Θα επαναλάβω δύο φράσεις, οι οποίες με έχουν σημαδέψει και τις οποίες θεωρώ αξιώματα: “Μέσα στο γενικευμένο ψεύδος το να λες την αλήθεια αποτελεί επαναστατική πράξη” (FriedrichSchiller) και “Το δίπολο Δεξιά-Αριστερά έπαψε να υπάρχει από τότε που η μεν Δεξιά αντελήφθη την αξία του κοινωνικού κράτους, η δε Αριστερά την αξία του κέρδους”(TonyJudt).Θα προσέθετα δε ότι το δίπολο αυτό έχει προ πολλού αντικατασταθεί με το δίπολο Πρόοδος - Οπισθοδρόμηση.
Προ πολλών μηνών διατύπωνα την άποψη ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πλέον αποδείξει ότι εκφράζει την Πρόοδο, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας την Οπισθοδρόμηση και ζητούσα, ως πολίτης, από τον Νίκο Ανδρουλάκη να τοποθετηθεί με τις θέσεις και την πολιτική του σε μία από τις δύο κατηγορίες.Δυστυχώς, ο Νίκος Ανδρουλάκης προσπαθεί από τον Δεκέμβριο 2021 να αντιγράψει πολλές πτυχές της πολιτικής του Αλέξη Τσίπρα, στην προσπάθειά του να φέρει πίσω τους αποσκιρτήσαντες από το ΠΑΣΟΚ. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, απομακρύνει το κόμμα του από τον δρόμο της προοδευτικής και υπεύθυνης αντιπολίτευσης. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ αρνήθηκε να ψηφίσει τους νόμους για την εκπαίδευση (αξιολόγηση, επαναφορά εισαγωγικών εξετάσεων στα Πρότυπα Σχολεία, προστασία του ασύλου, Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, Ολοήμερο Σχολείο και Εργαστήρια Δεξιοτήτων, κρίσεις διευθυντών, νόμος για τα πανεπιστήμια κ.λπ.), τον νόμο εξυγίανσης των Ναυπηγείων Ελευσίνας, την αποδοχή της δωρεάς της συλλογής κυκλαδικών αρχαιοτήτων του LeonardStern, την αυτοδιοίκηση (μετατροπή σε ν.π.δ.δ.) των πέντε μεγάλων μουσείων μας.
Όπως φαίνεται, τα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου 2023 δεν ερμηνεύτηκαν, όπως αναμέναμε, από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Δυστυχώς, η απομάκρυνση κάθε ενός, ο οποίος δεν συμφωνούσε με την πολιτική του αρχηγού, και η αντικατάστασή τους με πιστούς σε αυτόν, αποδεικνύουν ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης προτιμά ένα μικρό, αλλά συμπαγές και απολύτως ελεγχόμενο κόμμα, παρά ένα κόμμα πλουραλιστικό και ενδεχόμενο διάδοχο της (κατά τα φαινόμενα) δεύτερης κυβέρνησης Μητσοτάκη. Προς επίρρωση αυτού, μας είπε προσφάτως και το περίφημο "και 149 βουλευτές να έχει η ΝΔ, δεν θα συνεργαστώ για την συγκρότηση κυβέρνησης", επιβεβαιώνοντας τον τίτλο "ΚΚΕ του Κέντρου", που του έχει αποδοθεί.
Σε αυτό το πλαίσιο, που έχει διαμορφωθεί, δεν είναι παράδοξη η στήριξη προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη από μεγάλες ομάδες κεντροαριστερών και προοδευτικών πολιτών, οι οποίοι, παρά τα λάθη, τις αβελτηρίες και τις παραλείψεις της κυβέρνησης 2019-2023, βλέπουν στο πρόσωπό του τον ηγέτη, οποίος οδηγεί την χώρα στην κανονικότητα και στην αποκατάσταση της αξιοπρέπειας και αξιοπιστίας της Ελλάδας. Προσωπικά, στηρίζω τον Κυριάκο Μητσοτάκη, διότι τον θεωρώ αδιαφιλονίκητα τον καλύτερο μεταξύ των Ελλήνων πολιτικών να αναλάβει και πάλι τα ηνία της χώρας, εντός ενός δεδομένου πλαισίου, που ορίζεται από την παγκόσμια ενεργειακή κρίση, το μεγάλο συσσωρευμένο χρέος της χώρας, τον πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, την απειλή από την Τουρκία, την συρρίκνωση του πληθυσμού μας και το μεταναστευτικό.
Επιθυμούσα (γι' αυτό και συμμετείχα στις εκλογές αρχηγού του ΠΑΣΟΚ τόσο το 2017 όσο και το 2021) να αναγεννηθεί ο χώρος της Κεντροαριστεράς, με επικεφαλής κάποιον ο οποίος θα αντιλαμβανόταν (και θα το διατύπωνε τεκμηριωμένα), ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο αρχηγός του απέχουν έτη φωτός από το να χαρακτηριστούν ως ένα κόμμα δημοκρατικό, φιλοευρωπαϊκό, σεβόμενο το Σύνταγμα και ικανό να κυβερνήσει και πάλι τη χώρα. Επικεφαλής ενός τέτοιου εγχειρήματος θα έπρεπε να τεθεί ένας έμπειρος, καλλιεργημένος με διεθνή εμπειρία πολιτικός, ο οποίος θα λειτουργούσε ως πόλος έλξης μερίδας προοδευτικών πολιτών. Όμως, η επιλογή των ίσων αποστάσεων από ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και η πολεμική, που έχει επιδείξει μέχρι σήμερα o Νίκος Ανδρουλάκης σε καίριες εκσυγχρονιστικές θέσεις, η εξ αρχής άρνηση συγκυβέρνησης με το πρώτο κόμμα, ο χαρακτηρισμός του Κυριάκου Μητσοτάκη ως αποτυχημένου πρωθυπουργού, η μονοθεματική αντιπολίτευση που άσκησε για μεγάλο χρονικό διάστημα, με επίκεντρο τις παρακολουθήσεις τηλεφώνων, και η άρνησή του να διασφαλίσει την κυβερνησιμότητα της χώρας, αποδεικνύουν πλέον με εμφατικό τρόπο ότι η Ελλάδα χρειάζεται σταθερή κυβέρνηση. Και αυτή δεν μπορεί να προκύψει, παρά μόνον με μία αυτοδύναμη κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.