Ο «ιδεολόγος» Αλέξης Χαρίτσης

Σίμος Ανδρονίδης 01 Δεκ 2023

Οι 11 ανεξάρτητοι βουλευτές συναντήθηκαν και έκαναν μια πιο τυπική διαβούλευση στο γραφείο της Φωτίου στα Εξάρχεια όπου και κατέληξαν πως ο πρόεδρος της νέας ΚΟ θα είναι ο Α. Χαρίτσης, κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι οι Τσακαλώτος και Ηλιόπουλος, ενώ γραμματέας της ΚΟ η Πέρκα».[1] Ποιοι μπορεί να είμαι όμως οι λόγοι (οι προσδιοριστικοί παράγοντες) για τους οποίους επελέγη τελικά ο Αλέξης Χαρίτσης ως επικεφαλής της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας;

Ο πρώτος λόγος άπτεται του ότι καθίσταται ένας κλασικός ή αλλιώς, ένας συμβατικός «ιδεολόγος»,[2] για να παραπέμψουμε στην τυπολογική διάκριση της Alexiadou μεταξύ διαφορετικών υπουργικών προφίλ. Και τι σημαίνει «ιδεολόγος»; Την απάντηση την έχουν οι Γεράσιμος Κάρουλας & Μανίνα Κακεπάκη; «Ιδεολόγος» είναι αυτός που έχει «σταθερές ιδέες» τις οποίες δεν είναι διατεθειμένος να «εγκαταλείψει».[3]

Οι συνάδελφοι του Αλέξη Χαρίτση, όλοι πρώην μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, έκριναν πως ο συγκεκριμένος πολιτικός αφενός μεν δεν είναι διατεθειμένος να «εγκαταλείψει» τις Αριστερές-ριζοσπαστικές  ιδέες του χάριν του ‘μεταλλαγμένου’ και ‘αγνώριστου’ (για τους ίδιους) ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη, και, αφετέρου δε, είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμος, περισσότερο από τους ίδιους, να ‘συγκρουστεί’ με τον πρόεδρο και τους βουλευτές του πρώην κόμματος τους.

 Άρα, εδώ προστίθεται και μία δεύτερη παράμετρος (επιθυμία πολιτικοϊδεολογικής ‘σύγκρουσης’), στην οποία οφείλουμε να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο και τελικά επελέγη, εξέλιξη που για τον ίδιο συνιστά αναβάθμιση, έχει να κάνει με το ότι ήσαν ο μόνος διαθέσιμος ή αλλιώς, ο μόνος πρόθυμος να αναλάβει μία τέτοια θέση. Βλέποντας άλλα σημαντικά στελέχη είτε να μην ενδιαφέρονται καθόλου (Έφη Αχτσιόγλου, Δημήτρης Τζανακόπουλος),[4] είτε να εκφράζουν το ενδιαφέρον τους για άλλες κοινοβουλευτικές θέσεις, βρήκε την ‘ευκαιρία’ να αυτο-προταθεί και τελικά να επιλεγεί. Ανοίγοντας μία μικρή παρένθεση, θα θέσουμε το ακόλουθο ερώτημα:

 Επιλέχθηκε ο Αλέξης Χαρίτσης για την συγκεκριμένη θέση λόγω της θεωρούμενης ως τεχνοκρατικής-γνωστικής του επάρκειας (διατηρούμε αμφιβολίες ως προς αυτό); Άλλως πως, λόγω της ύπαρξης μη «κομματικής πολιτικής εμπειρογνωμοσύνης»,[5] σύμφωνα με την διατύπωση των Mc Donnell & Valbruzzi;

 Δεν θα διστάσουμε να απαντήσουμε, λέγοντας πως Όχι, δεν επιλέχθηκε λόγω της θεωρούμενης ως τεχνοκρατικής του επάρκειας.

 Ακριβώς διότι ενσκήπτουν στο κοινοβουλευτικό προσκήνιο  άλλες δεξιότητες και ικανότητες οι οποίες και σχετίζονται με το ‘διοικείν’ και το ‘οργανώνειν,’ εκεί όπου η τεχνοκρατική επάρκεια δεν μπορεί να συμβάλλει (δεν μιλάμε για υπουργούς/Βλέπε για ποιους λόγους ο Νίκος Ανδρουλάκης επέλεξε τον παλαιό βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Γιάννη Κουτσούκου για την θέση του διευθυντή της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής) στην οργάνωση της Κοινοβουλευτικής Ομάδα εκ του μηδενός. Αντιθέτως, το αν ένας κοινοβουλευτικός διαθέτει  τεχνοκρατική επάρκεια (βλέπε την περίπτωση του υποτιμημένου υπουργού Περιβάλλοντος Θεόδωρου Σκυλακάκη), διαφαίνεται εναργώς στις κοινοβουλευτικές του ομιλίες.

