H εκδήλωση της πρόθεσης του Γιώργου Καμίνη να διεκδικήσει την ηγεσία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης τάραξε τα νερά του πολιτικού χώρου της Κεντροαριστεράς και δημιούργησε μια νέα κινητικότητα σε μια διαδικασία που μέχρι πρόσφατα φαινόταν σχεδόν ρουτίνα.
Κάποιοι αναθάρρησαν, κάποιοι ανησύχησαν και κάποιοι άλλοι άρχισαν να έχουν δεύτερες σκέψεις. Τι ουσιαστικές εξελίξεις μπορεί όμως να δημιουργήσει στην πράξη μια ενδεχόμενη επικράτηση του δημάρχου Αθηναίων;
Ασχέτως με το αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με τα πεπραγμένα του Καμίνη στην ηγεσία του μεγαλύτερου Δήμου της χώρας τα τελευταία επτά χρόνια, η πρόθεση ενός ανθρώπου χωρίς κομματικές περγαμηνές να διεκδικήσει την ηγεσία ενός (πολυ)κομματικού σχηματισμού είναι ένα θετικό στοιχείο. Είναι κοινός τόπος σε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας ότι τα πολιτικά κόμματα απαξιώθηκαν κυρίως διότι κατέληξαν να είναι ένας κλειστός γραφειοκρατικός μηχανισμός οργανωμένων ομάδων και συμφερόντων, με ελάχιστη ή μηδαμινή παραγωγή ουσιαστικού πολιτικού λόγου. Η κανόνας λέει ότι τα κόμματα είναι -υποτίθεται- ανοικτά με μεγάλα λόγια προς την κοινωνία μέχρι που θα καταλάβουν την εξουσία, η οποία φαίνεται να είναι και ο αυτοσκοπός τους. Μόλις το πετύχουν αυτό, η σημασία τους περιορίζεται στο ελάχιστο και την πολιτική Ιστορία της χώρας την διαμορφώνει ο εκάστοτε Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση, ενώ το κόμμα αποτελεί πια “ένα αναγκαίο κακό”.
Η κίνηση του Καμίνη, θέλω να ελπίζω, σηματοδοτεί μια στροφή σε αυτό το παράδειγμα, που τόσο έχει βλάψει την πολιτική ζωή του τόπου και την εν γένει επιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική και τους πολιτικούς. Εδώ όμως αρχίζουν τα αλλά.
Κατ’ αρχάς το timing της ανακοίνωσης της υποψηφιότητας δημιουργεί μια πρώτη απορία. Οι όροι βάσει των οποίων θα διεξαχθεί η εκλογή της ανάδειξης του Προέδρου της ΔΗΣΥ είναι ακόμη άγνωστοι. Όπως έχει δηλώσει ο πρόεδρος της σχετικής εκλογικής επιτροπής Νίκος Αλιβιζάτος, οι σχετικές ανακοινώσεις θα γίνουν τις πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου και το μόνο δεδομένο που έχουμε είναι η δέσμευση του έγκριτου νομικού ότι θα δημιουργηθούν όλες οι απαραίτητες συνθήκες διαφάνειας και ανοικτών διαδικασιών. Δεν έχουμε κανένα λόγο να το αμφισβητήσουμε αυτό αλλά όπως λένε οι παλαιοί, “κάποιες φορές ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες”. Για τον Γιώργο Καμίνη αυτή η απορία προφανώς δεν υφίσταται. Μπορεί βέβαια και να γνωρίζει και κάτι περισσότερο από εμάς.
Το δεύτερο όμως και ουσιαστικό “αλλά” είναι η ουσία αυτής της ηγετικής θέσης. Αν διαβάσει κανείς τις “αρχές λειτουργίας και πολιτική-οργανωτική δομή” της ΔΗΣΥ θα δει ότι ο Πρόεδρος δεν έχει καμμία ουσιαστική εξουσία. Όλες τις εξουσίες τις έχει το “Κεντρικό Συμβούλιο”, ένα 50μελές όργανο το οποίο διορίστηκε πρόσφατα από τους αρχηγούς των συνιδρυτικών κομμάτων της ΔΗΣΥ. Συγκεκριμένα, “το Κεντρικό Συμβούλιο είναι το ανώτατο συλλογικό όργανο της ΔΗΣΥ, έχει τη συνολική ευθύνη για τη πορεία της Συμπαράταξης τη γενική στρατηγική, τις πολιτικές και τις δράσεις της ΔΗΣΥ σε όλα τα πεδία έκφρασής της στο πλαίσιο των ιδεολογικών, πολιτικών και προγραμματικών αρχών και των σχετικών αποφάσεων του Συνεδρίου και των δημοψηφισμάτων. Εποπτεύει και συντονίζει την πορεία και τις αποφάσεις των οργάνων της ΔΗΣΥ και αποφασίζει για ζητήματα που απαιτούν άμεση δράση και δεν ρυθμίζονται ρητά με διαφορετικό τρόπο από το παρόν πλαίσιο αρχών πολιτικής και οργανωτικής λειτουργίας.”
Και ποιοί αποτελούν αυτό το Κεντρικό Συμβούλιο; Πρόκειται για εκπροσώπους των κομμάτων που συναπαρτίζουν τη ΔΗΣΥ. Το ΠΑΣΟΚ, το ΚΙΔΗΣΟ, η ΔΗΜΑΡ, η ΕΔΕΜ και οι Κινήσεις για τη Σοσιαλδημοκρατία.
Άρα, όλες τις αποφάσεις και τις εξουσίες στη ΔΗΣΥ τις έχουν οι κομματικοί μηχανισμοί και όχι ο Πρόεδρος που θα εκλεγεί τον Οκτώβριο. Άρα πάλι, πρόκειται για ένα συμβολικό κομματικό αξίωμα χωρίς καμμία ουσιαστική δύναμη διαμόρφωσης πολιτικών. Κάτι λιγότερο δηλαδή και από τις εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας, για να έχουμε μια τάξη μεγέθους.
Και προς τι τότε όλη η φασαρία;
Σύμφωνα με τους αισιόδοξους φίλους της ΔΗΣΥ, η εκλογή του Προέδρου θα είναι ένα πρώτο βήμα για τη δημιουργία του ενιαίου φορέα της Κεντροαριστεράς.
Υπάρχει όμως τέτοια ειλημμένη απόφαση από τα κόμματα που ελέγχουν τη ΔΗΣΥ; Η απάντηση είναι όχι. Τουλάχιστον όχι ακόμη. Η Φώφη Γεννηματά δήλωσε πριν από ένα μήνα στο συνέδριο της ΔΗΣΥ ότι μετά την εκλογή του νέου Προέδρου της ΔΗΣΥ θα ακολουθήσει το “ιδρυτικό” συνέδριο της ΔΗΣΥ.
Ποιοί όμως θα συγκροτήσουν το νέο συνέδριο της ΔΗΣΥ; Προφανώς πάλι τα κόμματα που την συναπαρτίζουν. Αυτά όμως δεν έχουν αποφασίσει ακόμη αν θα συνεχίσουν να υφίστανται μετά την “ίδρυση” της ΔΗΣΥ ως κομματικού σχηματισμού ή θα αυτοδιαλυθούν.
Το ΠΑΣΟΚ, για παράδειγμα, βρίσκεται αυτήν τη στιγμή σε προσυνεδριακή διαδικασία και δεν είναι ακόμη γνωστό αν το Συνέδριό του θα προηγηθεί ή θα ακολουθήσει το Συνέδριο της ΔΗΣΥ.
Και ακόμη και αν υπάρξει σχετική απόφαση από τα συνιδρυτικά κόμματα της ΔΗΣΥ για τη δημιουργία ενός και μόνον κόμματος, ουδείς μπορεί να απαντήσει αν αυτό το νέο κόμμα θα ιδρυθεί από μηδενική βάση ή θα είναι απλά άθροισμα των υπαρχόντων κομμάτων μέσω του θεσμού της ποσόστωσης.
