν μπόρεσε να ευοδωθεί και η συμφωνία δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή.
Καθώς έλειψαν τα μείζονα πολιτικά βήματα, ένα τραγικό όσο και απρόβλεπτο περιστατικό έμελλε να αποτελέσει ένα έμμεσο καταλύτη της πρώτης θητείας: η έκρηξη στην πετρελαϊκή εξέδρα Deepwater Horizοn στα ανοιχτά του Κόλπου του Μεξικού, τον Απρίλιο του 2010, και η διάχυση στη θάλασσα και στις ακτές, σε μήκος χιλιάδων μέτρων, εκατομμυρίων τόνων πετρελαίου. Μια «περιβαλλοντική 11η Σεπτέμβρη», που ο Ομπάμα κατάλαβε αμέσως ότι έπρεπε τουλάχιστον να χρησιμοποιηθεί ώστε να αλλάξει η αντίληψη των Αμερικανών για την προστασία του περιβάλλοντος. Και μάλλον τα κατάφερε, χάρις και τις ηγετικές ικανότητες που εμφάνισε σε όλη τη διάρκεια της πολύμηνης κρίσης, αφού από αυτή τη στιγμή μπορεί να θεωρηθεί ότι τέθηκαν οι βάσεις για τα επιτεύγματα της δεύτερης θητείας: ο Πρόεδρος όχι μόνο ανάγκασε τις πετρελαϊκές εταιρίες να δημιουργήσουν ένα μεγάλο ταμείο αποζημίωσης των θυμάτων αλλά και απέκτησε μια περιβαλλοντική εμμονή που πλέον δεν θα εγκατέλειπε.
Το Μάιο του 2011 ο Πρόεδρος παρουσίασε ένα σχέδιο για μείωση της εισαγωγής πετρελαίου και εν γένει μείωση της ενεργειακής εξάρτησης των ΗΠΑ από το πετρέλαιο, ενώ το Δεκέμβριο του 2011 υπέγραψε μια μεγάλη συμφωνία με τις αυτοκινητοβιομηχανίες για πιο «πράσινα» αυτοκίνητα, που υπολογίστηκε ότι έσωσε την Αμερική, και την ανθρωπότητα, από δύο δισεκατομμύρια τόνους εκπομπών αερίων. Έστω και οριακά, μια υπόσχεση εκπληρωνόταν –ως προαναγγελία ίσως της κοσμογονίας που θα ακολουθούσε στη δεύτερη θητεία.
Ο Ομπάμα κατάλαβε δύο πράγματα από την εμπειρία της πρώτης θητείας (σε έναν προσωπικό απολογισμό, στο τέλος του 2016, παραδέχτηκε ότι στον Κόλπο του Μεξικού «κόντεψαν να χαθούν όλα»): πρώτον, ότι «αν δεν κάνουμε κάτι για την κλιματική αλλαγή, τίποτα δεν μπορεί να προδικαστεί (all bets are off, που σημαίνει και «τα χειρότερα έρχονται»)΄ και δεύτερον, ότι οι αλλαγές δεν μπορούσαν να προέλθουν μέσω νομοθεσίας (εν των μεταξύ είχε χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και ετοιμαζόταν να τη χάσει και στη Γερουσία). Τα εργαλεία από εδώ κι εμπρός επρόκειτο να είναι τα προεδρικά διατάγματα και η συνεργασία με την Αρχή Προστασίας του Περιβάλλοντος. Μια τεράστια διαδήλωση στη Γουάσινγκτον, το Φεβρουάριο του 2013, που τον «ενθάρρυνε» να θυμηθεί τις υποσχέσεις του, έβαλε το τελευταίο ψυχολογικό λιθαράκι.
Το μεγάλο σερί αρχίζει τον Ιούνιο του 2014, με τη σειρά μέτρων για μείωση των εκπομπών αερίου κατά 30% ως το 2030. Με ένα άγγιγμα της προεδρικής πένας, που ενέκρινε αντίστοιχες οδηγίες της Αρχής Προστασίας Περιβάλλοντος, ξεπεράστηκε το μπλοκάρισμα των νομοθετικών σωμάτων και εισήλθαν οι ΗΠΑ στην πρωτοπορία του αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής –και μάλιστα με ευελιξία, καθώς τα προεδρικά διατάγματα έδιναν τη δυνατότητα σε κάθε Πολιτεία να βρει εκείνη τα καλύτερα μέσα για να επιτύχει το στόχο. Το Νοέμβριο του 2014 ο Ομπάμα πείθει στο Πεκίνο τον Πρόεδρο της Κίνας να δεσμευθούν μαζί για την παγκόσμια μείωση των εκπομπών αερίου –κάτι που ανοίγει το δρόμο για την επιτυχία της επόμενης παγκόσμιας Συνδιάσκεψης. Το Φεβρουάριο του 2015, ο Πρόεδρος θέτει βέτο στη δημιουργία του τεράστιου αγωγού πετρελαίου Keystone XL που θα συνέδεε υπογείως την Αλμπέρτα του Καναδά με το Μεξικό. Το Απρίλιο του 2015, μέσω διαταγμάτων και κατόπιν σχετικών οδηγιών της Εθνικής Αρχής Περιβάλλοντος, αποκτά σάρκα και οστά ο νόμος για την Καθαρή Ενέργεια (Clean Power Act),ένα παλίμψηστο μέτρων για την μείωση των εκπομπών, ιδίως από άνθρακα –αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο σταματά την εφαρμογή τους. Το Δεκέμβριο του 2015, ο Ομπάμα ηγείται, στα λόγια και στην πράξη, της Διάσκεψης του Παρισιού, στην οποία επιτυγχάνεται, αυτή τη φορά, η παγκόσμια συμφωνία για τη μείωση των εκπομπών –τίθεται μάλιστα σε εφαρμογή λίγο πριν από το τέλος της θητείας του χάρις και στην έγκαιρη υπογραφή της από τον Αμερικανό και τον Κινέζο Πρόεδρο.
Η διαφορά, στην αντίληψη και στην ουσία, υπήρξε αντικειμενικά τεράστια όχι μόνο σε σχέση με την προεδρία Μπους αλλά και με τις ανάγκες των καιρών. Το δράμα με όλο αυτό το κληροδότημα προς την ανθρωπότητα είναι ότι, μετά την αποχώρηση του Ομπάμα από τη σκηνή, κινδυνεύει σοβαρά: η τελική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για τα μέτρα καθαρής ενέργειας εκκρεμεί, ενώ ο εκλεγμένος επόμενος Πρόεδρος Τραμπ, που θα διορίσει και ένα τουλάχιστον μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έχει ανακοινώσει ότι δεν θεωρεί ότι τον δεσμεύει η Συμφωνία του Παρισιού. Ποτέ δεν έμοιαζε τόσο επίκαιρο, αλλά και τόσο απειλητικό, το goodnight and good luck.