Ο τρίτος λόγος που μπορεί να ερμηνεύσει την επιλογή Χαρίτση, καθίσταται το γεγονός πως ο βουλευτής Μεσσηνίας του, κατά τους αποχωρήσαντες βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, έχει την ικανότητα να θέτει έναν βασικό «θεσμικό στόχο» (institutional point), κατά την προσέγγιση της Ειρήνης Τσαγκαράκη.

Και τι εννοούμε εδώ μιλώντας για «θεσμικό στόχο»; Εννοούμε πως μπορεί να «δώσει μια κατεύθυνση»[6] στην διεξαγόμενη κοινοβουλευτική συζήτηση, κάνοντας αισθητή την παρουσία της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας και προετοιμάζοντας το έδαφος ώστε οι βουλευτές αυτής να αναδείξουν επιμέρους ζητήματα.

Ο τέταρτος λόγος που εντοπίζουμε είναι αρκούντως πρωτότυπος και δεν αποκλίνει ιδιαιτέρως από τον πρώτο λόγο, δηλαδή από το προφίλ του ‘ιδεολόγου’ πολιτικού που έχει συγκροτήσει ο Αλέξης Χαρίτσης.

Με αυτόν τον τρόπο, θεωρούμε πως επελέγη, όχι από ένα διευρυμένο σώμα, και λόγω του ό,τι εάν κριθεί απαραίτητο μπορεί να ‘συγκρουστεί’ και με τον ίδιο τον πρώην πρόεδρο του κόμματος και πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, αφήνοντας στην άκρη όλα τα υπόλοιπα.

Και, πέμπτον, επελέγη γιατί οι συνάδελφοι του φρονούν πως μπορεί να λάβει γρήγορα αποφάσεις, και να οργανώσει το ίδιο γρήγορα, την νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα και την κοινοβουλευτική της παρουσία,[7] έχοντας ηγετικά χαρακτηριστικά. Όμως, δεν είναι και ανυπέρβλητο εμπόδιο το να καταφέρεις να οργανώσεις μία Κοινοβουλευτική Ομάδα που αποτελείται από 11 βουλευτές.

Ως επικεφαλής της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας, ο Αλέξης Χαρίτσης, αποκτά αυτομάτως το ‘δικαίωμα’ να θεωρεί πως οι απόψεις που εκφράζει θα γίνονται «αποδεκτές από τους περισσότερους» συναδέλφους του. Θα είναι δηλαδή, «ένδοξες», για να δανειστούμε την ορολογία του Clark.[8] Μήπως τα μέλη της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας δια της επιλογής Χαρίτση παραδέχονται εμμέσως πως ήσαν λάθος το ότι δεν τον πίεσαν να διεκδικήσει την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ στις εσωκομματικές εκλογές του Σεπτεμβρίου; Μήπως με αυτόν τον τρόπο, ‘διορθώνουν’ αυτό το ‘λάθος;’

 

