Είναι αδύνατο να θεωρείται ευτυχισμένος αυτός που είναι δούλος στα πάθη του και κυριαρχείται από αυτά, λένε οι σοφοί αλλά κάποιες φορές τα πάθη είναι εκείνα που δίνουν φτερά στον άνθρωπο να ξεπεράσει τα όρια του, να πετάξει πέρα από τους γκρεμούς και τους περιορισμούς του συμβατικού, του τετριμμένου, του συνηθισμένου.
Από όλα τα έργα του Νίκου Καζαντζάκη ο Καπετάν Μιχάλης είναι το πιο δεμένο με την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κρήτη. Στον πρόλογό του μυθιστορήματος, ο ίδιος ο συγγραφέας το προσδιόρισε με τα λόγια:«Όταν άρχισα τώρα στα γεράματα να γράφω τον Καπετάν Μιχάλη, ο κρυφός μου σκοπός ήταν τούτος: να σώσω, ντύνοντας το με λέξεις, τ' όραμα του κόσμου όπως το πρωταντίκρισαν και το δημιούργησαν τα παιδικά μου μάτια. Κι όταν λεω τ' όραμα του κόσμου, θέλω να πω το όραμα της Κρήτης. Δεν ξέρω τι γίνουνταν, την εποχή εκείνη, στ' άλλα παιδιά της λευτερωμένης Ελλάδας· μα τα παιδιά της Κρήτης ανάπνεαν έναν αέρα τραγικό στα ηρωικά και μαρτυρικά χρόνια του Καπετάν Μιχάλη, όταν οι Τούρκοι πατούσαν ακόμα τα χώματα μας και συνάμα άρχιζαν ν' ακούγονται να ζυγώνουν τα αιματωμένα φτερά της Ελευτερίας. Στην κρίσιμη αυτή μεταβατική στιγμή, τη γεμάτη πυρετό κι ελπίδες, τα παιδιά της Κρήτης γίνουνταν γρήγορα άντρες· οι ανύπνωτες έγνοιες των μεγάλων γύρα τους για την πατρίδα, για τη λευτεριά, για τον Θεό που προστατεύει τους Χριστιανούς, για τον Θεό που σηκώνει το σπαθί του να διώξει τους Τούρκους, κατασκέπαζαν τις συνηθισμένες χαρές και στεναχώριες του παιδιού».
Η ιστορία εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της κρητικής επανάστασης του 1889. Ο κεντρικός χαρακτήρας, ο καπετάνιος Μιχάλης, ένας αγριεμένος και ανυπότακτος πολεμιστής, έχει δεσμευτεί να παραμείνει μαυροντυμένος, με άγριο πρόσωπο, χωρίς χαμόγελο, χωρίς να ξυρίζεται, μέχρις ότου η Κρήτη απελευθερωθεί. Ωστόσο, όταν γνωρίζει την Εμινέ, τη σύζυγο του αδελφοποιητού του Νουρήμπεη, ένας "δαίμονας" κυριεύει την ύπαρξή του, και παρά τις προσπάθειές του, δεν μπορεί να την βγάλει από το μυαλό του.
Καθώς ο καπετάν Μιχάλης αντιμετωπίζει τον εσωτερικό του "δαίμονα", ο Νουρήμπεηςεπικρατεί σε μονομαχία με τον Μανούσακα, τον αδερφό του καπετάν Μιχάλη. Παρά τη νίκη του, ο Νουρήμπεης υπέστη σοβαρό τραυματισμό στα γεννητικά όργανα. Η πληγή του με τον καιρό επουλώθηκε, αλλά η ζημιά ήταν μη αναστρέψιμη, οδηγώντας τον στην ντροπή και την απόγνωση. Αδυνατώντας να αντέξει την περιφρόνηση και τον οίκτο της Εμινέ, που τώρα είναι ερωμένη του καπετάν Πολυξίγκη, αποφασίζει να αυτοκτονήσει.
Η είδηση του θανάτου του επιδεινώνει το κλίμα έντασης που επικρατεί στο Μεγάλο Κάστρο, όπου καθημερινά φθάνουν μηνύματα για αναταραχές μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων σε όλη την Κρήτη.Με την υποκίνηση των αγάδων, Τούρκοι στρατιώτες εκδηλώνουν βίαιες επιθέσεις στους δρόμους της πόλης, σφαγιάζοντας και καίγοντας ό,τι βρουν στο διάβα τους. Μερικές ημέρες αργότερα, ξεσπά η επανάσταση. Ο πόλεμος ξεσπά και οι Τούρκοι πολιορκούν το μοναστήρι του Αφέντη Χριστού. Ταυτόχρονα, η Εμινέ προετοιμάζεται να βαπτιστεί χριστιανική και να αλλαξοπιστήσει για να παντρευτεί τον Πολυξίγκη. Ωστόσο, η οικογένεια του Νουρήμπεη την απαγάγει, και ο καπετάνιος Μιχάλης, στην πιο κρίσιμη νύχτα της πολιορκίας, εγκαταλείπει τη μάχη για να την προστατεύσει. Καταφέρνει να την αποσπάσει από τα χέρια της οικογένειας και την κρύβει στο σπίτι μιας θείας του. Ωστόσο, κατά την απουσία του, οι Τούρκοι καταφέρνουν να πυρπολήσουν το μοναστήρι. Ο καπετάνιος Μιχάλης, για να ηρεμήσει από τις τύψεις για τοναφανισμό του μοναστηριού, σκοτώνει την Εμινέ.΄
«Ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι», αναφώνησε ο Περικλής στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη.
