Με αφορμή πρόσφατο κείμενο 68 πανεπιστημιακών υπέρ του
ανθρωπισμού και του νομικού πολιτισμού που εγκαθίδρυσε το άθλιο αστικό κράτος των
Νενέκων
Τον Λάμπρο τον γνώρισα στο Παρίσι. Το επώνυμο αυτού Οικονόμου.
Από νωρίς ήταν στις τάξεις της ρεβιζιονιστικής Αριστεράς,
της αργότερα ανανεωτικής,
αντιδογματικής, αντισταλινικής κτλ. Κάτι
που δεν ήταν αυτονόητο εκείνη την εποχή. Τότε όλοι είχαν δυο βίδες. Μια κόκκινη
και μια κίτρινη κι ανάλογα με το πως ήταν ρυθμισμένες, παρήγαγαν κόκκινες ή
κίτρινες θεωρίες στο μυαλό τους, που δεν είχαν κανένα δισταγμό να τις ονομάζουν
πολιτικές. Έπρεπε να διαβάζουν Σουίζι και Μπετελέμ, άντε και κανένα Γκαροντύ, και
κανείς τους δεν είχε τότε σκεφτεί μήπως και η λογοτεχνία ή η φιλοσοφία π.χ ,
είχαν μεγαλύτερη πολιτική αξία. Χεμινγουαίη, Ντος Πάσος, Αντόρνο, Μαρία
Θαμπράνο, Μαργκερίτ Ντυράς κ.α ήταν τότε στα αζήτητα.
Τότε δηλαδή που οι άλλοι της ίδιας «πλευράς», οι
σταλινικοί, αλώνιζαν στην Ευρώπη: ο Νερούδα και βεβαίως ο Μπρεχτ, μαζί με τους
στρατηγούς Τολιάτι, Καρίγιο και Δημητρόφ που είχαν στήσει την παράγκα στη
Βαρκελώνη (του Ισπανικού εμφυλίου) και κυνηγούσαν τα φαντάσματα του Τρότσκυ.
Ο Λάμπρος ως καλός επιστήμονας που ήταν είχε μοντάρει τις
βίδες του, ώστε να ισορροπεί χωρίς τις εκρήξεις των φανατικών - κάθε απόχρωσης.
Να σημειώσουμε ότι τα χρόνια εκείνα, η διαφωνία με τις κυρίαρχες Αριστερές δεν
ήταν ούτε αυτονόητη ούτε ανεκτή και τόσο οι κνίτες όσο και οι κινέζοι (οι
Τροτσκιστές ήταν πολύ λιγότεροι) είχαν το ίδιο θανατηφόρο δάγκωμα.
Αργότερα, οι περισσότεροι απ αυτούς μεταλλάχθηκαν, άλλοι
μαλάκωσαν άλλοι σκλήρυναν, άλλοι μπήκαν στο σύστημα και άλλοι ξέφυγαν τελείως
προς την τρομοκρατία. Μετά το 80 τον έχασα τον Λάμπρο, αυτός Παρίσι, εγώ Αθήνα,
οικογένειες, δουλειές, ώσπου τον ξανακούω στη δίκη της 18Δεκέμβρη το 2003, να
υπερασπίζεται τον κατηγορούμενο ως αρχηγό της, τον Φωτόπουλο. Σε εκτενές μάλιστα
άρθρο του στην Μεσημεριανή, αναλύει ένα ένα τα σημεία της υπεράσπισης και
κοντεύει να μας πείσει ότι είχαν συλλάβει λάθος άνθρωπο. Είχε λέει μια μικρή
διαφωνία για τη χρήση του ψευδωνύμου «Οικονόμου» που ο Φωτόπουλος ισχυρίστηκε
ότι το κρατούσε από τη δικτατορία για λόγους προστασίας (αστεία δικαιολογία)
κτλ. Με το άκουσμα της λέξης, τα έχασα. Οικονόμου κι ο Φωτόπουλος! Εν πάσει
περιπτώσει, ο Λάμπρος επέμενε για την αθωότητα, είπα κι εγώ κάτι θα ξέρει
παραπάνω. Τότε δεν υπήρχε ακόμα ούτε η Μάνια από την Ετεροτυπία, ούτε η βίλα
στους Λειξούς, ούτε τα ξεσπάσματα του Τζορτζόπουλου, ούτε ο εμφύλιος στον
Κορυδαλλό, ούτε τα βιβλία ...
Βέβαια, είχα κάτι είχα ψιλιαστεί από τη μη αναφορά εκ
μέρους των «υπερασπιστών του Παρισιού» κατά τη διάρκεια της δίκης, σε καμιά
πτυχή του ανθρωπισμού που είχε απανθρακωθεί μετά τα τόσα δολοφονικά χτυπήματα.
