Η περίπτωση Λάκη Λαζόπουλου θεωρώ πως είναι ένα φαινόμενο. Οξυδερκής, ευφάνταστος, ταλαντούχος και έξυπνος χειριστής της κωμικής τέχνης, αλλά και της ατομικής του προβολής. Γνωρίζει δηλαδή τον συνδυασμό που συνθέτει το «παιχνίδι» της πολιτικής και της υποκριτικής. Χρόνια στο κουρμπέτι, χαϊδεμένο τέκνο του Συστήματος χρόνια τώρα, από εποχής ΠΑΣΟΚ, ξέρει να… πουλάει γέλιο, άλλες φορές ευφυές και άλλες χοντροκομμένο, πάντως, ενταγμένο σε εκείνο που ονομάζουμε «Τέχνη της πολιτικής-ηθογραφικής Επιθεώρησης».
Ουδείς φαντάζομαι έχει αντίρρηση ως προς όλα αυτά. Όλος ο θόρυβος της λαζοπουλειάδας αυτών των ημερών, έγινε εξ’ αιτίας του κακού χειρισμού που έκανε σχετικά με την αναπηρία και το καροτσάκι τού Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε. Η συγκεκριμένη τοποθέτηση τον εκθέτει ανεπανόρθωτα, ακόμα και μετά την αμήχανη «διόρθωση», που τον κατέστησε υπερόπτη και κακομαθημένο, συνηθισμένο να μη φέρει ουδείς την παραμικρή αντίρρηση στα λεγόμενά του μπροστά στις κάμερες και στο παιχνίδι της δημοσιότητας που-όπως προείπα-ξέρει να χειρίζεται…
Ο έξυπνος κομπέρ-ηθοποιός έχει κατακτήσει τεράστια ποσοστά τηλεοπτικής θεαματικότητας. Έχει προ πολλού περάσει ως ο εθνικός μας γελωτοποιός, ο οποίος πέρασε εύκολα από την ηθογραφία τής εποχής, στην πολιτική σάτιρα και-κατά τη γνώμη μου τώρα πια-στην στρατευμένη, από τη στιγμή που η φιλοκυβερνητική του στάση είναι ήδη γνωστή από τον καιρό που το κυβερνών κόμμα ήταν στην αντιπολίτευση. Ετούτο και μόνο τον έθεσε στο κέντρο προσοχής των αντιπολιτευόμενων πολιτών και κομμάτων. Κι έτσι έγινε το… χειρότερο. Ο Λάκης ταυτίστηκε με την κομματίλα, αφού την μετέφερε στο τηλεοπτικό του κοινό, το οποίο δεν είχε καμία απολύτως αντίρρηση να γελάει, να γελάει, να γελάει, δίχως καμία κρίση, ευαισθησία και αισθητική, έτσι, άκριτα και ανεμπόδιστα. Ίσως επειδή ο Λάκης φρόντισε, δούλεψε, προσπάθησε τα τελευταία χρόνια να διαμορφώσει ακριβώς το κοινό που επιθυμούσε. Άβουλο και πρόθυμο να μην υπερβαίνει το ρόλο του, να γελάει δηλαδή ανεξάρτητα από την ποιότητα του χιούμορ, το οποίο χιούμορ από χαρισματικό που ήταν, κατέληξε σε φτηνό καλαμπούρι πολιτικής αφέλειας, στιλ θερινής επιθεώρησης στο Δελφινάριο…
Τα έχει αυτά η Τέχνη. Αν δεν προσέξεις να ανανεώνεις με κατάλληλους τρόπους το ρεπερτόριό σου, αν επαναπαύεσαι στις δάφνες σου, ο χρόνος που γλιστράει, τα γεγονότα που εξελίσσονται, μπορούν, αν δεν τα αφουγκραστείς, να σε αφήσουν πίσω, ξεπερασμένο και μακριά από το όποιο σύγχρονο πνεύμα μιας ανανεωτικής ηθογραφίας των στοιχείων τής ελληνικής κοινωνίας σε κρίση, δοσμένα μέσα από τη σάτιρα και το χιούμορ. Ο προικισμένος ευθυμολόγος μας, έχει γείρει προς Σεφερλή μεριά και η πολιτική του σάτιρα εξελίχθηκε σε χοντροκομμένα αστειάκια καφενειακής ομήγυρης… Ο Λαζόπουλος μεταμορφώθηκε σε «Λάκης», όπως η Κωνσταντοπούλου σε «Ζωή», όπως η Μακρή σε “Ραχήλ”, όπως ο Ρουβάς σε “Sakis” κλπ. Το αναφέρω αυτό για να πω πως, ο Λάκης, εξελίχθηκε σε κάτι κοινότυπο που θα πάψει να προκαλεί το δημιουργικό ενδιαφέρον του θεατή, αν το δαιμόνιο μυαλό του δεν ανανεώσει τη σχέση του με την τέχνη τού σαρκασμού και την καταγραφή της σφαιρικής εικόνας των κακώς κειμένων που θέλει να διορθώσει και να καυτηριάσει με τρόπο που ο φ ε ί λ ε ι να πράττει ένας δημιουργικός και ταλαντούχος σαρκαστής χρονογράφος. Διαφορετικά, η εμμονή του σε μια πολιτική-κομματική γραμμή, δεν θα διαφέρει από μια μορφή… κατηχησμού προς το γοητευμένο πόπολο.
Τον Λαζόπουλο ήθελα να τον σκέφτομαι με το επώνυμό του και όχι με το οικείο «Λάκης». Η απρέπειά του, για την αναπηρία τού Σόϊμπλε, ήρθε να προστεθεί σε άλλες ανεξέλεγκτες καλλιτεχνικές απρέπειες λόγω του στόχου του που δεν είναι άλλος από εκείνον της κουλτούρας της μάζας! Εκεί, ο κακός χειρισμός από τον δημιουργό, μπορεί να τον παρασύρει σε κατώτερες του ταλέντου του καταστάσεις και κάτι τέτοιο δεν αξίζει στον Λαζόπουλο…