[1]  Βλέπε σχετικά, Μανιάτης, Δημήτρης, ‘Νέος φορέας με μοιρασμένους ρόλους,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 29/11/2023, σελ. 13. Θεωρητικώ τω τρόπω, θα επισημάνουμε πως εκτός από τους εν ενεργεία αποχωρήσαντες βουλευτές, από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ έχουν αποχωρήσει και αρκετοί πρώην βουλευτές αυτού και μεταξύ αυτών οι Νίκος Φίλης, Πάνος Σκουρλέτης. Υπό αυτό το πρίσμα, λόγω του παραδοσιακά σημαντικού ρόλου που διαδραμάτιζαν εντός του ΣΥΡΙΖΑ οι δύο ως άνω αναφερόμενοι, αρκετοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ θα επιδεικνύουν προσοχή στις πολιτικές τους παρεμβάσεις και δηλώσεις. Ενίοτε δε, η προσοχή που θα δείχνουν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από την προσοχή που θα συγκεντρώνουν οι κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις και ομιλίες των βουλευτών που συγκροτούν νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα. Αυτό δεν σημαίνει  βέβαια πως η νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα που εν προκειμένω θα λειτουργήσει ως πρόπλασμα για την συγκρότηση νέου πολιτικού φορέα, ξεκινά την νέα της κοινοβουλευτική παρουσία με κάποιο επικοινωνιακό χάντικαπ. Αντιθέτως, εκτιμούμε πως οι αποχωρήσαντες, από τον ΣΥΡΙΖΑ, βουλευτές, θα διεκδικήσουν ισότιμα με το κόμμα στο οποίο μέχρι πρότινος ανήκαν, με τον πρόεδρο αυτού Στέφανο Κασσελάκη, την υποστήριξη ακόμη και παραδοσιακών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Επιθυμούμε όμως να εμβαθύνουμε περισσότερο θεωρητικά, τονίζοντας πως μία μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης που στις δημοσκοπήσεις φαίνεται πως μετακινείται προς άλλα πολιτικά κόμματα και κυρίως προς το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα-Κίνημα Αλλαγής και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, θα αποτελέσει αντικείμενο διεκδίκησης και από την νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα και το κόμμα που θα δημιουργήσουν πιθανώς τα μέλη τους. Να μία πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση εργασίας: Ένα μέλος του ΣΥΡΙΖΑ που στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές ψήφισε υπέρ της Έφης Αχτσιόγλου και στους δύο γύρους, είναι αρκετά πιθανό να ταχθεί υπέρ του νέου κόμματος στο οποίο θα συμμετάσχει η πρώην υπουργός Εργασίας. Παρόμοια υπόθεση εργασίας μπορεί να διατυπωθεί και για τον Ευκλείδη Τσακαλώτο. Πάντως, με τα μέχρι τώρα διαθέσιμα δεδομένα, μπορούμε να υποστηρίξουμε πως η δημιουργία ενός ακόμη Αριστερόστροφου σχηματισμού, δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες της Αντικαπιταλιστικής, Αριστερής Συνεργασίας για την Ανατροπή (ΑΝΤΑΡΣΥΑ) να εισέλθει κάποια στιγμή, στη Βουλή. «Εν τω μεταξύ, εντύπωση προκάλεσε η απουσία από την πρώτη γραμμή της βουλευτή και πρώην υπουργού, Έφης Αχτσιόγλου, η οποία δεν τοποθετήθηκε ούτε σε ρόλο Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου, επιχειρώντας εμφανώς να αποτραβηχτεί από τα φώτα της δημοσιότητας, καθώς έχει δηλώσει την ανάγκη της να ανακτήσει δυνάμεις μετά την κούρσα για τη διαδοχή του Αλέξη Τσίπρα.
Δεύτερο βήμα το όνομα
Παράλληλα, η επίσημη ανακοίνωση μαζί με το όνομα της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας θα γίνει την ερχόμενη Δευτέρα, σε μια προσπάθεια να εμφανιστεί ετοιμοπόλεμη, ενώ κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνάντησης που είχαν τα στελέχη των δύο τάσεων, αποφασίστηκε μια σειρά δημοσίων εκδηλώσεων που στο πλαίσιο και της συζήτησης του προϋπολογισμού θα παρουσιαστεί ένα συνεκτικό σχέδιο για μια προοδευτική, οικολογική, αριστερή εναλλακτική πρόταση για την Ελλάδα». Βλέπε και, Σαδανά, Γεωργία., ‘Τα αποκαλυπτήρια των «11»: Η ισορροπία με Ομπρέλα και η έκπληξη με Πέρκα - Γιατί απουσιάζει η Αχτσιόγλου;,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 29/11/2023, Τα αποκαλυπτήρια των «11»: Η ισορροπία με Ομπρέλα και η έκπληξη με Πέρκα - Γιατί απουσιάζει η Αχτσιόγλου; (protothema.gr)

[2] Βλέπε σχετικά, Alexiadou, D., ‘Ideologues, partisans, and loyalists: cabinet ministers  and  social

welfare reform in parliamentary democracies,’ Comparative Political Studies, 48, 8, 2015, σελ. 1051-1086. Βέβαια, αξίζει να αναφέρουμε πως στην κατηγορία των κλασικών ιδεολόγων εμπίπτει και ο πρώην υπουργός Οικονομίας επί συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-Ανεξαρτήτων Ελλήνων, Ευκλείδης Τσακαλώτος. Τι είναι αυτό που τον διαφοροποιεί όμως αισθητά από «ιδεολόγους» και δη από σκληρούς ιδεολόγους όπως είναι ο Αλέξης Χαρίτσης και ώθησε τους συναδέλφους του να μην τον επιλέξουν;  Πρώτον, το εν γένει πολιτικό προφίλ του. Και τι εννοούμε λέγοντας κάτι τέτοιο; Εννοούμε πως ο Τσακαλώτος ναι μεν έχει την τάση να υπερασπίζεται με ‘μαχητικό’ τρόπο τις ιδέες και τις απόψεις του, από την άλλη όμως δε, δεν είναι διόλου πρόθυμος να εμπλακεί σε έντονες αντιπαραθέσεις και ‘συγκρούσεις’, ειδικά με πρώην συντρόφους του, κάτι που δεν προβληματίζει τον Χαρίτση. Δεύτερον, κάποιες φορές από τα λεγόμενα του δεν προκύπτει ξεκάθαρο νόημα, με αποτέλεσμα να τίθενται εν τοις πράγμασι γλωσσικά εμπόδια στην όποια προσπάθεια Τσακαλώτου να ανταπεξέλθει με επάρκεια σε μία πολιτικοϊδεολογική ‘σύγκρουση’. Τρίτον, αν και ιδεολόγος, δεν είναι διατεθειμένος να εκτεθεί σε τηλεοπτικά κανάλια και σε ενημερωτικές εκπομπές (ας μην ξεχνάμε την συχνή τηλεοπτική του παρουσία την πρώτη περίοδο της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής κρίσης), και να αντιπαρατεθεί με πρώην συντρόφους του και μη. Τέταρτον, συνηθίζει, στις κοινοβουλευτικές του ομιλίες, από την μία πλευρά παραθέτει αριθμούς, και από την άλλη, προβαίνει σε ευρύτερες πολιτικές αναφορές. Σημαίνει κάτι τέτοιο πως από τις ομιλίες του εκλείπουν στοχευμένες ιδεολογικές αναφορές; Όχι, είναι η απάντηση μας. Απλά, αρκετές φορές αυτές τίθενται σε δεύτερο πλάνο χάριν άλλων προτεραιοτήτων.

[3] Βλέπε σχετικά, Κάρουλας, Γεράσιμος., & Κακεπάκη, Μανίνα., ‘Οι υπουργικές ελίτ στην Ελλάδα (2000-2019): μεταξύ κόμματος, εξειδίκευσης και τεχνοκρατίας;’ Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 159, σελ. 62, Διαθέσιμο στο: (PDF) Κάρουλας Γ., & Κακεπάκη Μ. (2022). Οι υπουργικές ελίτ στην Ελλάδα (2000-2019): μεταξύ κόμματος, εξειδίκευσης και τεχνοκρατίας; . Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 159, 57–90. (researchgate.net)

[4] Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος του οποίου το συμβολικό-πολιτικό κεφάλαιο έχει μειωθεί, πολύ περισσότερο από αυτό της Έφης Αχτσιόγλου, δεν προτάθηκε καν για την συγκεκριμένη θέση, γιατί θεωρήθηκε ότι το προφίλ του δεν είναι συμβατό με αυτή.

[5] Βλέπε σχετικά, Mc Donnell, D., & Valbruzzi, M., ‘Defining and  classifying  technocrat-led  and

technocratic governments,’  European Journal  of Political  Research, 53, 4, σελ. 654-671, 2014. Το παράδοξο στην περίπτωση του Αλέξη Χαρίτση, είναι πως την κοινοβουλευτική περίοδο 2019-2023, δεν διάνθισε τις κοινοβουλευτικές του ομιλίες με τεχνοκρατικές αναφορές και επισημάνσεις, ακόμη και με έξυπνες ατάκες, αποφεύγοντας ή αλλιώς, αδυνατώντας να ‘σηκώσει πάνω’ του μεγάλο μέρος της κοινοβουλευτικής παρουσίας του ΣΥΡΙΖΑ και της αντιπολιτευτικής του στρατηγικής. Η ιδιότητα του «ιδεολόγου» και μάλιστα του σκληρού Αριστερού «ιδεολόγου» υπερτερεί αυτής του τεχνοκράτη. Ο εμπειρογνώμονας που είναι σύνθετη λέξη, ετυμολογικά είναι αυτός που έχει την εμπειρία και την γνώση να εκφέρει γνώμη επί ενός θέματος. Όχι όμως επί παντός επιστητού, διότι τότε θα ήσαν διανοούμενος.

[6] Βλέπε σχετικά, Τσαγκαράκη, Ειρήνη., ‘Ελληνικός Κοινοβουλευτικός Λόγος,’ Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2022, σελ. 75, Διαθέσιμη στο: Τσαγκαράκη Ειρήνη (2022 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)) Ελληνικός κοινοβουλευτικός λόγος (ekt.gr) Εν αντιθέσει με τον Αλέξη Χαρίτση, ο πρώην πρόεδρος του ‘Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού’ (‘ΛΑΟΣ’/Το αρκτικόλεξο ‘ΛΑΟΣ’ έχει μεγαλύτερη σημασία από τον επίσημο τίτλο του κόμματος), Γιώργος Καρατζαφέρης μπορούσε όχι να «δώσει μια κατεύθυνση» σε μία κοινοβουλευτική συζήτηση, εφόσον δεν τον ενδιέφερε κάτι τέτοιο. Αλλά, αντιθέτως, να εκμεταλλευθεί το ‘χαοτικό’ περιβάλλον που μπορούσε να προκύψει συνεπεία των αντεγκλήσεων και της ‘εκτόξευσης’ ένθεν και ένθεων λεκτικών ‘κορωνών’, υιοθετώντας ένα στυλ χαλαρού και αδιάφορου ταυτόχρονα.

[7] Το ότι υπήρξε κάποτε συντονιστής του τομέα Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έπαιξε κάποιον ρόλο στην επιλογή του. Αρκετοί από τα μέλη της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας διαθέτουν ανάλογο παρελθόν. Οι Τζανακόπουλος, Αναγνωστοπούλου, Φωτίου, Πέρκα, Ζεϊμπέκ και Χαρίτσης, ανήκουν στην κατηγορία των κοινοβουλευτικών που αρέσκονται να ‘διαψεύδουν’, κατά την Ειρήνη Τσαγκαράκη, τους κυβερνητικούς βουλευτές και τους υπουργούς. Σε ένα αρχικό στάδιο, η αντιπολίτευση που θα ασκήσουν θα είναι μονο-κομματική, δηλαδή στραμμένη αποκλειστικά στην Νέα Δημοκρατία. Ο συντονισμός ως προς την άσκηση αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση, προηγείται της οποιαδήποτε διατύπωσης εναλλακτικής πρότασης. Προς ώρας τουλάχιστον, η νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα δεν είναι σε θέση να διατυπώσει εναλλακτική πρόταση.  Βλέπε σχετικά, Τσαγκαράκη, Ειρήνη., ‘Ελληνικός Κοινοβουλευτικός Λόγος…ό.π., σελ. 92. Κατά πόσο μέλη της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας έχουν «απήχηση κι εκτός της στενής συριζαϊκής βάσης», όπως διερωτάται η Καρολίνα Παπακώστα σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις. Κάτι τέτοιο δεν διεφάνη όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Βλέπε σχετικά, Παπακώστα, Καρολίνα, ‘Βελανιδιές,’ Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 29/11/2023, σελ. 8. Οι πολιτικοϊδεολογικές διαφορές μεταξύ των μελών της ‘Ομπρέλας’ και της ‘Ομάδας Αχτσιόγλου’ είναι μικρές: Το σημείο στο οποίο συγκλίνουν είναι η διαφωνία τους με την κατεύθυνση που έχει λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ επί προεδρίας (μπορούμε να μιλήσουμε για τον ‘αντι-Κασσελακισμό’ ως συνδετικό κρίκο της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας; Ναι, θα μπορούσαμε) Στέφανου Κασσελάκη.

[8] Βλέπε σχετικά, Clark, H.H., ‘Context and common ground,’ στο: Brown, K., (επιμ.), ‘Encyclopedia of language and linguistic,’ Amsterdam, Elsevier, 2005, σελ. 105-108. Μετά από την ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα στην προεδρία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, το 2008, εκκίνησε η διαδικασία αναδιαμόρφωσης της πολιτικής ελίτ του κόμματος, εκεί όπου σταδιακά, αρκετά μέλη της είχαν σπουδές στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Σε αυτή την ελίτ, και λόγω του εκπαιδευτικού-μορφωτικού του background ή υπόβαθρου εντάχθηκε ομαλά και ‘σιωπηλά,’ ο Αλέξης Χαρίτσης. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που είχε το αλαζονικό προφίλ αυτού που ‘κατατρόπωσε τον δικομματισμό’,  κατέστη μέλος αυτής της ελίτ μόνο μετά την εκλογική επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και την υπουργοποίηση του.