Οι τραγικοί χαρακτήρες του Καζαντζάκη στον Καπετάν Μιχάλη είναι γεννήματα απόκοσμα της φαντασίας του μεγάλου συγγραφέα αλλά πολλά στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα. Ο Καπετάν Μιχάλης είναι το πρόσωπο του πατέρα του, που έταξε για σκοπό της ζωή του την ελευθερία του νησιού, γεμάτος με την αίσθηση του καθήκοντος και της θυσίας. Με τον καπετάν Μιχάλη ο συγγραφέας τακτοποιεί τις «εκκρεμότητες» με τον πατέρα του,ενώ γύρω του υπάρχει ένα πλήθος άλλων χαρακτήρων που ζουν το ίδιο έντονα μ' αυτόν τα χρόνια της επαναστατημένης Κρήτης. Ο Καζαντζάκης χτίζει σύνθετους χαρακτήρες οι οποίοι την ίδια στιγμή που αγαπιούνται ταυτόχρονα έχουν τη δύναμη και να μισιούνται, την ίδια στιγμή που διψάνε για ελευθερία και ζωή ταυτόχρονα να μην διστάζουν να πεθάνουν ή να σκοτώσουν για χάρη τους.
Η ταινία είναι γυρισμένη σε παραγωγή, σενάριο και σκηνοθεσία του Κώστας Χαραλάμπους
φωτογραφία της ΚατερίναςΜαραγκουδάκης και μουσική Κώστα Χαριτάτο.
Πρωταγωνιστούν: Αιμίλιος Χειλάκης, Αλέκος Συσσοβίτης, Λουκία Μιχαλοπούλου, Τζένη Καζάκου, Παναγιώτης Μπουγιούρης, Σπύρος Μπιμπίλας, Γιώργος Γεροντιδάκης.
Το πλέον ευπώλητο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, «Ο Καπετάν Μιχάλης» ζωντανεύει για πρώτη φορά στην μεγάλη οθόνη, μία παραγωγή με δύσκολα και επώδυνα για τους ηθοποιούς γυρίσματα όπως αυτό στην Αρκουδοσπηλιά των Χανίων, με μάλλινα ρούχα, στιβάνια και βαρύ οπλισμό, σημείο στο οποίο έπρεπε καστ και συνεργείο να φτάσουν μετά από πεζοπορία.
Για τις ανάγκες της φιλόδοξης παραγωγής, που προσπαθεί να αναπαραστήσει πιστά την εποχή, κατασκευάστηκαν σκηνικά σε τέσσερις περιοχές της Κρήτης, ράφτηκαν περισσότερες από 200 στολές, νοικιάστηκαν 1.000 φορεσιές, ανδρικές και γυναικείες, και δημιουργήθηκαν εκ του μηδενός 180 όπλα, σπαθιά και κανόνια της εποχής. Όπως σημειώνει ο δημιουργός των όπλων, Νίκος Βλαχόπουλος, η εύρεση των όπλων δεν είναι ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση.
Όμως, ένα εξόφθαλμο πρόβλημα έγκειται στην στομφώδη διάθεση της ταινίας, ένα ύφος που επιμένει από την εναρκτήρια σκηνή μέχρι το τελευταίο καρέ. Αυτή η στιλιστική επιλογή καταπνίγει την οργανική ανάπτυξη των χαρακτήρων, υποβιβάζοντάς τους σε μονοδιάστατα στερεότυπα, παρά τις «γενναίες» προσπάθειες του Αιμίλιου Χειλάκη. Αντί να εξελιχθούν σε φιγούρες με ψυχολογικό βάθος, παραμένουν παγιδευμένοι στα όρια των κινηματογραφικών κλισέ.
Η αποσπασματική και πομπώδης αφήγηση της ταινίας, μια έντονη απόκλιση από τις σκόπιμες παράλληλες πλοκές του Καζαντζάκη, επιτείνει περαιτέρω το πρόβλημα. Ενώ ο συγγραφέας είχε ως στόχο να τονίσει το περίπλοκο πλέγμα της κρητικής ανθρωπογεωγραφίας και τις αλληλένδετες ζωές Ελλήνων και Τούρκων, η διασκευή του Χαραλάμπους σκορπίζεται. Αυτή η αφηγηματική αταξία κάνει την ταινία να μην μπορεί να προσφέρει μια συνεκτική και ελκυστική απεικόνιση. Το πλούσιο μωσαϊκό της κρητικής ιστορίας και κουλτούρας μετατρέπεται σε ένα αποσπασματικό και συγκεχυμένο μωσαϊκό με θέμα την ελευθερία.
Ο πόθος της ελευθερίας μοιάζει να είναι έμφυτος σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, μόνο που κάποιοι άνθρωποι ζουν σε τέτοιο περιβάλλον, το οποίο θρέφει αυτόν τον πόθο, ενώ άλλοι πιο άτυχοι, ζουν σε τέτοιες συνθήκες που μαραίνονται οι ίδιοι και μαζί τους και η επιθυμία για ελευθερία.Ο άνθρωπος πρέπει να είναι απόλυτα ελεύθερος για να μπορεί να είναι και απόλυτα υπεύθυνος.