Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε πάλι τον τροχό. Η συνταγή για την πάταξη της διαφθοράς σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο είναι γνωστή. Ας την ακολουθήσουμε
Προ 20ετίας ο πολιτικός κόσμος της χώρας εκτιμούσε ότι οι υψηλές αποδοχές και τα προνόμια των εκπροσώπων της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας πιθανότατα θα συνιστούσαν ανάχωμα στη διαφθορά των θεσμικών προσώπων και θα θωράκιζαν τη δημοκρατία. Σταδιακά μάλιστα η αντίληψη αυτή επεκτάθηκε και σε φορείς της δημόσιας διοίκησης. Τοπική Αυτοδιοίκηση, εφορίες, τελωνεία, πολεοδομίες, ελεγκτικούς μηχανισμούς, ΔΕΚΟ και στελέχη κρατικών τραπεζών… Κοντολογίς, όπου κυκλοφορούσε χρήμα και διενεργούνταν έλεγχοι, απολάμβαναν υψηλότερες αμοιβές οι εργαζόμενοι, για να μην είναι ευάλωτοι στη διαφθορά, όπως ελέγετο τότε.
Χρόνια τώρα διαπιστώνουμε ότι η μέθοδος έχει αποτύχει, διότι εκτελέσαμε μόνο την πρώτη παράγραφο της συνταγής, περί απολαβών και προνομίων. Τη δεύτερη, περί αυστηρής, συνεχούς εποπτείας και αποτρεπτικής τιμωρίας δεν τη διαβάσαμε καν! Ετσι, έχοντας κάνει τη μισή δουλειά, οδηγηθήκαμε στο εντελώς αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Σκάνδαλα και ατασθαλίες παντού, παράθυρα νομοτυπίας, ώστε το «νόμιμο και ηθικό» να ταυτίζονται, βουλευτές ανεπαρκείς, κόμματα καταχρεωμένα και για τούτο αδύναμα να αντιδράσουν στη διαφθορά, κρατικοδίαιτος και εξαρτημένος Τύπος, παραδικαστικά κυκλώματα στη Δικαιοσύνη, ενώ εφορίες, πολεοδομίες και ελεγκτικοί μηχανισμοί αρίστευαν κάθε χρόνο στους δείκτες διαφθοράς. Ακόμα και η Εκκλησία αποδείχτηκε καλός παίχτης στη σκακιέρα της χαμηλής διαφθοράς.
Η ατιμωρησία έγινε καθεστώς με μιαν αίσθηση αιωνιότητας σε όλα τα πεδία και επίπεδα. Οχι γιατί ήσαν περισσότεροι οι διεφθαρμένοι, αλλά γιατί η επίδρασή τους στον δημόσιο βίο και στην κοινωνία ήταν πολύ δυναμική. Εξοβελίστηκαν από το πολιτικοκοινωνικό αξιακό πλαίσιο και το κυρίαρχο δημοσιογραφικό λεξιλόγιο η χρηστή διαχείριση και η προστιθέμενη αξία της για την κοινωνία και χωριστήκαμε σε «λαμόγια», «πελάτες» και «κορόιδα», ενώ το δημόσιο χρήμα ταυτίστηκε με τον κουμπαρά των πελατειακών σχέσεων. Οι τελευταίες συνταγματικές αναθεωρήσεις θόλωσαν ακόμη περισσότερο το πεδίο στα θέματα της ευθύνης υπουργών, πολιτικής, ποινικής και αστικής, ενώ η κατάχρηση της βουλευτικής ασυλίας οδηγούσε συχνά σε γελοιοποίηση και απαξίωση των βουλευτών.
Σήμερα, που το πελατειακό σύστημα πνέει τα λοίσθια, όλοι συνειδητοποιούν το κόστος της διαφθοράς, οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό. Οι συνθήκες ωρίμασαν αλλά ούτε σ΄ αυτό το πεδίο, όπως και σε πολλά άλλα εξάλλου, χρειάζεται να ανακαλύψουμε πάλι τον τροχό. Σε πολλές πολιτισμένες χώρες τα φαινόμενα διαφθοράς πολιτικών και διοικητικών προσώπων δεν έχουν μηδενιστεί -προφανώς όπου υπάρχουν συμφέροντα και χρήμα η διαφθορά μπορεί να καλλιεργηθεί-, έχουν όμως ελαχιστοποιηθεί. Και παντού η συνταγή είναι ίδια: ευρύτατη κομματική και κοινωνική συναίνεση, ισχυρή αποφασιστικότητα για ανεξάρτητη και λειτουργική Δικαιοσύνη και δημόσια διοίκηση, διαφάνεια και λογική στα οικονομικά των κομμάτων, καλές πρακτικές νομοθέτησης και φορολόγησης, σαφές, αυστηρό πλαίσιο αρχών διοίκησης και άσκησης της εξουσίας με αποτρεπτικές ποινές και, οπωσδήποτε, μηχανοργάνωση παντού, γιατί συνιστά αποτελεσματικό ελεγκτικό εργαλείο και περιορίζει τη γραφειοκρατία, που αφήνει πρόσφορο έδαφος στην ανάπτυξη διεφθαρμένων συμπεριφορών. Αυτή ήταν και εξακολουθεί να είναι η σταθερή κατεύθυνση της Δημοκρατικής Αριστεράς.
Το βασανιστικό ερώτημα που γεννάται για εμάς σήμερα είναι: ποιο τμήμα του πολιτικού κόσμου είναι σε θέση να εμπνεύσει την κοινωνία, να υλοποιήσει αυστηρές, λογικές τομές στο πολιτικό σύστημα και να πολεμήσει τις ριζωμένες αντιλήψεις που παράγουν, ενθαρρύνουν ή διευκολύνουν τη διαφθορά. Γιατί μάλλον αποκλείονται a priori οι πολιτικά άτολμοι, οι ήδη εμπλεκόμενοι, όσοι δικαιολογούν την ανομία και οι λαϊκιστές.
Ο Σπύρος Λυκούδης είναι βουλευτής Επικρατείας και γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς