O Νίκος Δένδιας είναι, κατά γενική ομολογία, από τους πιο σοβαρούς ανθρώπους που διαθέτει η παρούσα κυβέρνηση. Αυτό είναι γνωστό και οφείλουμε να το λέμε. Ο Ν. Δένδιας δεν μάσησε τα λόγια του με τη Χρυσή Αυγή, ενώ γενικά ο λόγος του είναι πάντα συγκροτημένος και ψύχραιμος, σε αντίθεση με πολλούς άλλους συναδέλφους του.
Δεν γνωρίζω αν ήταν στις προθέσεις του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών να δημιουργηθεί ένα τέτοιο επεισόδιο με τον Τούρκο ομόλογό του ή ήταν ένα ρίσκο που απλώς πήρε για να δείξει στο εθνικό ακροατήριο ότι δεν μασάει τα λόγια του μέσα στο σπίτι του αντιπάλου. Είτε έτσι πάντως, είτε αλλιώς, η κίνηση Δένδια τροφοδοτεί στα καθημάς μια συζήτηση σχετικά με την επαναφορά της καραμανλικής δεξιάς με ηγεμονικούς όρους στην συντηρητική παράταξη.
Στη συζήτηση αυτή όμως κάποιοι φαίνεται να ξεχνάνε ότι η πολιτική κληρονομιά του Κωνσταντίνου Καραμανλή στα ελληνοτουρκικά δεν ήταν η «αγέρωχη εξωτερική πολιτική» και η μονότονη αναφορά σε "μια και μόνη διαφορά με την Τουρκία". Ο Καραμανλής ήδη το 1975, τον πρώτο χρόνο της πρωθυπουργίας του συνάντησε τον Ντεμιρέλ, σε μια στιγμή που το αίμα στην Κύπρο ήταν ακόμη ζεστό και ζήτησε να παραπεμφθεί η υφαλοκρυπίδα στη Χάγη. Η πολιτική κληρονομιά της «αγέρωχης και ανεξάρτητης εθνικής εξωτερικής πολιτικής» είναι του Ανδρέα Παπανδρέου και όχι του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Έχουμε εδώ λοιπόν ένα παράδοξο: ο Κώστας Καραμανλής ο νεότερος ουσιαστικά υπερασπίζεται μετά από 12 χρόνια σιωπής μια εξωτερική πολιτική με την Τουρκία η οποία με τον καραμανλισμό της πρώιμης μεταπολίτευσης δεν έχει σχέση. Έχει σχέση με αυτό που πολύ αργότερα ονομάστηκε στους διαδρόμους του ΥπΕξ «μολυβιατισμός»: η αφοσίωση στη δύναμη της αδράνειας. Μένουμε σταθεροί στις θέσεις μας και ο χρόνος θα μας δικαιώσει με δύο λόγια. Αντιθέτως, αυτός που φάνηκε ότι ήθελε να κινήσει τα πράγματα από ελληνικής πλευράς με την Τουρκία, ήταν, ως πρωθυπουργός, ο Κ. Σημίτης και ο Γιώργος Παπανδρέου σε αντίθετη τροχιά από τον πατέρα του κι αυτός.
Παραδόξως δηλαδή, συνεχιστής της καραμανλικής διπλωματικής κινητοποίησης ως τη δεκαετία του 80 δεν είναι ούτε ο Κώστας Καραμανλής, ούτε ο Νίκος Δένδιας, οι κατεξοχήν εκφραστές της λεγόμενης καραμανλικής Δεξιάς σε διαφορετικές συγκυρίες. Αυτό οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε, ανεξάρτητα από το αν είμαστε σε αυτούς που νιώσανε εθνική περηφάνεια που "τα είπαμε στους Τούρκους στο σπίτι τους" ή σε αυτούς που περισσότερο σκέπτονται τα αποτελέσματα αυτής της έντασης.
Το επισημαίνω αυτό με αφορμή τη συζήτηση περί των οικογενειακών παραδόσεων μέσα σε ένα κατεξοχήν κόμμα οικογενειών, όπως η Νέα Δημοκρατία.