O λαϊκισμός είναι ένας και ομοούσιος

Νίκος Γκιώνης 19 Απρ 2016

Ο λαϊκισμός είναι η υποχώρηση του σαφούς στο απλοϊκό, έλεγε ο παλιός θεωρητικός της πολωνικής Αλληλεγγύης  Άνταμ Μίεχνιτσκ, ο λαϊκισμός δεν είναι παρά η έδραση της  αναξιοκρατικής δημοκρατίας, που μετατρέπει τον λαό από συνάθροιση ετερόκλητων πολιτών σε ένα αυτονομημένο ενιαίο  φαντασιακό υποκείμενο, λέει ο Στέλιος Ράμφος.

Έως τώρα ο λαϊκισμός ή ποπουλισμός, στεγαζόταν υπό την μορφή γκρίζων μειοψηφικών πολιτικών ζωνών εντός των υπαρχόντων αστικοδημοκρατικών κομμάτων, ως ότου με οδό  διέλευσης τον επίκαιρο διχασμό  «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» , αποφάσισε να βγεί φανερά, συνδυασμένος με αντιπατριωτικά  δηλαδή εθνικά χαρακτηριστικά. Κατ’ ουσίαν  υπάρχει  ο μαλακός  εθνοποπουλισμός, όπως  αυτός μορφοποιείται στους  ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, ο απεχθέστατος διαστροφικός της Χ.Α.  και ο φολκλόρ  αντίστοιχος του ΚΚΕ. Παρόλα ταύτα και εντός των τροποποιημένων παλαιών αστικών κομμάτων, υπάρχουν μικροθύλακες λαϊκισμού, που όμως εξαντλούνται σε παλαιά  μείζονα χαρακτηριστικά μορφών πελατειακού και παρασιτικού κρατισμού, που δεν αγγίζουν καν τα θεσμικά θεμέλια της δημοκρατίας, όπως γίνεται με απρόσμενη μεταξική  κίτς  αισθητική από το ποπουλιστικό παρασκεύασμα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, με όχημα μιαν επιθετική συμπεριφορικά τάση του ιταλικού σοσιαλισμού, δημιουργήθηκε  ο κατεξοχήν πρώιμος λαϊκιστικός ολοκληρωτικός φασισμός, που στηρίχθηκε στην διαστρεβλωμένη ερμηνευτική, που μετέτρεπε τα συνδικάτα σε συντεχνίες. Έκτοτε ακολούθησαν κι άλλοι με  το συνήθη ολοκληρωτικό μανδύα και την ελεγχόμενη απλουστευτικότητα, από τους ναζιστές μέχρι τον Μεταξά, τον Σαλαζάρ, τον Φράνκο και τους Έλληνες σ/χες. Φυσικά η ίδια  ελεγχόμενη κανονικότητα δοσολογίας ποπουλισμού, διέτρεχε και τα σοβιετογενή καθεστώτα των 70.000.000 νεκρών.

Σήμερα ο λαϊκισμός, εξακολουθεί όπως παλιά – στον βαθμό, που είναι συγκροτημένα ολοκληρωτικός –  να συνορεύει με τον θρησκευτικό φονταμεναλισμό της Καθολικής και της Ορθόδοξης  εκκλησιαστικής  γραφειοκρατίας καθώς και με παλιομοδίτικα  εθνικιστικά συνθήματα, που καμμιά σχέση δεν έχουν με τον πατριωτισμό – που είναι ταυτόχρονα εθνικός, οικονομικός, πολιτισμικός – δημιουργώντας ένα αντιλογικό, μαζικής  φοράς , κατασκεύασμα . Αυτό το τελευταίο υποσκάπτει δολίως την προκοπή της πατρίδας, υποσχόμενο πράγματα σχιζοειδώς φαντασιωτικά και γι’ αυτό νευρωσικά, που όμως θέλγουν τα νοσηρότερα κοιτάσματα του ατομικού και συλλογικού ψυχισμού.

Άπαξ  και εμφανίστηκαν φόρα παρτίδα κι  όχι καμουφλαρισμένες οι όψεις του καταπιεσμένου ιδεολογήματος του ποπουλισμού, δημιουργήθηκε πιά ένας καινούργιος φανατισμένος αντίπαλος του πολιτικού ορθού λόγου, και  όχι  μόνον.

Αυτός ο συνονθυλευματικός λαϊκισμός, χαϊδεύει αυτιά την ίδια στιγμή, που διαβρώνει θεσμούς, όπως το έκανε ο Μανιαδάκης  αλλά χωρίς τις βιαιότητες του τελευταίου.

Ο επίκαιρος ποπουλισμός, σύμφωνα και με τον ενδελεχή ορισμό του Ράμφου που στην αρχή ανέφερα, λειτουργεί υπό την κοινοβουλευτική καλύπτρα γιατί δεν έχει – σήμερα – ανάγκη την εκτροπή της. Είναι ομοούσιος  δηλαδή δεν έχει μια κακοαριστερή και μια κακοδεξιά ουσία, έχει ομοιογένεια στο υλικό, που κατά περίπτωση ονομάζεται αριστερή ή δεξιά  ευρωσκεπτικιστική εκδοχή και αδιαφορία για την επίκαιρη ανάπτυξη – όσης τέλος πάντων είναι εφικτή- της κοινωνίας, πλασσάροντας ως  αντίβαρο αναίσθητες και ανεφάρμοστες δήθεν λαϊκές πολιτικές. Στο μεταξύ ο ολοκληρωτισμός υπό κοινοβουλευτικό μανδύα, όλο και αθροίζει πόντους στο μπόι του.

Αποδώ και πέρα η Κ/δεξιά, η Κ/αριστερά, το Προοδευτικό Κέντρο και οι ηγέτες τους, οφείλουν να γνωρίζουν τους όρους  και τα όρια των πολιτικών αντιπάλων, εκπροσώπων του λαϊκισμού όλων των εκδοχών για να μπορούν να κατισχύουν, βάζοντας κάθε φορά καινούργιους σπόρους αλλαγών στους πολίτες μήπως και κάποιοι γονιμοποιηθούν. Η θεσμική παιδεία και η ευρύτερη του αναστοχασμού, είναι εκ των ων ουκ άνευ. Και από τούδε και στο εξής υπάρχει ένας ξεκάθαρα ολοκληρωτικός ποπουλιστικός αντίπαλος, που αθροίζει ίσως και 40%.