Και το κυριότερο: Ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτό το “νέο κόμμα της Κεντροαροιστεράς” θα ιδρυθεί με πλήρως ανοικτές διαδικασίες στην κοινωνία. Αν δηλαδή οι σύνεδροι που θα εκλέξουν τα όργανα του νέου κόμματος θα επιλεγούν από την κοινωνία χωρίς ποσοστώσεις.
Ουσιαστική σημασία επίσης έχει το ζήτημα των υποχρεώσεων των υπαρχόντων κομμάτων και κυρίως το ζήτημα του χρέους του ΠΑΣΟΚ. Ποιός δηλαδή θα αναλάβει την αποπληρωμή των 190 εκατομμυρίων ευρώ χρέους προς τις Τράπεζες. Θα τεθεί το ΠΑΣΟΚ σε λύση και εκκαθάριση και το μεγαλύτερο μέρος του χρέους θα πάει υπέρ πατρίδος [sic] ή το χρέος θα το φορτωθεί ο νέος φορέας; Πρόκειται για ένα ζήτημα υψίστης ηθικής τάξεως, διαφάνειας και λογοδοσίας προς την κοινωνία πρωτίστως.
Τελευταίο αλλά όχι έλασσον είναι το ζήτημα του πολιτικο-ιδεολογικού στίγματος αυτού του φορέα. Πέρα από το απλοϊκό δίλημμα “Συγκυβέρνηση με την ΝΔ ή με τον Σύριζα” (λες και υπάρχει πραγματική δυνατότητα να υπάρξει ευχέρεια επιλογής), υπάρχει το πολύ συγκεκριμένο δίλημμα συνολικά της κεντροαριστεράς στην Ευρώπη. Πορεία προς τον ευρύτερο μεσαίο/κεντρώο χώρο σύμφωνα με το παράδειγμα του Μακρόν και σε κάποιο βαθμό και του Ρέντζι, ή επιστροφή στις αριστερές ρίζες του μαρξίζοντος σοσιαλισμού τύπου Κόρμπυν, Αμόν και Σάντσεθ;
Ας πούμε όμως ότι σε αυτό το δίλημμα θα κληθεί να απαντήσει ο νέος φορέας όταν και αν συγκροτηθεί με πλήρως ανοικτές και δημοκρατικές διαδικασίες. Μέχρι τότε, δεν μπορεί να δοθεί ουσιαστική απάντηση ή να ληφθεί μια τόσο σημαντική απόφαση.
Πολλά λοιπόν τα κενά και οι ασάφειες γύρω από το μέλλον της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, παρ’ όλη τη δικαιολογημένη εν μέρει αισιοδοξία από την κίνηση Καμίνη.
Ουσιαστικά όλα θα κριθούν από την απόφαση που θα πάρει το ΠΑΣΟΚ για το πως θέλει να πορευθεί. Αν αποφασίσει να πάρει τη δύσκολη απόφαση, να αυτοδιαλυθεί και να προσέλθει χωρίς προκάτ ποσοστώσεις στη διαμόρφωση ενός νέου σύγχρονου κεντροαριστερού φορέα, οι προοπικές θα είναι θετικές για αυτό το εγχείρημα. Αν επικρατήσουν οι φωνές που θεωρούν ότι ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ είναι πολύ νέος και ιστορικά βαρύς για να σβήσει έτσι απλά, τότε το εγχείρημα της ΔΗΣΥ θα μείνει μια απλή, αν και όχι ευκαταφρόνητη, προσπάθεια διεύρυνσης της ΠΑΣΟΚ.
Πιστεύω να έχει στον νου του αυτά τα δεδομένα ο Γιώργος Καμίνης. Αλλιώς κινδυνεύει να καταλήξει σαν τους “χρήσιμους αθώους” που περιέγραφε ο Ludwig von Mises στο «Σχεδιασμένο Χάος».