Δεν την είδα ούτε σε πρόσφατο κείμενο 68 πανεπιστημιακών (Ιανουάριος του 2021)
οι οποίοι ξαφνικά θυμήθηκαν τόσο τα ανθρώπινα δικαιώματα που καταπατούνται, όσο
και την παραβίαση των κανόνων του νομικού πολιτισμού. Ποιανού πολιτισμού
δηλαδή; Αυτουνού που κρύβεται πίσω απ? το προσωπείο του άθλιου αστικού κράτους,
που πληρώνει τους καθηγητές να διδάσκουν
τους φοιτητές και τους άλλους πως να κρεμάνε
ταμπέλες στο λαιμό του πρύτανη, πως να σπάνε τα καθίσματα των αντιδραστικών ΑΕΙ
και να κλέβουν τα κομπιούτερ των συναδέλφων τους. Ανθρωπισμός για τα θύματα της
18Δ; Αστεία πράγματα.
Τότε κατέβασα απ το ράφι τον Μπρεχτ. Ο οποίος στο διάσημο
κείμενό του για τις Δίκες της Μόσχας (για τους νεώτερους: δια των οποίων ο
Στάλιν ξεπάστρεψε απ το 1935 ώς το 40 όλη τη γενιά των ηγετών της τροτσκιστολενινιστικής επανάστασης του
17), στο κείμενό του λοιπόν αυτό ο Μπρεχτ είναι απολύτως πεπεισμένος ότι οι
εγκαλούμενοι (από τον Καμένεφ ώς τον Τουχατσέφσκι, κι από τον Μπουχάριν ώς τον Τρότσκυ)
είναι πράγματι συνεργάτες του Χίτλερ, προδότες, και εχθροί της επανάστασης. Ως
εκ τούτου, είναι απολύτως μάταιο να επικαλείται κανείς τις αρχές του αστικού
ανθρωπισμού όταν πρόκειται για τέτοια υποκείμενα, έλεγε ο ποιητής. Έτσι,
είχε καλυφθεί και το θεωρητικό κενό σε ότι αφορά τη χρήση, ακόμα και των πιο
αποτρόπαιων μορφών βίας, σε μια επιχείρηση εκκαθαρίσεων χωρίς ιστορικό
προηγούμενο (εκτελέστηκαν συνολικά περίπου 800.000 άτομα).
Ύστερα είδα, ότι ο Λάμπρος, που μετά τη δίκη της 18Δ
επέλεξε αντί του Οικονόμου να αποκαλείται Αντωνόπουλος, ήταν κι αυτός στη λίστα
των υπογραφόντων/διαμαρτυρομένων για τη
μεταγωγή του Κουκοντίνα στο Δομοκό. Σιγά τ?αυγά μη σπάσουνε. Θυμήθηκα
επίσης ότι τις δυο τελευταίες δεκαετίες, που τον έβλεπα μόνο ως φωτογραφία στις
εφημερίδες, το βλέμμα του είχε μια
περίεργη σκιά. Δεν έδωσα τότε καμιά σημασία, μπορεί να είναι η ιδέα μου είπα, μέχρι
που τον «ξαναείδα» στη πρόσφατη λίστα των ανθρωπιστών (βλ. παραπάνω). Και τότε συνεπέρανα,
δια της επιφωτίσεως, ότι το θέμα μας δεν ήταν, όπως παραπλανητικά δήλωνε δεξιά
κι αριστερά ο Λάμπρος, η δικαστική πλάνη του 2003, αλλά η εξ αρχής απόφασή του
για την προσχηματική ή απροσχημάτιστη
υπεράσπιση των αγωνιστών της 18Δ οι οποίοι αν και ήθελαν να καταλύσουν το
κράτος, ήθελαν μαζί και τα πλεονεκτήματα της επιείκειας, αυτής δηλ. που οι
ίδιοι αρνήθηκαν στα θύματά τους τα οποία,
πως το είχε πει η κ. Λουίζου; ...«θα έπρεπε να σηκωθούν από τον τάφο και
να μας ζητήσουν συγγνώμη»... (αλλ επ
αυτού έχουν γραφτεί πολλά).
Το δικό μου το θέμα όμως δεν ήταν τόσο η 18Δ και το
ξεφτισμένο της προφίλ της λούμπεν επαναστατικής πρωτοπορίας, αλλά ο Λάμπρος και η σύγχιση των ονομάτων. Ώσπου ένας άλλος καλός φίλος, απ
το Παρίσι κι αυτός, μου είπε προχτές απ? το τηλέφωνο (φαντάζομαι να έχει
ηχογραφηθεί από τις υπηρεσίες της Ασφάλειας και να είναι στη διάθεση της
Σύνταξης): «Μα είναι πολύ απλό σύντροφε.
Φωτόπουλος, Αντωνόπουλος και Οικονόμου, είναι το ίδιο πρόσωπο. Αν
πρόσεξες, στη δίκη δεν εμφανίστηκαν ποτέ μαζί. Η συμφωνία με τις διωκτικές αρχές
είναι: τη μέρα Αντωνόπουλος πανεπιστημιακός, το βράδυ – που γυρίζει στις
φυλακές – Φωτόπουλος. Το ψευδώνυμο, άχρηστο πια, είναι μόνο για την ιστορία και
τα αστυνομικά μυθιστορήματα».
Βλέπε επ αυτού και το « la banalité du
mal » της Χάννα Άρεντ